Την ένσταση της για την χρήση του όρου τουρκική …«εισβολή» και «κατοχή» και αντικατάσταση τους με τον όρο «παρέμβαση» ζητά με επιστολή στον ΟΗΕ η τουρκοκυπριακή πλευρά, η οποία απαντώντας σε επιστολή της Κυπριακής κυβέρνησης, επιμένει απολύτως στην επιλογή της για άνοιγμα των Βαρωσίων.
Η επιστολή (A/75/535–S/2020/1034 με ημερομηνία 22 Οκτωβρίου 2020) που επιδόθηκε μέσω του τούρκου μονίμου αντιπροσώπου Φ. Σινιρίογλου στον ΟΗΕ περιλαμβάνει και ανιστόρητους ισχυρισμούς καθώς με επίκληση της αναφοράς του αρχιεπισκόπου Μακαρίου στον ΟΗΕ λίγο μετά το πραξικόπημα της χούντας , η τουρκοκυπριακή πλευρά υποστηρίζει ότι η Ελλάδα ήταν αυτή που κατηγορήθηκε για «εισβολή και κατοχή» στην Κύπρο, ενώ αντιθέτως η τουρκική «παρέμβαση» το 1974 ήταν «νόμιμη και δικαιολογημένη» βάσει της Συνθήκης Εγγυήσεων.
Επίσης η τουρκοκυπριακή πλευρά με θράσος δηλώνει ότι η επιχείρηση για άνοιγμα των Βαρωσίων είναι... σύμφωνη με το Διεθνές Δίκαιο και τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η επιστολή του ψευδοκράτους:
«Σας γράφω σε απάντηση των επιστολών της 18ης Σεπτεμβρίου και της 6ης Οκτωβρίου 2020 που σας απηύθυνε ο Ελληνοκύπριος εκπρόσωπος στη Νέα Υόρκη και κυκλοφόρησαν ως έγγραφα της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας (A/75/243-S/2020/926 και A/75/499-S/2020/985), οι οποίες, για άλλη μια φορά, στρεβλώνουν την πραγματικότητα. Για να ξεκαθαρίσω τα πράγματα, θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας στα ακόλουθα. Κατ' αρχάς, πρέπει να τονιστεί ότι κανένα από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για την Κύπρο δεν χαρακτηρίζει ως «εισβολή» τη νόμιμη και δικαιολογημένη τουρκική επέμβαση του 1974, η οποία πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεων του 1960 η την διατήρηση της παρούσας των τουρκικών δυνάμεων στο νησί σαν «κατοχή» Τέτοιοι ισχυρισμοί δεν είναι παρά καθαρά ελληνοκυπριακή πλαστογραφία με στόχο τη στρέβλωση των ιστορικών γεγονότων και των πραγματικοτήτων του νησιού. Στο πλαίσιο αυτό, είναι επιτακτική ανάγκη να υπενθυμίσουμε τη δραματική δήλωση που έκανε ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 19 Ιουλίου 1974 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, Ελληνοκύπριος ηγέτης της εποχής, στην οποία κατηγόρησε ανοιχτά την Ελλάδα, όχι την Τουρκία, για εισβολή και κατοχή της Κύπρου. Τα σχόλιά του, τα οποία πραγματοποιήθηκαν μόλις τέσσερις ημέρες μετά το ελληνοκυπριακό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, καταγράφονται καλά στα αρχεία των Ηνωμένων Εθνών και δεν απαιτούν περαιτέρω επεξεργασία….».
Στην επιστολή επαναλαμβάνονται οι γνωστοί ισχυρισμοί για την νόμιμη» λειτουργία του παράνομου αεροδρομίου Ερκαν στην κατεχόμενη Λευκωσία και γίνεται εκτενής αναφορά στην υπόθεση της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων:
«Τέλος, όσον αφορά τους ξιπασμένους ισχυρισμούς σχετικά με την περιφραγμένη περιοχή των Βαρωσίων στις εν λόγω επιστολές, θα ήθελα να υπενθυμίσω για άλλη μια φορά ότι το Συμβούλιο Υπουργών της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου” έλαβε απόφαση με την Επιτροπή Απογραφής των Βαρωσίων, η οποία αποτελείται από ειδικούς και εμπειρογνώμονες, με τη διενέργεια επιστημονικής απογραφής, να εντοπίσει και να μελετήσει την κατάσταση των κινητών και ακινήτων περιουσιών και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, γεγονός που θα διευκόλυνε τον καθορισμό τυχόν μελλοντικών μέτρων όσον αφορά την περιφραγμένη περιοχή των Βαρωσίων. Η απόφαση αυτή είναι σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο και τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και σέβεται το δικαίωμα κατοχής των πρώην κατοίκων του. Λεπτομερείς απόψεις της Κυβέρνησής μας για το θέμα αυτό διαβιβάστηκαν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας μέσω επιστολής του Κούντρετ Οζερσάι, Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Εξωτερικών της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου”, με ημερομηνία 4 Οκτωβρίου 2019 (S/2019/796). Επιπλέον, το πρόσχημα για τους ισχυρισμούς του Ελληνοκύπριου εκπροσώπου επί του Maraş είχε, στην πραγματικότητα, καταρρεύσει, ιδίως μετά την απόρριψη των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης όσον αφορά την περιφραγμένη περιοχή των Βαρωσίων σε πολλές περιπτώσεις, ειδικότερα το 1994 και το 2014, καθώς και η συντριπτική απόρριψη του συνολικού σχεδίου διευθέτησης της Κύπρου από την ελληνοκυπριακή πλευρά το 2004 και η κατάρρευση της Κυπριακής Διάσκεψης το 2017 στο Κρανς-Μοντάνα της Ελβετίας – στην ουσία όλων των οποίων είναι η ελληνοκυπριακή απροθυμία να μοιραστούν την εξουσία και την ευημερία με την τουρκοκυπριακή πλευρά (S/2004/437). Θα ήμουν ευγνώμων αν η παρούσα επιστολή μπορούσε να διανεμηθεί ως έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης, στο σημείο 44 της ημερήσιας διάταξης, και του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Μεχμέτ Ντάνα Εκπρόσωπος «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου»