Την ύπαρξη διπλωματικών προσπαθειών εκ μέρους της αμερικανικής πλευράς για την αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας επιβεβαίωσε η Ουάσιγκτον. Όπως επισήμανε χαρακτηριστικά με δήλωσή του εκπρόσωπος του State Department, «οι Ηνωμένες Πολιτείες εμπλέκονται συνεχώς με τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας για να ενθαρρύνουν την αποκλιμάκωση μέσω διπλωματικών διαύλων».
«Ενθαρρύνουμε τα κράτη να λύνουν τις διαφορές τους ειρηνικά, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και καλούμε όλα τα μέρη να απέχουν από όλες τις δράσεις που διακινδυνεύουν ενίσχυση των εντάσεων στην ανατολική Μεσόγειο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών με δήλωσή του το βράδυ του Σαββάτου.
Αναφορικά με το θέμα της αμερικανικής διαμεσολάβησης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ο εκπρόσωπος του State Department υπενθύμισε τη δήλωση που είχε κάνει ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ κατά την επίσκεψη του στην Αθήνα.
«Οι διπλωμάτες μας είναι εκεί έξω καθημερινά προσπαθώντας να δημιουργήσουν τις συνθήκες υπό τις οποίες οι χώρες μπορούν να συνομιλούν, να συμμετέχουν σε διάλογο, και να λύνουν τις διαφορές τους με ειρηνικό τρόπο. Μία επιτυχημένη Τουρκία, αναπτυσσόμενη, ευημερούσα, οικονομικά υγιής είναι σημαντική όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για όλους εμάς, και εργαζόμαστε για να προσπαθήσουμε να φέρουμε αυτά τα αποτελέσματα», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας.
Μάλιστα σύμφωνα με το ΚΥΠΕ, ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου είχε προβεί σε παρόμοια τοποθέτηση κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής ενημέρωσης που έγινε με εκπροσώπους της ομογένειας αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης του πρωθυπουργού με τον Αμερικανό πρόεδρο.
«Είμαστε ανήσυχοι από την ανακήρυξη οικονομικής ζώνης από την Τουρκία και τη Λιβύη. Ακούσαμε όμως και από τον κ. Μητσοτάκη την επιθυμία για διπλωματία με την Τουρκία. Ο πρόεδρος πάντα το υποστηρίζει. Οι άνθρωποί μας επί του εδάφους εργάζονται για να το διευκολύνουν. Είναι κάτι που θέλουμε να δούμε να αναπτύσσεται τους επόμενους δύο μήνες», είχε τονίσει το στέλεχος του Λευκού Οίκου.