Οι αναφορές πως το Υπουργείο Εξωτερικών του Μεβλούτ Τσαβούσογλου απέτρεψε τον Ταγίπ Ερντογάν από το απομακρύνει ως ανεπιθύμητους τους πρεσβευτές των κρατών της Δύσης διαψεύστηκαν με τρομερή ένταση από την Άγκυρα. Ωστόσο, το ξέσπασμα του Ερντογάν μπορεί να του στοιχίσει ακριβά, ξεκινώντας από τη συνάντηση με το Μπάιντεν στο περιθώριο της συνάντησης των G-20 στη Ρώμη.
Μόνο και μόνο η αναφορά στο πρόσωπο του Οσμάν Καβάλα, τον οποίο το καθεστώς κατηγορεί για υποκίνηση αναταραχών, ήταν αρκετή για να εξοργίσει τον Ταγίπ Ερντογάν. Αυτή τη φορά βέβαια η πρόθεση του να συγκρουστεί μετωπικά με χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία μεταξύ άλλων, θα είχε μεγάλες συνέπειες για την Τουρκία. Εφ’ όσον υλοποιούνταν ο χαρακτηρισμός πρεσβευτών ως «persona non grata» θα πυροδοτούσε τη μεγαλύτερη σύγκρουση με τη Δύση την τελευταία εικοσαετία, τουλάχιστον σε διπλωματικό επίπεδο.
Άμεσα μετά από τη δημόσια επίθεση του Ερντογάν στις 10 χώρες που υπέγραψαν τη δήλωση, η οποία υπενθύμιζε τις υποχρεώσεις της Τουρκίας που απορρέουν από τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τον Οσμάν Καβάλα, η λίρα σημείωσε μία μεγάλη πτώση. Είναι βέβαιο πως η προοπτική της μετωπικής τόσο με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και με τη Γερμανία, τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Τουρκίας ανησύχησε τις αγορές, που έσπευσαν να προστατευτούν άμεσα από πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις. Οι εισηγήσεις των οικονομικών επιτελείων του τουρκικού καθεστώτος συνέκλιναν πως θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος για να αποτραπεί αυτή η εξέλιξη, καθώς δεν θα την άντεχε η τουρκική οικονομία.
Το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών βέβαια γνώριζε τη βαρύτητα μίας τέτοιας πράξης σε διπλωματικό επίπεδο. Ακόμα κι αν ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου είχε απειλήσει με παραίτηση, δύσκολα θα το παραδεχόταν η τουρκική προεδρία. Σε κάθε περίπτωση, οι λεονταρισμοί του Ερντογάν στο εσωτερικό μπορεί να γίνονται ανεκτοί λόγω της καταστολής και άλλων παραγόντων. Το διεθνές σύστημα ωστόσο είναι αμείλικτο και οι κανόνες του γνωστοί. Η σχεδόν σίγουρη απάντηση των 10 κρατών θα ήταν εξίσου έντονη.
Γι’ αυτό τον λόγο, το τουρκικό καθεστώς ανέκρουσεν πρύμναν και προσπάθησε να εκμεταλλευτεί ότι μπορούσε, για το εσωτερικό ακροατήριο του. H δήλωση των πρεσβευτών πως σέβονται το άρθρο 41 της Σύμβασης της Βιέννης περί των Διπλωματικών Σχέσεων περί μη ανάμειξης στα εσωτερικά του κράτους, σε σχέση με το ζήτημα, μπορεί να φαίνεται αυτονόητη, καθώς αν δεν πίστευαν πως είναι συμβατή, δεν θα την έκαναν. Ωστόσο, σε αυτή τη δήλωση πάτησε το τουρκικό καθεστώς, για να δικαιολογήσει τη στροφή 180 μοιρών του Ταγίπ Ερντογάν.
Η προοπτική να μην πραγματοποιηθεί η διαφαινόμενη συνάντηση του Ταγίπ Ερντογάν με τον Τζο Μπάιντεν στο περιθώριο των εργασιών των G-20 στη Ρώμη το Σαββατοκύριακο μέτρησε σημαντικά στην απόφαση της ολικής ανατροπής. Οι ΗΠΑ από τη μεριά τους δημοσίευσαν ένα γενικό μήνυμα πως θέλουν να συνεργαστούν με την Τουρκία με βάση τα κοινά τους συμφέροντα, όπως με κάθε σύμμαχο τους, δίχως όμως να αναφερθούν στην επικείμενη συνάντηση.
Χαρακτηριστικό της σημασίας που αποδίδεται σε αυτό το θέμα στην Τουρκία είναι πως τα τουρκικά μέσα θεωρούν δεδομένη τη συνάντηση των δύο ανδρών στη Ρώμη. Με τη σημερινή κατάσταση της τουρκικής οικονομίας αλλά και την εσωτερική αναταραχή, όπως για παράδειγμα την άρνηση της αντιπολίτευσης να στηρίξει την τουρκική παρουσία σε Συρία και Ιράκ, μία ακύρωση της συνάντησης θα εξέθετε σημαντικά τον Τούρκο πρόεδρο.