Δύσκολη ισορροπία ώστε η θετική αξιολόγηση του ήπιου κλίματος των τελευταίων εβδομάδων στα ελληνοτουρκικά να μην μετατραπεί σε μέσο εξωραϊσμού της εικόνας της Τουρκίας, οφείλει να κρατήσει η Αθήνα καθώς βεβαίως είναι απολύτως πρόωρο και παρακινδυνευμένο να μιλάμε για «στροφή» όταν κανείς δεν γνωρίζει ποια θα είναι η επόμενη μέρα για την Τουρκία την 14η Μαΐου.
Καθώς μόνο μετά τις εκλογές και αφού διαμορφωθεί η νέα κατάσταση πραγμάτων στην Άγκυρα θα μπορεί να διαπιστωθεί εάν τα σημερινά δείγματα γραφής μπορεί να έχουν βάθος και να σημάνουν αλλαγή αντιμετώπισης των ελληνοτουρκικών από την Τουρκία. Και θα πρέπει επίσης να ετοιμάζεται η Αθήνα για τον χειρισμό μιας φιλοδυτικής, ουσιαστικής ή εικονικής στροφής του νέου Προέδρου της Τουρκίας που θα επηρεάσει άμεσα και το πλέγμα Ελληνοτουρκικών - Κυπριακού.
Όμως επειδή στον δημόσιο διάλογο σπεύδουν πολλοί να πανηγυρίσουν για τις επιστολές Ερντογάν -Τσαβούσογλου για την Εθνική Εορτή αλλά και για την διακοπή της παράνομης δραστηριότητας στο Αιγαίο και βιάζονται να τα θεωρήσουν ως εκπλήρωση αναγκαίας και ικανής προϋπόθεσης για έναρξη ενός ελληνοτουρκικού διαλόγου θα πρέπει να δούμε και τα εξής:
Μια κίνηση η οποία ίσως θερμότερη σε ύφος, άλλα καθιερωμένη από την συνήθη διπλωματική πρακτική, μπορεί να φαίνεται ανακουφιστική μετά από μια περίοδο 10μηνης έντασης και ρητορικών επιθέσεων που δηλητηρίασαν τις σχέσεις των δυο χωρών, αλλά δεν μπορεί να υπερτιμηθεί. Είναι ένα θετικό σημάδι αλλά μέχρι εκεί.Ούτε φυσικά μπορεί ακόμη να εκτιμηθεί εάν αποτελεί προμήνυμα «στροφής» της Τουρκίας ούτε εάν αποτελεί ένδειξη ότι η Τουρκία βάζει και τα ελληνοτουρκικά στο πλάνο επίλυσης των προβλημάτων με άλλες χώρες (Ισραήλ, Αίγυπτο, ΗΑΕ, Σ.Αραβία).
Η απουσία επιθετικής παράνομης δραστηριότητας στο Αιγαίο είναι επίσης θετική εξέλιξη, αν και οι λόγοι που έχουν οδηγήσει υποχρεωτικά σε αυτή, είναι γνωστοί.
Η διακοπή της εχθρικής ρητορικής και των παράνομων δραστηριοτήτων στο Αιγαίο στο πλαίσιο μιας αποκλιμάκωσης ήταν από τους όρους που έθετε η Αθήνα προκειμένου να υπάρξει αποκατάσταση διαύλων και επανάληψης του διαλόγου μεταξύ των δυο χωρών. Εφόσον βεβαίως όπως έχει τονίσει πολλές φορές ο κ. Μητσοτάκης αυτή η αποκλιμάκωση είναι ειλικρινής, έχει διάρκεια και δεν είναι συγκυριακή κάτι που είναι πολύ πρόωρο να διαπιστωθεί.
Η σπουδή που επιδεικνύεται από ορισμένους κύκλους στην Αθήνα για την επανέναρξη διαλόγου με την Τουρκία δυστυχώς θυμίζει την παράγκα του Χότζα. Φόρτωσε η Άγκυρα με τοξικότητα τον δημόσιο λόγο της εναντίον της Ελλάδας, φόρτωσε το Αιγαίο με διαρκείς παραβιάσεις και υπερπτήσεις και τώρα ξαφνικά αφαιρεί και τα δυο, και η Ελλάδα θεωρεί ότι η παράγκα άδειασε.Και όμως, εκεί παραμένει το Τουρκολυβικό Μνημόνιο, οι νέες γκρίζες ζώνες με την θέση περί σύνδεσης της ελληνικής κυριαρχίας ακόμη και σε μεγάλα νησιά με την δήθεν υποχρέωση αποστρατικοποίησης και όλα τα άλλα.
Είναι προφανές ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει διάλογος υπό τις συνθήκες που επικρατούσαν μέχρι την 6η Φεβρουαρίου . Όμως δεν θα πρέπει να πέφτουμε στην παγίδα ότι αρκεί αυτή η συγκυριακή διακοπή των εχθρικών ενεργειών επί του πεδίου, καθώς είναι σαν να ερμηνεύουμε με μεταφυσικούς όρους την διπλωματία. Ότι ξαφνικά ο Τ.Ερντογάν υπό το δέος των σεισμών και της καταστροφής είδε το «φως το αληθινό» και πλέον «αγαπά αλλήλους»…
Η Αθήνα προφανώς θα πρέπει να αξιοποιήσει αυτή την ανάπαυλα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, να διερευνήσει εάν ανοίγονται έστω και χαραμάδες ευκαιρίας για επανέναρξη διαδικασιών όπως οι διερευνητικές επαφές ή η συζήτηση για ΜΟΕ (η οποία έχει μάλλον συμβολικό χαρακτήρα καθώς η κληρονομία του Γ.Παπανδρέου και άλλων κυβερνήσεων έχει αφήσει πληθώρα ΜΟΕ τα οποία απλώς δεν εφαρμόζονται).
Όμως δεν θα πρέπει να καλλιεργούνται αυταπάτες σε ότι αφορά στον πυρήνα των ελληνοτουρκικών πολύ περισσότερο μάλιστα όταν υπάρχει και η αβεβαιότητα των τουρκικών προεδρικών εκλογών.
Η Αθήνα θα πρέπει να προετοιμασθεί ,όσο κι αν είναι δύσκολο λόγω της μακράς προεκλογικής περιόδου και για το σοβαρό ενδεχόμενο ο νέος τούρκος πρόεδρος είτε ο ίδιος ο Ερντογάν είτε ο αντίπαλος του Κιλιντσάρογλου σηματοδοτήσουν μια ουσιαστική η τακτικού περιεχομένου φιλοδυτική στροφή της Τουρκίας την οποία σύμμαχοι και εταίροι θα σπεύσουν να ανταμείψουν. Και το ερώτημα είναι εάν αυτή η «ανταμοιβή» θα παρακάμπτει πλήρως τα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό καθώς είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτοβούλως Βερολίνο και Ουάσιγκτον θα σπεύσουν να θέσουν όρους για το Αιγαίο και την Κυπρο.. Όπου το μείζον, η επιστροφή της Τουρκίας στο Δυτικό «μαντρί», θα περιθωριοποιήσει τελικά κάθε ένσταση της Ελλάδας και της Κύπρου και θα καταστήσει ακόμη δυσκολότερη την χρήση του σημαντικού όπλου που διαθέτουμε, αυτό της Ε.Ε. αλλά και της αμερικανικής υποστήριξης.
Οι Αμερικανοί είναι προφανές ότι θα ήθελαν είτε την επίλυση είτε τουλάχιστον τη δημιουργία συνθηκών ώστε οι διεκδικήσεις της Τουρκίας να μην δημιουργούν εντάσεις στην Ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Το ίδιο επιθυμούν και οι Γερμανοί.
Εδώ είναι η πρόκληση για την Αθήνα και την Λευκωσία ώστε να βάλουν από νωρίς στην εξίσωση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Δύση τα δυο θέματα που θα οδηγήσουν στην εξομάλυνση σχέσεων και στην αποκατάσταση αυτού που πολύ θέλουν να δουν στην Ανατολική Μεσόγειο, μια περιφερειακή συνεργασία που θα διευκολύνει και τη μεταφορά ενέργειας από τον νότο προς την Ευρώπη και θα αποτραβήξει την Τουρκία από την Μόσχα..
Έτσι μια κατάσταση φαινομενικής βελτίωσης των ελληνοτουρκικών, όπου βεβαίως όλες οι διεκδικήσεις και αμφισβητήσεις της ελληνικής κυριαρχίας μένουν στο τραπέζι και θα εμπεδώνονται, θα είναι το άλλοθι για να ζητηθούν ακόμη περισσότερα βήματα «συνεννόησης» ως κίνητρο για την «εξημέρωση» της Τουρκίας.
Ας μην γίνει αυτή η χαραμάδα φωτός για τα ελληνοτουρκικά, πόρτα ευκαιρίας για την Τουρκία, ώστε να απαλλαγεί από την όποια πίεση έχει για τα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό.
Μην ξεχνάμε την πλέον πρόσφατη εμπειρία που την περίφημη αποκλιμάκωση τον χειμώνα του 2020, προκειμένου να αποφύγει η Τουρκία τις κυρώσεις από την Ε.Ε., ακολούθησε η πολύμηνη κρίση …