Ο πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας έχει μπει σε μια νέα φάση και αυτό δεν αφορά μόνο το στρατιωτικό πεδίο, αλλά και τη γενικότερη αντανάκλαση που έχει ο πόλεμος στις σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση αλλά και τη νέα παγκοσμιοποίηση.
Η γενναία στήριξη που προσφέρει η Δύση σε υπερσύγχρονο αμυντικό υλικό έχει δώσει τη δυνατότητα στο Κίεβο να ανακάμψει στρατιωτικά και να έχει σημαντικές επιτυχίες απελευθερώνοντας ορισμένες περιοχές που είχαν καταληφθεί από τον ρωσικό Στρατό.
Η ουκρανική αντεπίθεση ανέδειξε τη γύμνια της ρωσικής στρατιωτικής μηχανής καθώς ακόμη και η επιστράτευση την οποία διέταξε ο Πούτιν απέτυχε παταγωδώς, υποχρεώνοντας έτσι τη Μόσχα να επανεξετάσει τη στρατηγική της.
Όταν μεγάλες δυνάμεις όπως η Ρωσία, κινδυνεύουν να κλονισθεί το διεθνές κύρος τους και η εικόνα της στρατιωτικής Ισχύος τους, δεν μένει άλλος δρόμος από κινήσεις απελπισίας. Και τελικά, σταδιακά η Μόσχα καταφεύγει σε επιθέσεις εναντίον πολιτικών στόχων ελπίζοντας ότι πριν μπει ο βαρύς χειμώνας που θα καθηλώσει τις δυνάμεις εκατέρωθεν, θα επιτύχει την αποδυνάμωση του Κίεβου και την κατάρρευση της εθνικής συσπείρωσης την οποία πέτυχε ακουσίως η ρωσική επίθεση.
Η Ρωσία εργαλειοποιεί τον χειμώνα που έρχεται και για να γονατίσει τον Ουκρανικό λαό αφήνοντας τον χωρίς ρεύμα, χωρίς θέρμανση, χωρίς ύδρευση και συγχρόνως να προκαλέσει εσωτερικούς τριγμούς στην Ευρώπη με την οικονομική ασφυξία που προκαλεί στους πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών η ενεργειακή κρίση και η συνέχιση του πολέμου.
Οι βομβαρδισμοί σε στόχους υποδομών η ακόμη και σε αστικά κέντρα όπως η ίδια η πρωτεύουσα το Κίεβο, έχει στόχο τον κλονισμό του φρονήματος των Ουκρανών και τη συνθηκολόγηση της κυβέρνησης Ζελένσκι...
Αυτή είναι μια πολύ επικίνδυνη συνταγή, καθώς όσο η κυβέρνηση Ζελένσκι δεν υποχωρεί τόσο ο πειρασμός του προέδρου Πούτιν θα μεγαλώνει και οι χειρουργικοί βομβαρδισμοί με drones να μετεξελιχθούν σε σαρωτικούς βομβαρδισμούς υποδομών και αστικών περιοχών, μέχρι η Ουκρανία να υποκύψει. Συγχρόνως όμως απονομιμοποιείται η «ειδική επιχείρηση» εναντίον της Ουκρανίας καθώς ο «αδελφός» ουκρανικός λαός τον οποίο υποτίθεται θέλει να προστατεύσει ο κ. Πούτιν, βρίσκεται στο στόχαστρο των ρωσικών πυραύλων…
Η απειλή χρήσης πυρηνικών αντιμετωπίζεται από την πλειοψηφία των Δυτικών ως μπλόφα αλλά κανείς δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να καταφύγει η Μόσχα στο τελευταίο της χαρτί, εάν ο πρόεδρος Πούτιν βρεθεί σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Και η κρίση αυτή δεν έχει καμία σχέση με την κρίση των πυραύλων της Κούβας καθώς ακόμη και τότε στην πιο δύσκολη στιγμή του Ψυχρού Πολέμου υπήρχε ανοικτός δίαυλος επικοινωνίας και μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης και οι πρόεδροι Κένεντι και Χρουτσώφ αναζητούσαν τρόπους αποκλιμάκωσης. Κάτι που δεν υπάρχει τώρα.
Η Ε.Ε. στηρίζει με όλες τις δυνάμεις την Ουκρανία, αλλά πλέον είναι ορατός ο κίνδυνος αποδυνάμωσης και απονομιμοποίησης στα μάτια της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης.
Όταν περιμένει έναν δύσκολο χειμώνα με ανατροπές στη ζωή του ο Ευρωπαίος πολίτης και μαθαίνει για δισεκατομμύρια που δίνονται για ενίσχυση της Ουκρανίας σε ένα πόλεμο που δυστυχώς δεν έχει γίνει ακόμη «δικός του» πόλεμος, συνεχίζει ο πόλεμος να προβάλει ως πόλεμος των ελίτ.
Η Ευρώπη φυσικά πληρώνει την έλλειψη στρατηγικής προετοιμασίας για το ενδεχόμενο που πάντοτε υπήρχε, την εργαλειοποίηση της ενέργειας από τη Ρωσία για την επιδίωξη των στρατηγικών και πολιτικών στόχων της. Η Γερμανία έχοντας το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης προτίμησε για δεκαετίες να στηρίξει την ανάπτυξη της και τα τεράστια πλεονάσματα στη φθηνή ενέργεια που προμηθεύονταν από τη Ρωσία. Και τώρα ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ήπειρος πληρώνει αυτή την επιλογή.
Αυτή τη στιγμή δυστυχώς έχει κλείσει κάθε δρόμος για μια ειρηνική διέξοδο στην Ουκρανία.
Το Κίεβο με τη στήριξη της Δύσης και πιέζοντας για ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση, που δύσκολα θα αποφευχθεί να μετατραπεί σε απευθείας εμπλοκή των Νατοϊκών χωρών στη σύγκρουση, δηλώνει ότι για να καθίσει στο τραπέζι προϋπόθεση είναι να νικηθεί ο Πούτιν. Κάτι που εύκολα λέγεται αλλά δύσκολα επιτυγχάνεται.
Οι Αμερικανοί μπαίνουν στον πειρασμό να ρίξουν τώρα όλο το βάρος τους στηρίζοντας την Ουκρανία ώστε να τελειώσουν με τη Ρωσία πριν μπορέσει να σταθεί στα πόδια της. Οι εκτιμήσεις είναι ότι η ανάγκη νέων εξοπλισμών και το κόστος του πολέμου θα είναι δυσβάσταχτοι για τη Ρωσία. Και θα καταρρεύσει όπως συνέβη και με τη Σοβιετική Ένωση στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Ο Πούτιν από την πρώτη στιγμή είδε τον πόλεμο ως την τελευταία ευκαιρία για τη Ρωσία, να ανατρέψει μια παγκοσμιοποίηση η οποία είχε αφήσει στο περιθώριο τη χώρα του, να είναι μια απλή παραγωγός υδρογονανθράκων, όταν δίπλα του αναπτύσσονται οικονομικοί γίγαντες με βάση τις νέες τεχνολογίες όπως η Κίνα και η Ινδία.
Και ο Ρώσος πρόεδρος σε ένα βαθμό πετυχαίνει τον στόχο της διατάραξης αυτής της παγκοσμιοποίησης αλλά δεν βρίσκει την απάντηση για το μέλλον της χώρας του.
Σε έναν πόλεμο που σε στρατιωτικό επίπεδο όλοι αναγνωρίζουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει πλήρης επικράτηση της Ουκρανίας ή της Ρωσίας είναι εξαιρετικά επικίνδυνο να μην υπάρχει στρατηγική απεμπλοκής και αποκλιμάκωσης.
Και το γεγονός ότι καμιά πλευρά δεν αφήνει έστω μια μικρή διέξοδο στη Διπλωματία απειλεί να μετατρέψει αυτό τον πόλεμο σε μια διαρκή αυτοκαταστροφική σύγκρουση. Με μεγάλα θύματα όχι μόνο τις δυο χώρες αλλά και την ίδια την Ευρώπη, που κινδυνεύει εκτός των άλλων να βρεθεί και η ίδια στο περιθώριο της νέας Παγκοσμιοποίησης.