Με μια από τις τελευταίες της αποφάσεις η απερχόμενη αμερικανική κυβέρνηση, δημιουργεί νέα δεδομένα στην περιοχή που επηρεάζουν όλο το πλέγμα των σχέσεων της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ και τη Δύση, επιβάλλοντας έστω και ήπιες αρχικά κυρώσεις στην τουρκική πολεμική βιομηχανία λόγω της επιμονής της Τουρκίας να διατηρήσει στο οπλοστάσιο της τους ρωσικούς πυραύλους S400.
Και η Ουάσιγκτον κάνει αυτό που δυστυχώς τα στενά οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα χωρών όπως η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία εμπόδισαν την επιβολή κυρώσεων από την ΕΕ για την κατάφωρη παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών μελών της ΕΕ και βάναυσες παραβιάσεις των ανθρώπινων και μειονοτικών δικαιωμάτων στην Τουρκία. Δίνοντας την εικόνα σε μια κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία ότι η ΕΕ των 27 μπορεί να αγεται και να φέρεται από ένα αυταρχικό και επιθετικό καθεστώς.
Η Αθήνα με μια μετρημένη ανακοίνωση του ΥΠΕΞ χαιρέτισε τις αμερικανικές κυρώσεις επισημαίνοντας: «Η Ελλάδα, χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, παρατηρεί με ικανοποίηση την σημερινή ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ σχετικά με την επιβολή κυρώσεων εναντίον της Διεύθυνσης Αμυντικής Βιομηχανίας της Τουρκικής Δημοκρατίας, στον Πρόεδρο της, καθώς και άλλα στελέχη της, σε εφαρμογή του Τμήματος 231 του Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act (CAATSA)».
Οι κυρώσεις αφορούν μεν την αγορά των ρωσικών S400 αλλά είναι προφανες ότι επηρεάζουν το ήδη βαρύ κλίμα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, την στιγμή που και με την νομοθεσία East Med Act αλλά και με δημόσιες παρεμβάσεις της η Ουάσιγκτον έχει καταδικάσει την επιθετική πολιτική της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Οι κυρώσεις που αποφασίστηκαν δεν είναι ικανές να γονατίσουν την Τουρκία, όμως επιφέρουν σοβαρό πλήγμα στην καταχρεωμένη τουρκική αμυντική βιομηχανία που αποτελεί το «διαμάντι του στέμματος» του καθεστώτος Ερντογάν και συγχρόνως δίνει αρνητικό μήνυμα στις χρηματαγορές για την ευάλωτη θέση στην οποία βρίσκεται η εύθραυστη τουρκική οικονομία.
Το καθεστώς Ερντογάν και ο ίδιος ο τούρκος πρόεδρος ήταν σχεδόν σίγουροι μέχρι και πριν λίγες ημέρες ότι ο Ντ. Τραμπ ως εκ μηχανής θεός, θα αποτρέψει την ενεργοποίηση της νομοθεσίας CAATSA για την επιβολή κυρώσεων λόγω και της παραβίασης των περιορισμών για αγορά ρωσικών εξοπλισμών και συνεργασία με την ρωσική πολεμική βιομηχανία. Όμως η προωθηση και υπερψήφιση με μεγαλη πλειοψηφία από το Κογκρέσο και την Γερουσία του προϋπολογισμού του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, που συμπεριλάμβανε και την πρόταση για κυρώσεις στην Τουρκία καθιστούσε αναπότρεπτή την ενεργοποίηση των κυρώσεων.
Πολύ περισσότερο μάλιστα που με πρωτοβουλία και κινητοποίηση του φιλέλληνα γερουσιαστή Ρ. Μενέντεζ είχε δημιουργηθεί διακομματική συναίνεση στα νομοθετικά Σώματα των ΗΠΑ για την ανάγκη να σταλεί ένα αποφασιστικό μήνυμα στο καθεστώς Ερντογάν. Ακόμη και η γραφειοκρατία του Στέιτ Ντιπαρτμεντ τους τελευταίους μήνες είχε πάρει σκληρή θέση απέναντι στον τυχοδιωκτισμό της τουρκικής ηγεσίας και την υπερέκταση την οποία επιδιώκει ο νεοθωμανικός ιμπεριαλισμός τον οποίο υιοθετεί ως επίσημη πολιτική ο κ. Ερντογάν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο απερχόμενος Αμερικανός ΥΠΕΞ Μ.Πομπέο, όχι μόνο ήρθε στην Ελλάδα και με την επίσκεψη του στη Θεσσαλονίκη και στα Χανιά έστειλε το μήνυμα στην άλλη πλευρά του Αιγαίου το οποίο επέλεξε να αγνοήσει η τουρκική ηγεσία, αλλά και με την επίσκεψη του στο Φανάρι οπου συναντήθηκε με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, διέλυσε κάθε αμφιβολία για τις αμερικανικές προθέσεις. Και φυσικά τελική πράξη ήταν η επίθεση του Μ.Πομπέο στον Μ. Τσαβούσογλου και στην Τουρκία στη Σύνοδο των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ .
Η απερχόμενη διοίκηση και η γραφειοκρατία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ με την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία θέλουν να δεσμεύσουν την επόμενη πολιτική ηγεσία και να βάλουν ένα πλαίσιο σε ενδεχόμενη προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν να δοθεί μεγάλη πίστωση χρόνου και ανοχής ώστε να υπάρξει διερεύνηση προθέσεων της τουρκικής κυβέρνησης και να επιχειρηθεί προσπάθεια αποκατάστασης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.
Οι κυρώσεις οι οποίες είναι προφανές ότι δεν μπορούν να ανακληθούν από την νέα αμερικανική κυβέρνηση θα βαρύνουν το κλίμα, όπως επίσης και η αναμενόμενη άρνηση της νέας αμερικάνικης διοίκησης που δηλώνει ευαίσθητη για τα ανθρώπινα δικαιώματα, να προωθήσει το αίτημα του κ. Ερντογάν για έκδοση στην Τουρκία του Φετουλαχ Γκιουλέν.
Η αντίδραση του Τουρκικού ΥΠΕΞ ήταν οργισμένη και έφθανε στο σημείο να απειλεί με... αντίποινα ενώ με αμηχανία και απόγνωση επανάφερε την πρόταση που έχει απορριφθεί προ μηνών, για σύσταση επιτροπής που θα διαπιστώσει εάν... οι S400 μπορούν να συμβιώσουν ασφαλώς με τα F35!
Όμως νωρίτερα και ενώ οι πληροφορίες επέμεναν ότι θα ανακοινωθούν κυρώσεις ο Τ. Ερντογάν σε δηλώσεις του έδειχνε να είναι στον δικό του παράλληλο κόσμο κατηγορώντας την ΕΕ και τις ΗΠΑ για την μεθόδευση κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας. Και ο τούρκος ηγέτης καλούσε την ΕΕ (έχοντας ενθαρρυνθεί από την τάση των Γερμανών) να... «εκπληρώσει την υπόσχεση για πλήρη ένταξη της Τουρκίας»(!) και στρεφόμενος προς την Ουάσιγκτον δήλωνε τα εξής:
«Αναμένουμε υποστήριξη από τον σύμμαχό μας στο ΝΑΤΟ, την Αμερική, στον αγώνα μας ενάντια σε τρομοκρατικές οργανώσεις και δυνάμεις που κάνουν σχέδια για την περιοχή μας, όχι κυρώσεις. Δεν υπήρξαμε ποτέ χώρα που επιδιώκει εντάσεις με τους γείτονές της ή οποιοδήποτε άλλο κράτος. Παλεύουμε για την ειρήνη όλης της περιοχής και του κόσμου. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εμείς, ως χώρα και ως έθνος, θα παραμείνουμε σιωπηλοί ενόψει της παραβίασης των δικαιωμάτων μας, του δίκιου μας, της κυριαρχίας μας. Δεν επιτρέπουμε σε κανέναν να σφετεριστεί τα δικαιώματά μας, όπως δεν τείνουμε το χέρι μας στα δικαιώματα κανενός. Σε αυτό το πλαίσιο, διεξάγουμε πολυδιάστατες μελέτες σε μια ευρεία γεωγραφία, που κυμαίνεται από τη Λιβύη έως την Ανατολική Μεσόγειο, από τη Συρία έως τον Καύκασο. Εκτός από την προστασία των δικών μας συμφερόντων, καταβάλλουμε αυτή την προσπάθεια, υπερασπιζόμενοι το δίκιο εκατομμυρίων αδελφών μας που έχουν στραφεί προς τη χώρα μας».
Λίγες ώρες αργότερα ήρθε η ανακοίνωση του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών που επέβαλε τις πρώτες αμερικανικές κυρώσεις μετά το 1974 στην Τουρκία:
Στην λίστα των Specially Designated Nationals and Blocked Persons (SDN List) της υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών Office of Foreign Assets Control (OFAC) καταχωρήθηκαν :
Ο Ισμαήλ Ντεμιρ πρόεδρος της «Προεδρίας Αμυντικών Βιομηχανιών» (που υπάγεται απευθείας στο Προεδρικό Μέγαρο και τον Ταγιπ Ερντογάν, ο Ντενιζ Μουσταφα Αλπερ ,Σερχατ Γκενσογλου, Φαρουκ Γιγκίτ στελέχη της ίδιας Υπηρεσίας για τους οποίους προβλεπεται το μπλοκαρισμα καταθέσεων και περιουσιακών στοιχείων, οι συναλλαγές με συνάλλαγμα, οι τραπεζικές συναλλαγές.
Αλλά και για την Προεδρία των αμυντικών Βιομηχανιών επιβάλλονται κυρώσεις εξαγωγών, απαγόρευση δανείων από τις ΗΠΑ, δάνεια από διεθνείς οικονομικούς θεσμούς και εισαγωγή, εξαγωγή τραπεζικής βοήθειας για τα άτομα που έχουν μπει σε κυρώσεις .
Ο Αμερικάνος ΥΠΕΞ Μ.Πομπέο με ανάρτηση του στο twitter έστειλε ένα ακομη μήνυμα στην Άγκυρα: «Παρά τις προειδοποιήσεις μας, η Τουρκία προχώρησε με την αγορά και τη δοκιμή του ρωσικού συστήματος των S-400. Οι σημερινές κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας δείχνουν ότι οι ΗΠΑ θα εφαρμόσουν πλήρως το νόμο «Αντιμετώπισης των εχθρών της Αμερικής μέσω κυρώσεων (CAATSA). Δεν θα ανεχτούμε σημαντικές συναλλαγές με το ρωσικό αμυντικό τομέα»
Στο αντίποδα, όπως ήταν αναμενόμενο, δήλωση στήριξης στην Τουρκία έκανε η Μόσχα και δια του Σ.Λαβρόφ δήλωσε ότι «οι κυρώσεις που επέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες εναντίον της Τουρκίας για την αγορά των ρωσικών συστήματος αεροπορικής άμυνας S-400 από τη Ρωσία είναι παράνομες και επιδεικνύουν αλαζονεία προς το διεθνές δίκαιο».