Η τουρκική επιχείρηση στην Συρία και η διεθνής Κοινότητα

Η τουρκική επιχείρηση στην Συρία και η διεθνής Κοινότητα

Του Τζώρτζη Κουρουτζή*

Στις αρχές του μήνα, ο Τούρκος πρόεδρος Τ. Ερντογάν ανήγγειλε την 3η στρατιωτική επιχείρηση στα εδάφη της Συρίας με την ονομασία «Πηγή Ειρήνης», βάση της οποίας αποτέλεσε η συμφωνία του Τούρκου προέδρου με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντ. Τράμπ για την δημιουργία μίας «Ζώνης Ασφαλείας» στην βορειανατολική Συρία.

Δίνοντας (θα λέγαμε πολύ εύκολα) το «πράσινο φώς» οι ΗΠΑ, που τις χαρακτηρίζει το τελευταίο διάστημα η αδυναμία στην εξωτερική πολιτική, με την απομάκρυνση του αμερικάνικου στρατιωτικού προσωπικού καθώς και την αθόρυβη ανοχή της Ρωσίας, η Τουρκία προχώρησε στην στρατιωτική επίθεση προς την βορειανατολική Συρία με απώτερο σκοπό την εξουδετέρωση και απομάκρυνση των κουρδικών δυνάμεων της περιοχής και των όποιων βλέψεων έχουν για κρατική οντότητα.

Με την κίνηση αυτή της Τουρκίας, ταρακουνήθηκε το status quo της περιοχής, και παρά τις ανησυχίες και τις κυρώσεις που θέλησε να επιβάλλει η Διεθνής Κοινότητα, προμηνύεται μία νέα εξέλιξη στην συριακή κρίση και στους κινδύνους που θα επιφέρει, στην Δύση, κυρίως. Πρόκειται για κινδύνους, όπως η νέα αύξηση των προσφυγικών ροών, καθώς και η νέα έξαρση της ισλαμικής τρομοκρατίας (ISIS).

Οι Κούρδοι σε νέες «πλάτες»

Η κίνηση αυτή των ΗΠΑ να απομακρύνουν τους αμερικανούς στρατιώτες (αν έμεναν στην θέση, πολύ πιθανό να μην γινόταν η τουρκική επιχείρηση), καθώς και η ανετοιμότητα και η απροθυμία των ευρωπαϊκών δυνάμεων να καλύψουν το κενό, οδήγησαν τους Κούρδους στο να στρέψουν αλλού τις ελπίδες για στήριξη. Έτσι, οι Κούρδοι, με μοναδική πια επιθυμία τους την ασφάλειας τους, στηρίχτηκαν στις πλάτες του Πούτιν και του Άσαντ.

Οι Κούρδοι αποτέλεσαν σημαντικούς συμμάχους για την Δύση, καθώς πολεμούσαν και αντιστέκονταν στις απειλές της ισλαμικής τρομοκρατίας. Η συμμαχία αυτή διαλύθηκε σε μία μόνο στιγμή, καθώς ο Τράμπ γύρισε την πλάτη του σ αυτούς, αφήνοντας ακόμη περισσότερο εκτεθειμένη την Ευρώπη σε νέους κινδύνους, όσον αφορά την ανασύνταξη των τρομοκρατών ισλαμιστών.

Ο Τράμπ, σε συνέντευξη που παραχώρησε, ανέφερε πως θεωρεί το PKK (Εργατικό κόμμα του κουρδιστάν) ως μεγαλύτερη απειλή από αυτή του ISIS. Εδώ αξίζει να αναφερθεί πως ο τουρκικός στρατός επιτέθηκε στην βορειανατολική Συρία στις δυνάμεις της κουρδικής πολιτοφυλακής YPG, που η Άγκυρα θεωρεί παρακλάδι του PKK.

Ο Τράμπ, επίσης, επεσήμανε πως δεν έδωσε το πράσινο φως στην Άκυρα να επιτεθεί στην Συρία? τώρα, αν η Τουρκία καταλαμβάνει εδάφη της Συρίας, αυτό είναι πρόβλημα των δύο τους (Συρίας – Τουρκίας). Βέβαια, μετά την στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας, ο Τράμπ ζητά την κατάπαυση της και στέλνει στην Άγκυρα για συνομιλίες τον αντιπρόεδρο Πέιν και τον Υπουργό Εξωτερικών Πομπέο για να προσπαθήσουν να πείσουν για τον τερματισμό της εισβολής και την κατάπαυσή του πυρός. Διαφορετικά, ο Τράμπ απείλησε πως θα υπάρξουν καταστροφικές κυρώσεις για την οικονομία της Τουρκίας.

Τουρκία

Η Τουρκία πάνω απ όλα μάς έδειξε την πολιτική της ατζέντα καθώς και την ισχύ της εξωτερικής πολιτικής δύναμής της. Δεν περιμένει τις άλλες δυνάμεις, δεν αντιδρά αλλά δρα. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο παίρνει αυτό που θέλει. (σε αντίθεση με την χώρα μας που ακόμη και μέχρι σήμερα περιμένει από την Τουρκία την διατήρηση του διεθνούς δικαίου και την διαρκή στήριξη της σε πλάτες τρίτων).

Η Τουρκία με την επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης» κατάφερε (έστω ως ένα βαθμό) την κάλυψη των τουρκικών συνόρων από την κουρδική απειλή. Βέβαια μπορεί με την λεγόμενη συμφωνία για κατάπαυση πυρός για πέντε μέρες (έπειτα από τις συνομιλίες μεταξύ Ερντογάν, Πέιν και Πομπεό) να μην κατάφερε στρατιωτικά να φτάσει στον πλήρες στόχο της. Όμως κάλυψε αρκετά σημαντικό μέρος του. Η Τουρκία για ακόμη μία φορά έδειξε την ισχύ της ως περιφερειακή δύναμη στην περιοχή της Μ. Ανατολής και πλέον μένει να δούμε τι θα κληθεί να κάνει (μετά την κατάπαυση πυρός). Δηλαδή, θα παραμείνει μόνο στα εδάφη που διεξαγόταν η επιχείρηση και θα περιμένει την απόσυρση των Κούρδων στην Συρία ή θα προχωρήσει και στις πόλεις (Κομπανί και Μανμπίτζ) που στόχευε να καταλάβει; Αν συμβεί το τελευταίο, τότε θα έχουμε νέο σενάριο στην εξέλιξη της τουρκικής επιχείρησης απέναντι σε Ρωσία και Συρία.

Ρωσία – Συρία

Από αυτή την στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας κερδισμένες βγήκαν τόσο η Ρωσία όσο και η Συρία. Από την μία, η Ρωσία μένει μόνη της με φυσική παρουσία στην περιοχή της Συρίας και έχει τον πρώτο και μοναδικό λόγο (καθώς στην ουσία οι ΗΠΑ αποχώρησαν). Επίσης έχει πλέον την δυνατότητα να παίξει σημαντικό ρόλο στις μετέπειτα εξελίξεις στην περιοχή της Μ. Ανατολής γενικότερα, και στην Συρία ειδικότερα. Από την άλλη, η Συρία ίσως φαίνεται πως έχασε σε κάποιο βαθμό τμήματα του εδάφους της από την Τουρκία όμως επανέκτησε περιοχές που είχε χάσει από την 8ετή συριακή κρίση. Οι ρωσικές και συριακές δυνάμεις μετέβηκαν στις πόλεις Κομπανί και Μανμπίτζ. Έτσι, εδραίωσαν την θέση τους και δηλώνουν παρούσες απέναντι από τις τουρκικές δυνάμεις (σε ενδεχόμενο της Τουρκίας να προχωρήσει στην κατάληψη των δύο αυτών πόλεων). Επιπρόσθετα, η Συρία βρίσκεται στην θέση να διαχειριστεί τον κουρδικό πληθυσμό και να τον στηρίξει (καθώς η μόνη λύση ανάγκης των κούρδων είναι η επιβίωση). Φυσικά, η Συρία (καθώς και η Ρωσία) δεν σκοπεύει να δώσει προνόμια στους Κούρδους (πολιτική και κρατική υπόσταση) αλλά να ανακτήσει τα χαμένα εδάφη της και να αφομοιώσει τους Κούρδους στον συριακό πληθυσμό.

Ευρώπη – Ελλάδα

Ασφαλώς, η Ε.Ε πήρε γρήγορα θέση όσον αφορά την εισβολή, καταδικάζοντας την τουρκική επιχείρηση. Η οποία επιχείρηση καταπατά το Διεθνές Δίκαιο και συμφωνίες, που ακολουθεί η Ευρώπη. Έτσι, η Ε.Ε προχώρησε άμεσα στην επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, κυρίως κυρώσεων, όσον αφορά την προώθηση πολεμικού υλικού. Βέβαια οι κυρώσεις αυτές (όπως και οι αμερικάνικες) δεν άγχωσαν και ιδιαίτερα την Τουρκία.

Γενικότερα, στην Ευρώπη, επικρατεί ένα ανήσυχο κλίμα. Αυτό, εξηγείται στον φόβο ανασύστασης και έξαρσης της ισλαμικής τρομοκρατίας (ISIS), ως συνέπεια της τουρκικής επιχείρησης στην Συρία. Βάρος στην ανησυχία των Ευρωπαίων, έρχεται να προσθέσει και η εκ νέου απειλή του Ερντογάν, σύμφωνα με την οποία θα ανοίξει τις «πύλες» στους πρόσφυγες για την Ευρώπη, εφόσον δεν βρει την ευρωπαϊκή στήριξη που θέλει για την Ζώνη Ασφαλείας στη Συρία.

Στον φόβο των Ευρωπαίων για νέα έξαρση της ισλαμικής τρομοκρατίας, ήρθε να απαντήσει η νέα Υπουργός Άμυνας της Γερμανίας κα. Karrenbauer. Η γερμανίδα Υπουργός έκανε πρόταση (στο Συμβούλιο Υπουργών Άμυνας στο ΝΑΤΟ) για την δημιουργία και εγκατάσταση μιας διεθνούς δύναμης στην περιοχή που έχει χαρακτηριστεί ως Ζώνη Ασφαλείας στην βορειανατολική Συρία. Δυστυχώς για την Γερμανία, η πρόταση αυτή αποδείχτηκε ως «πολιτική ήττα» στην προσπάθεια της να αποκτήσει κάποιο ρόλο στην κρίση της ΒΑ Συρίας και να αντιταθεί (ίσως) στην συμφωνία που επικράτησε στο Σότσι και στην ρωσική υπεροχή. Η πρόταση αυτή για να «περάσει» χρειαζόταν την σύμφωνη απόφαση των κρατών – μελών του ΝΑΤΟ, κάτι όμως το οποίο και δεν έγινε. Η γερμανική πρόταση δεν βρήκε την στήριξη που πρόσμενε και χαρακτηρίστηκε από πολλούς πρόχειρη και βιαστική από την πλευρά της Γερμανίας.

Από την άλλη, η Ελλάδα, φυσικά και ακολουθεί την κοινή ευρωπαϊκή πολιτική και καταδικάζει την επίθεση της Τουρκίας στην βορειανατολική Συρία και στους Κούρδους.

Βέβαια, εδώ επισημαίνεται ότι η Ελλάδα πρέπει να κατανοήσει ότι διαθέτει την πιο «ευαίσθητη» θέση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Πιο συγκεκριμένα, είναι ευρωπαϊκή χώρα, στα σύνορα της Ευρώπης και μπορεί να δεχτεί πιο άμεσα τις όποιες επιπτώσεις επιφέρει η τουρκική επιχείρηση (προσφυγές ροές και έξαρση τρομοκρατικών οργανώσεων ISIS). Επίσης, εδώ φαίνεται και η μεγάλη διαφορά στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας με την Τουρκία. Η Ελλάδα βλέπει την θέση της Τουρκίας, που παρά τις όποιες τρίτες αντιδράσεις, πράττει ό,τι λέει με σκοπό την ισχυροποίησή της τόσο στρατιωτικά όσο και πολιτικά. Αυτό είναι κάτι το οποίο η Ελλάδα οφείλει να προσέξει, ώστε να μπορέσει να προετοιμαστεί για κάθε ενδεχόμενο (κυρίως εθνικά), μην στηριζόμενη πάντα σε τρίτες «πλάτες».

Διπλωματικές Συναντήσεις για τον Ερντογάν
Έπειτα και από την κατάπαυση του πυρός στην βορειανατολική Συρία (5 ημέρες), η Τουρκία καλείται να απαντήσει ποια θα είναι η επόμενη της κίνηση και η απεμπλοκή της (όσο θριαμβευτική μπορεί να ναι για τον Ερντογάν) στα εδάφη της Συρίας. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η Τουρκία κέρδισε. Κατάφερε (έως ένα βαθμό) την σταθεροποίηση των συνόρων της βορειανατολικά με την Συρία, την απομάκρυνση των Κούρδων (YPG) από τα σύνορα αυτά, καθώς και την διακοπή της επικοινωνίας του YPG με τους Κούρδους της Τουρκίας PKK, διαλύοντας τις όποιες ουτοπικές βλέψεις είχαν (κουρδική κρατική οντότητα). Τώρα, όσον αφορά την Τουρκία, το θέμα είναι αν θα περάσει τα όρια στα οποία και διαδραματίστηκε η στρατιωτική επιχείρηση αλλά και ποια θα είναι η διπλωματική λύση της κατάστασης ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις για την περιοχή (ΗΠΑ – Ρωσία – Τουρκία – Συρία). Ο Τούρκος πρόεδρος, με το πέρας του χρονικού ορίου της κατάπαυσης του πυρός, έχει κανονίσει συνάντηση με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν και τον Αμερικανό πρόεδρο Τράμπ, με σκοπό την τελική διευθέτηση της κατάστασης στην Συρία.

Πούτιν ο μεγάλος κερδισμένος στην Συρία

Τις τελευταίες μέρες ολοκληρώθηκε στο Σότσι της Ρωσίας η πολυαναμενόμενη συνάντηση του Τούρκου Προέδρου Τ. Ερντογάν με τον ομόλογο του Πούτιν. Η συνάντηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την οριστική λήξη της στρατιωτικής επίθεσης της Τουρκίας στην βορειανατολική Συρία και, φυσικά, καθιέρωσε μεγάλο πρωταγωνιστή της τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν.

Πιο συγκεκριμένα, από την συμφωνία αυτή των δύο προέδρων, ο Τούρκος πρόεδρος μπορεί να μην πέτυχε πλήρως τους στόχους του αλλά έμεινε αρκετά ικανοποιημένος. Από την μία, αυξήθηκε το γόητρό του ως πολιτική φυσιογνωμία στην διεθνή κοινότητα και, κυρίως, στο εσωτερικό της χώρας του αλλά , ενισχύθηκε και η θέση της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης στην περιοχή. Μπορεί να μην κατάφερε να «ρίξει» τον Άσαντ από την συριακή κυβέρνηση (κάτι το οποίο ο Τούρκος πρόεδρος στόχευε εδώ και μια 8ετία, από την αρχή της συριακής κρίσης), αλλά πέτυχε να απομακρύνει τον κουρδικό κίνδυνο από τα σύνορα της Τουρκίας με την Συρία, καθώς και την αποδοχή της Ζώνης Ασφαλείας μήκους 110 χλμ και 32χλμ πλάτους (μεταξύ των πόλεων Tel Abyad και Ras Al Aym).

Από την άλλη, με την συμφωνία που επετεύχθη στο Σότσι, η Ρωσία έχει τον πρωταγωνιστικό και μοναδικό ρόλο για την διαχείριση και απομάκρυνση των κούρδων του YPG (σε βάθος 30 χλμ από την Ζώνη Ασφαλείας). Επίσης, η Ρωσία αναλαμβάνει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της Συρίας όσον αφορά την απώθηση της παρουσίας του PKK στα εδάφη της Συρίας (Συμφωνία των Αδανών, 1998).

Γενική Αποτίμηση

Καθώς φαίνεται, με αυτή την κίνηση της Τουρκίας εναντίων των Κούρδων της βορειανατολικής Συρίας (Επιχείρηση Πηγή Ειρήνης), καθώς και με την απρόσμενη απομάλρυνση των ΗΠΑ και Ρωσίας, η Τουρκία κατάφερε (ως ένα βαθμό) να πετύχει τους στόχους της. Το «ατίθασο παιδί», που πολλοί αποκαλούν την Τουρκία, καταπατά το Διεθνές Δίκαιο και διεθνείς συνθήκες χωρίς κάποια σημαντική και αποτρεπτική αντίδραση από τις ξένες δυνάμεις. Αυτό σημαίνει πως η Τουρκία παραμένει μία ισχυρή δύναμη στην περιοχή και ακόμα έχει ρόλο πολιτικό και γεωστρατηγικό στην περιοχή της Μ. Ανατολής και της Συρίας ειδικότερα.

Επίσης, αξίζει να αναφερθεί πως, η πολιτική «απόσυρσης» που ακολουθεί ο Ντ. Τράμπ από εδάφη και ζητήματα απομακρυσμένα από την αμερικάνικη πρωτεύουσα, έπιασε απροετοίμαστες τις ξένες δυνάμεις (κυρίως την Ευρώπη) και επέφερε κρίση στην εσωτερική πολιτική σκηνή της χώρας του. Όμως, η πολιτική αυτή του αμερικανού προέδρου έδωσε ένα μεγάλο δώρο στον Πούτιν και την Ρωσία, καθώς η Ρωσία (έπειτα και από την συμφωνία του Ρώσου προέδρου και του Τούρκου ομολόγου του) αποτελεί πλέον την πιο ισχυρή δύναμη στην περιοχή της Μ. Ανατολής γενικότερα και στη Συρία ειδικότερα.

Από την άλλη, η Ευρώπη πρέπει να κατανοήσει την ανάγκη για μια πιο ισχυρή και ενωμένη πολιτική απέναντι στις νεοσύστατες καταστάσεις και στις κινήσεις της Τουρκίας. Πρέπει να περάσει από τις ανησυχίες και τις κυρώσεις (σε πολεμικό υλικό) σε πιο πρωταγωνιστικό ρόλο, ειδικά σε ζητήματα που διαδραματίζονται στην «αυλή» της και μπορούν να την επηρεάσουν άμεσα και δραματικά. Και πιο συγκεκριμένα, ισχυρότερη πολιτική πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα, για την οποία γίνεται αντιληπτό ότι πρέπει να ενισχύσει την εξωτερική της πολιτική και να μην στηρίζεται σε πλάτες άλλων. Έτσι, θα μπορεί να είναι προετοιμασμένη για κάθε πιθανή κατάσταση, ιδίως με τις κινήσεις που πράττει μία χώρα όπως η Τουρκία, καταπατώντας το Διεθνές Δίκαιο και αλλάζοντας το status quo σε μια περιοχής κρίσιμη, όπως αυτή της Συρίας.


*Ο κ. Τζώρτζης Κουρουτζής είναι πτυχιούχος του τμήματος Μεσογειακών Σπουδών με Κατεύθυνση: Διεθνείς Σχέσεις και Οργανισμοί του Πανεπιστημίου Αιγαίου και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στην Διακυβέρνηση, Ασφάλεια και Ανάπτυξη στη Μεσόγειο, επίσης του τμήματος Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου.