Τη χειραγώγηση και των μουσουλμάνων των ΗΠΑ επιχειρεί η Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογάν μετά την προσπάθεια του να εμφανισθεί ως ηγέτης των απανταχού καταπιεσμένων μουσουλμάνων αλλά και των ομοθρήσκων του στον Αραβικό κόσμο.
Η Τουρκία συστηματικά τα τελευταία χρόνια επιχειρεί, αν και με πενιχρή παρουσία Τούρκων μεταναστών στις ΗΠΑ να διεισδύσει στον πολυπληθή μουσουλμανικό πληθυσμό της Βόρειας Αμερικής, που χωρίς να έχουν μέχρι τώρα ιδιαίτερη πολιτική παρουσία ή σύνδεση με κάποια πολιτική δύναμη στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό, προβάλουν ως «ευάλωτο θήραμα» στις ηγεμονικές νεοθωμανικές βλέψεις του Τ. Ερντογάν.
Προ ημερών, ο Τούρκος πρόεδρος έστειλε βιντεοσκοπημένο μήνυμα στο μεγάλο ετήσιο συνέδριο της Μουσουλμανικής Αμερικανικής Κοινότητας και του Ισλαμικού Κύκλου της Βόρειας Αμερικής (MAS-ICNA), καθώς όπως ο ίδιος ο εκπρόσωπος του τούρκου προέδρου Ιμπραήμ Καλίν είπε, η «Τουρκία αποδίδει ιδιαίτερη σημασία σε υγιείς και ισχυρές σχέσεις με τη Μουσουλμανική κοινότητα των ΗΠΑ».
Με μια πολιτική παρέμβαση, με την οποία επιχειρεί και πάλι να αναδείξει τη «ομοιογένεια» του μουσουλμανικού κόσμου (ώστε να είναι λογική η αναζήτηση ενιαίου υπερεθνικού ηγέτη), ο Τ. Ερντογάν θέλησε και πάλι να στραφεί εναντίον της Δύσης ειδικά μάλιστα των ΗΠΑ, καθώς εκεί απευθύνονταν το μήνυμα του, κάνοντας λόγο για την αντιμετώπιση του πολιτιστικού ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της ισλαμοφοβίας.
Ο Τ. Ερντογάν έχει επιχειρήσει τα τελευταία χρόνια να εργαλειοποιήσει τη μουσουλμανική πίστη αλλά και τις μουσουλμανικές κοινότητες ασχέτως εθνικής προέλευσης και ταυτότητας, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ασία και την Αφρική.
Δεν είναι τυχαίο ότι έχει ξεκινήσει καμπάνια για την ανάγκη τροποποίησης του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ ώστε να προβλεφθεί θέση μόνιμου μέλους του ΣΑ και για μουσουλμανική χώρα, θέση την οποία προφανώς φαντάζεται για την Τουρκία.
Στο μήνυμα του στο συνέδριο της MAS-ICNA ο T. Ερντογάν τόνισε ότι «όλοι οι Μουσουλμάνοι είναι αδέλφια, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους, το χρώμα του δέρματος, το έθνος, τον πολιτισμό, την αίρεση» και κάλεσε τους Μουσουλμάνους «να μην μπουν στο καβούκι τους» λόγω των απειλών κατά της ύπαρξης τους, αλλά «να προσπαθήσουμε όλοι μαζί να πάρουμε τη θέση που μας αξίζει στον κόσμο»
Η Άγκυρα έχει ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια τα τελευταία χρόνια μέσω του Diyanet Center of America και λειτουργεί σχεδόν 30 τζαμιά και έχει ιδρύσει ένα εντυπωσιακό Κέντρο Ισλαμικών Σπουδών, στην καρδιά της Ουάσιγκτον όπου λειτουργεί και τζαμί. Το 2019 μάλιστα Ίδρυμα που ελέγχεται από την τουρκική κυβέρνηση αγόρασε τις εγκαταστάσεις και την έπαυλη του θρύλου της πυγμαχίας που ασπάστηκε το Ισλάμ, του Μοχαμεντ Άλι, με σκοπό να δημιουργήσει εκεί ισλαμικό κέντρο.
Με τις κινήσεις αυτές εκτός των άλλων ο Τ. Ερντογάν θέλει να εμφανισθεί στη διεθνή κοινή γνώμη ως υπέρμαχος της ανεκτικότητας, των θρησκευτικών ελευθεριών και ανθρώπινων δικαιωμάτων και συγχρόνως να εξωραΐσει την εικόνα της χώρας του στην αμερικανική κοινή γνώμη, όπου η εικόνα είναι εντελώς αρνητική. Και συγχρόνως αναζητά επιρροή σε ομάδες, όπως οι Αμερικανοί μουσουλμάνοι που θα μπορεί να τις χρησιμοποιήσει και ως μοχλούς πίεσης στο Κογκρέσο και στην αμερικανική διοίκηση.
Επίσης, δεν είναι λίγες φορές που ο Τ. Ερντογάν προσπαθεί να δικαιολογεί την κριτική που του ασκείται, εμφανίζοντας την ως αποτέλεσμα της προσπάθειας να τον «τιμωρήσουν» για την προάσπιση των δικαιωμάτων των μουσουλμάνων στις «ρατσιστικές» ΗΠΑ…