Κοινό βηματισμό στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται από την «στροφή» του Τ. Ερντογάν προς την Δύση, για τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, καθόρισαν Κ. Μητσοτάκης και Ν. Χριστοδουλίδης στην συνάντηση που είχαν χθες στην Λευκωσία, διασκεδάζοντας συγχρόνως και τις ανησυχίες που είχαν διατυπωθεί για διάσταση απόψεων και για παραμερισμό του Κυπριακού ώστε να μην διαταραχθεί η επανεκκίνηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Η επίσκεψη που συμβολικά είναι η πρώτη επίσημη επίσκεψη στο εξωτερικό Έλληνα πρωθυπουργού μετά την επανεκλογή του καθυστέρησε λόγω και των έκτακτων γεγονότων και διεθνών υποχρεώσεων, πραγματοποιήθηκε την στιγμή που τόσο η Αθήνα όσο και η Λευκωσία μετρούν τις τουρκικές κινήσεις, και σχεδιάζουν τα επόμενα βήματα καθώς το πρώτο κρίσιμο τεστ θα είναι σε ευρωπαϊκό πεδίο όταν τεθεί προς συζήτηση το νέο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Ο Κ. Μητσοτάκης έδωσε ένα σαφές πλαίσιο τόσο για το Κυπριακό όσο και για τα ευρωτουρκικά. Η Αθήνα στηρίζει πλήρως την επιδίωξη «δίκαιης και αμοιβαία αποδεκτής λύσης διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, πάντα στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών» και με σεβασμό στο κοινοτικό κεκτημένο και απέρριψε κατηγορηματικά κάθε «διχοτομική σκέψη περί δυο κρατών», όπως αυτή που προτείνει ο κ.Ερντογάν. Όμως ο Κ.Μητσοτάκης απέρριψε κατηγορηματικά και τη συνέχιση της «παρουσίας κατοχικού στρατού σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης» αλλά και το αναχρονιστικό σύστημα Εγγυήσεων και του επεμβατικού δικαιώματος.
Η δήλωση αυτή του Έλληνα πρωθυπουργού έρχεται την στιγμή που ο Ν. Χριστοδουλίδης καταβάλει εντατική προσπάθεια για την επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό στο σημείο που διεκόπησαν στο Κραν Μοντανά και ενώ η Τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά επιμένουν στη διχοτομική επιλογή της «κυριαρχικής ισότητας και ισότιμου διεθνούς στάτους».
Στην Λευκωσία και όχι μόνο είχε δημιουργηθεί κλίμα ανησυχίας ότι η επαναπροσέγγιση που επιχειρείται μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας θα είχε «θύμα» το Κυπριακό. Και αυτό θα είχε σοβαρές παρενέργειες στην κοινή στάση που θα πρέπει να έχουν Αθήνα και Λευκωσία στην Ε.Ε. έναντι της Τουρκίας.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός πάντως χαμηλώνοντας τον πήχη δήλωσε μεν ότι Αθήνα και Λευκωσία συνεργάζονται ώστε τους επόμενους μήνες να «εξαντλήσουν κάθε δυνατότητα σημαντικής προόδου τόσο στο Κυπριακό όσο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις».
Όμως ο Έλληνας πρωθυπουργός έσπευσε να χαμηλώσει τον πήχη δηλώνοντας ότι δεν «είμαστε αφελείς» μεταθέτοντας μάλιστα το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας από φθινόπωρο όπως είχε δηλωθεί στο Βίλνιους για το τέλος του χρόνου.
Ο κ. Μητσοτάκης δημοσίως αποκάλυψε και το πλαίσιο του πώς αντιμετωπίζει η ελληνική κυβέρνηση την διαδικασία επανεκκίνησης των ελληνοτουρκικών σχέσεων μετά το Βίλνιους :
«Συμφωνήσαμε στην ενεργοποίηση διμερών διαύλων επικοινωνίας … Το σημερινό θετικό κλίμα δεν σημαίνει ότι η Τουρκία έχει μεταβάλει ουσιαστικά την πολιτική της, ούτε και έπαψαν να υφίστανται οι ουσιαστικές διαφορές στις θέσεις μας. Όμως, η Ελλάδα έχει την αυτοπεποίθηση, θέλει να αξιοποιήσει τη συγκυρία, να εξαντλήσει κάθε περιθώριο στη βελτίωση των διμερών μας σχέσεων».
Και ο Έλληνας πρωθυπουργός επέμεινε ότι δεν αρκεί απλώς η αποχή από προκλητικές ενέργειες στο Αιγαίο, αλλά ότι η Άγκυρα «οφείλει να εγκαταλείψει οριστικά την επιθετική και παραβατική της συμπεριφορά και μαζί να εγκαταλείψει και τις ανιστόρητες διεκδικήσεις σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας και ακεραιότητας τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου».
Η προσδοκία της Αθήνας (και όχι μόνο στην παρούσα συγκυρία) είναι ότι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων μπορεί να έχει έναν θετικό αντίκτυπο και στο Κυπριακό και αυτό επανέλαβε ο κ. Μητσοτάκης, παρά το γεγονός ότι είναι σαφές ότι η Τουρκία έχει μετατρέψει το Κυπριακό σε στρατηγικής σημασίας ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής της ανεξάρτητο από τις άλλες περιφερειακές εξελίξεις. Πολύ περισσότερο όταν ο ρόλος της Ελλάδας εξαντλείται στη συζήτηση για την ασφάλεια και το καθεστώς των Εγγυήσεων, όπου όπως επανέλαβε χθες ο πρωθυπουργός οι ελληνικές θέσεις είναι διαμετρικά αντίθετες από τις τουρκικές.
Η μεγάλη πρόκληση για την Αθήνα και τη Λευκωσία το επόμενο διάστημα είναι τα ευρωτουρκικά, όπου αρκετοί Ευρωπαίοι εταίροι θέλουν να τις αναζωογονήσουν με την ελπίδα ότι αυτό θα είναι το αναγκαίο αντάλλαγμα που θα πείσει την Τουρκία να δώσει ουσιαστικό περιεχόμενο στην στροφή προς την Δύση.
Τόσο ο Ν. Χριστοδουλίδης όσο και ο Κ. Μητσοτάκης τόνισαν κατηγορηματικά ότι αυτή η διαδικασία θα είναι υπό όρους, σταδιακή υπό αιρεσιμότητα και αναστρέψιμη. Αυτό σημαίνει ότι Αθήνα και Λευκωσία θα επιχειρήσουν το επόμενο διάστημα η ευρωτουρκική πορεία να συνδεθεί πιο στενά με την εποικοδομητική στάση της Τουρκίας στο Κυπριακό κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει όχι απλώς να επανεκκινήσουν οι συνομιλίες αλλά να ξεπερασθεί το τεράστιο εμπόδιο για την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης που είναι η μη αναγνώριση της Κύπρου από την Τουρκία.
Και η Αθήνα δεν μπορεί παρά να επιδιώξει τα επόμενα βήματα στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας να συνδεθούν ευθέως με την εγκατάλειψη των απειλών και των αμφισβητήσεων της ελληνικής κυριαρχίας αλλά και με τη διαδικασία αναζήτησης λύσης στο μείζον πρόβλημα στις σχέσεις των δυο χωρών, της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας..
Αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα αρέσει στον κ. Ερντογάν. Αλλά είναι μονόδρομος για την Αθήνα και φυσικά την Λευκωσία.