Η σημερινή συνάντηση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αναμένεται να επικεντρωθεί σε ζητήματα που ξεπερνούν κατά πολύ τις διμερείς σχέσεις, σχολιάζει ο πολιτικός αναλυτής και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, Ρονάλντ Μαινάρντους, σε άρθρο του στην Deutsche Welle.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της γερμανικής πλευράς, η ατζέντα περιλαμβάνει την κατάσταση στην Ουκρανία, τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, το προσφυγικό ζήτημα, καθώς και θέματα διμερούς και οικονομικής συνεργασίας.
Οι θέσεις της Άγκυρας και του Βερολίνου απέχουν σημαντικά στα μεγάλα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής, όπως ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο, αυτό δεν εμποδίζει τις δύο κυβερνήσεις να διατηρούν διάλογο και να αναζητούν κοινές λύσεις σε θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος. «Η Τουρκία είναι έτοιμη να προβεί σε ενέργειες που θα ωφελήσουν και τις δύο πλευρές», δήλωσε ο πρόεδρος Ερντογάν μετά τη συνάντησή του με τον Γερμανό καγκελάριο, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη.
Τα Eurofighter ψηλά στην ατζέντα
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τη γνωστή του ικανότητα στις πολιτικές συναλλαγές, αναμένεται να αναδείξει αυτή τη δεξιότητα κατά τη συνάντηση Τουρκίας-Γερμανίας στην Κωνσταντινούπολη. Συνοπτικά, ενώ ο καγκελάριος Σολτς θα επιδιώξει να ασκήσει πίεση στον Ερντογάν για ενισχυμένη συνεργασία στο μεταναστευτικό, ο Τούρκος πρόεδρος θα προσπαθήσει να πείσει τον Γερμανό ηγέτη να άρει τις επιφυλάξεις του Βερολίνου σχετικά με τις εξαγωγές όπλων προς την Άγκυρα.
Η χρονική συγκυρία της απόφασης της Γερμανίας να εγκρίνει εκτεταμένες συμφωνίες πώλησης όπλων στην Τουρκία δεν είναι τυχαία. Το περιοδικό Der Spiegel αποκάλυψε λεπτομέρειες αυτής της συμφωνίας λίγες ημέρες πριν. Εξίσου σημαντικό είναι ότι, ενόψει του ταξιδιού του Γερμανού καγκελάριου στην Τουρκία, πληθαίνουν οι ενδείξεις πως το Βερολίνο έχει άρει το εμπάργκο του κατά της προμήθειας Eurofighter στην Άγκυρα.
Ο εκσυγχρονισμός της πεπαλαιωμένης πολεμικής αεροπορίας είναι στρατηγική προτεραιότητα για τον τουρκικό στρατό. Εάν το Βερολίνο μεταβάλει την πολιτική του σε αυτό το ζήτημα τη δεδομένη στιγμή, αυτό θα αποτελεί ακόμα μια ένδειξη της εγκατάλειψης μιας εξωτερικής πολιτικής που βασίζεται κυρίως σε αξίες και αρχές. Η υπουργός Εξωτερικών των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ, ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές αυτής της πολιτικής.
Ο νέος πραγματισμός, ή αλλιώς Realpolitik, είναι αποτέλεσμα της «Zeitenwende» (Αλλαγής Εποχής) που ακολούθησε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Ο πόλεμος στην Ανατολική Ευρώπη επηρεάζει τη γερμανική πολιτική περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο γεγονός. Στο Βερολίνο ακούγεται όλο και συχνότερα το επιχείρημα ότι, αν δεν προμηθεύσει η Γερμανία τα όπλα, θα το κάνουν άλλοι. Παράλληλα, διακυβεύονται και γερμανικές θέσεις εργασίας, καθώς ορισμένα μέρη των Eurofighter παράγονται σε γερμανικά εργοστάσια.
Οι γερμανικές εξαγωγές όπλων προς την Τουρκία επηρεάζουν διαχρονικά τις σχέσεις μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας. Η Αθήνα παραδοσιακά αντιμετωπίζει αυτές τις συμφωνίες ως μη φιλική κίνηση, εκφράζοντας ανησυχίες για την ανατροπή της στρατιωτικής ισορροπίας με την Τουρκία.
Αποκλιμάκωση μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας
Η τρέχουσα φάση αποκλιμάκωσης μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας ευνοεί το γερμανικό επιχείρημα υπέρ των εξοπλιστικών συμφωνιών με την Τουρκία. Εδώ και μήνες, δεν έχουν σημειωθεί στρατιωτικά επεισόδια στο Αιγαίο. Θα ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι το Βερολίνο θα προχωρούσε σε νέες συμφωνίες όπλων με την Άγκυρα, εάν η Τουρκία διατηρούσε την επιθετική πολιτική που ακολούθησε το 2020 ή το 2022.
Η Αθήνα και η Άγκυρα επιδιώκουν αμφότερες να αποκτήσουν στρατιωτική υπεροχή στο Αιγαίο. Από την άλλη πλευρά, οι σύμμαχοί τους, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία, ενδιαφέρονται για τη διατήρηση στρατιωτικής ισορροπίας μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων χωρών. Το ζήτημα της στρατιωτικής ισορροπίας είναι τόσο παλιό όσο και οι ελληνοτουρκικές διαφορές, και παραδοσιακά αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την πολιτική των ΗΠΑ στην ανατολική Μεσόγειο.
Η γνωστή αναλογία 7 προς 10 στις προμήθειες όπλων από την Ουάσινγκτον προς την Αθήνα και την Άγκυρα έχει προ πολλού αντικατασταθεί από μια πιο σύνθετη προσέγγιση. «Οι ΗΠΑ εφαρμόζουν μια πολιτική εξαγωγών όπλων που διασφαλίζει ότι οι Έλληνες και οι Τούρκοι δεν θα πολεμήσουν μεταξύ τους», δηλώνει ένας κορυφαίος Γερμανός διπλωμάτης. Ωστόσο, παραμένει ασαφές πώς το Βερολίνο θα εγγυηθεί ότι τα γερμανικής κατασκευής όπλα δεν θα χρησιμοποιηθούν από την Τουρκία εναντίον ελληνικών στόχων. Μια τέτοια «εγγύηση» είναι το ελάχιστο που θα μπορούσε να ζητήσει η Αθήνα από τη Γερμανία.
"Όταν οι ΗΠΑ χορηγούν όπλα σε μια χώρα του ΝΑΤΟ, είναι ορθό να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον άλλης χώρας της Συμμαχίας", δήλωσε πρόσφατα ο Έλληνας υπουργός Άμυνας, Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξή του σε κυριακάτικη εφημερίδα. Αυτό ισχύει για όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ, πρόσθεσε, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά τη Γερμανία. Υπάρχουν βάσιμοι λόγοι που ο Δένδιας έδωσε έμφαση στη Γερμανία.