Νέος χρόνος, πολλές προκλήσεις, αρκετά αναπάντητα ερωτήματα. Βεβαίως, η μεγάλη εικόνα έχει λίγο-πολύ ξεκαθαρίσει και, όπως έγραψα πριν ένα χρόνο, στο κείμενο για την περσινή Πρωτοχρονιά, ένας μεγάλος πόλεμος δεν είναι σήμερα πολύ πιθανός. Αντίθετα, πολλοί μικροί πόλεμοι είναι εξαιρετικά πιθανοί. Πράγματι, ο σφοδρότατος πόλεμος στη Γάζα ήλθε να προστεθεί στις ήδη πολλές περιφερειακές συγκρούσεις, που ταλανίζουν την Αφρική και την Ασία, ενώ και στη Λατινική Αμερική (που οι διακρατικοί πόλεμοι δεν είναι τόσο συχνοί) η ένταση μεταξύ της Βενεζουέλας και της Γουιάνας εξελίσσεται με τρόπο ανησυχητικό.
Με αυτή την έννοια, οι περιφερειακές συγκρούσεις αποτελούν μια γενική υπερ-πρόκληση για τα επόμενα χρόνια. Οι περιφερειακές και διακρατικές συγκρούσεις αυξάνονται στον υβριδικό ολιγοπολικό κόσμο με τα πολλαπλά κέντρα. Πέρα όμως από αυτή την υπερ-πρόκληση, η οποία θα είναι πανταχού παρούσα, είναι χρήσιμο να εστιαστούμε και σε πέντε επιμέρους προκλήσεις για το 2024.
Ιδωμένη από την Ελλάδα, η μεσοπρόθεσμη συγκυρία – δηλαδή οι επιμέρους φάσεις που συναποτελούν ένα ολοκληρωμένο επεισόδιο στη γεωπολιτική ανάπτυξη μιας περιοχής ή μιας χώρας – συντίθεται από πέντε διεθνείς και περιφερειακές προκλήσεις.
Η εξέλιξη των ευρωαταλαντικών σχέσεων είναι η πρώτη. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ανέδειξε τη σημασία του ΝΑΤΟ και συνέβαλε στην περαιτέρω διεύρυνσή του. Όμως εάν ο Τραμπ επικρατήσει στις αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου 2024, οι ευρωατλαντικές ισορροπίες θα επηρεαστούν σε μεγάλο βαθμό, παρά τις προσπάθειες του Κογκρέσου που νομοθέτησε πρόσφατα την αύξηση των φίλτρων για τυχόν αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμμαχία. Πόσο έτοιμη θα είναι η ΕΕ να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο;
Η δεύτερη πρόκληση, σε συνέχεια της πρώτης, αναφέρεται στην μετεξέλιξη της ΕΕ. Για την Ευρώπη, ο συνδυασμός επαναφοράς στη δημοσιονομική πειθαρχία, αύξησης στρατιωτικών δαπανών και περαιτέρω διεύρυνσης θα είναι εκρηκτικός. Οι θριαμβολογίες που συνόδευσαν την απόφαση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ουκρανία δεν μπορούν να υποβαθμίσουν το κρίσιμο σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται η Ευρώπη.
Η παραδοσιακή επιμονή της Ουάσιγκτον για τον ρόλο των διευρύνσεων της ΕΕ ως παράγοντα περιφερειακής σταθεροποίησης επιβεβαιώνεται πάλι, αυτή τη φορά όχι μόνο με τα Δυτικά Βαλκάνια αλλά και την Ουκρανία και την Μολδαβία. Παλαιότερα, όταν οι ΗΠΑ επιθυμούσαν τη στήριξη της Άγκυρας για την εισβολή στο Ιράκ, άσκησαν συστηματική πίεση στην ΕΕ να δει με νέο μάτι την προοπτική της Τουρκίας ως μελλοντικού εταίρου. Γενικότερα, η εμμονή στον ρόλο της ΕΕ ως περιφερειακού σταθεροποιητή μέσω διευρύνσεων (και όχι μέσων σχημάτων βοήθειας αλλά και ειδικών καθεστώτων σύνδεσης, όπως θα ήταν προσφορότερο) σταδιακά καταστρέφει τις πιθανότητες για εμβάθυνση, ενώ παράλληλα ασκούνται πιέσεις και για εξάλειψη του εθνικού βέτο από τα εθνικά ευαίσθητα ζητήματα. Κλασική περίπτωση τοποθέτησης της άμαξας μπροστά από το άλογο, όπως έχω εξηγήσει στο παρελθόν.
Όπως έχω εξηγήσει από χρόνια, ο νέος, μετα-μονοπολικός κόσμος που αναδύεται είναι υβριδικά πλουραλιστικός, με λίγους (αλλά περισσότερους από δυο) πόλους και πολλά κέντρα. Παρά τις τάσεις πολώσεων που εστιάζονται σε επιμέρους θέματα, τάσεις που ενίοτε δημιουργούν σύγχυση στους αναλυτές, δεν βαδίζουμε προς ένα νέο διπολισμό. Η ΕΕ είτε θα διαδραματίσει έναν ρόλο σε αυτό τον αναδυόμενο κόσμο είτε θα μετασχηματιστεί σε απλό εμπορικό και οικονομικό υπόβαθρο επιμέρους συνασπισμών δυνάμεων που θα διαδραματίσουν, ξεχωριστά, τους δικούς τους ρόλους.
Τρίτη διεθνής πρόκληση για το 2024 είναι η εξέλιξη των σχέσεων ΗΠΑ – Κίνας. Οι σχέσεις εισήλθαν σε καλύτερη φάση μετά το Νοέμβριο 2023, όταν έγινε σαφές ότι τόσο η Ουάσιγκτον όσο και το Πεκίνο ήθελαν μια πιο ήπια συνύπαρξη, εν μέρει για διαφορετικούς λόγους η κάθε πλευρά. Η Κίνα ελπίζει σε αυξανόμενες εμπορικές και οικονομικές σχέσεις, ενώ οι ΗΠΑ επιθυμούν να αποθαρρύνουν την Κίνα από τυχόν επιθετικούς σχεδιασμούς στην Ταϊβάν ή τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.
Την αμερικανική πλευρά προφανώς ανησυχεί και η κινεζική στήριξη στη Ρωσία, όμως η διαχείριση της ουκρανικής κρίσης είναι εγγενώς δυσχερής: όσο πιέζεται η Μόσχα τόσο η κινεζική επιρροή απέναντι στη Ρωσία μεγαλώνει, όσο ο κινεζικός εναγκαλισμός της Ρωσίας γίνεται πιο σφιχτός, τόσο δυσανασχετεί η Ινδία η οποία κατά τα λοιπά επιθυμεί καλές σχέσεις με τη Δύση αλλά, φυσικά, προτιμά την Ρωσία περισσότερο ανεξάρτητη απέναντι στην Κίνα. Στο μεταξύ, η κόπωση στη Δύση θα οδηγήσει, αργά ή γρήγορα και πάντως πριν τις αμερικανικές εκλογές, στην αναζήτηση μιας ειρηνευτικής φόρμουλας για τον πόλεμο Ρωσίας - Ουκρανίας.
Η επόμενη, τέταρτη πρόκληση είναι γεωπολιτική όσο και οικονομική. Αναφέρεται στη σχέση μεταξύ συνεχιζόμενων συγκρούσεων και παγκόσμιας οικονομίας. Οι περιφερειακές κρίσεις, που καθίστανται πιθανότερες σε ένα ολιγοπολικό κόσμο με πολλαπλά κέντρα, προκαλούν, αργά ή γρήγορα, κλασικού τύπου προβλήματα για την παγκόσμια οικονομία. Ο Δεκέμβριος 2023 θα μείνει στην ιστορία ως μήνας της «νέας κρίσης του Σουέζ», όπου οι μεγάλες ναυτιλιακές εταιρίες μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων σταμάτησαν – άραγε για πόσο; – να χρησιμοποιούν τη διώρυγα του Σουέζ. Σύμφωνα με τον Economist, τέσσερις από τις πέντε μεγαλύτερες εταιρείες μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο, η CMA CGM, η Hapag-Lloyd, η Maersk και η MSC σταμάτησαν ή ανέστειλαν από τα μέσα Δεκεμβρίου τη ναυτική οδό της Ερυθράς Θάλασσας, μέσω της οποίας διέρχεται η κυκλοφορία από τη Διώρυγα του Σουέζ.
Οι υποστηριζόμενοι από το Ιράν μαχητές Χούτι, οπλισμένοι τώρα με εξελιγμένα όπλα, κλιμακώνουν τις επιθέσεις τους στις παγκόσμιες ναυτιλιακές ροές. Καθώς μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές αρτηρίες του κόσμου κλείνει, οι ΗΠΑ και οι άλλες δυτικές χώρες πιθανότατα θα πιεστούν να εμπλακούν περισσότερο ενεργητικά στη Μέση Ανατολή για να αποκαταστήσουν την ελεύθερη διέλευση. Μια πολυεθνική δύναμη έχει σχηματιστεί, αλλά ο φόβος των απωλειών και τα ζητήματα συντονισμού περιορίζουν την περισσότερο ενεργητική εμπλοκή.
Η επιμονή των Χούτι να προκαλέσουν βραχυκύκλωμα στο παγκόσμιο εμπόριο θα οδηγήσει, πιθανότατα, σε βομβαρδισμούς με δυτικούς πυραύλους σε στόχους στην ηπειρωτική Υεμένη, ώστε να καταστραφούν οι βάσεις και τα ορμητήρια των Χούτι. Αυτό, με τη σειρά του, θα φέρει το Ιράν προ κρίσιμων διλημμάτων. Σε κάθε, όμως, περίπτωση, εάν η διαδρομή της Ερυθράς Θάλασσας δεν αποκατασταθεί, οι επιπτώσεις θα είναι τόσο οικονομικές (με αλυσιδωτές συνέπειες) όσο και γεωπολιτικές.
Ο Ελληνισμός και η Τουρκία: η επιλογή της παροδικής αποσυμπίεσης
Η πέμπτη πρόκληση μας αφορά άμεσα ως Ελλάδα και δεν θα πάψει να μας αφορά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Μπορούμε να την ονομάσουμε πρόκληση του ρόλου του Ελληνικού κράτους στην αναπαραγωγή του Ελληνισμού, με αναφορές που περιλαμβάνουν ζητήματα που εκτείνονται από την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ελληνικής εθνικής μειονότητας στην Αλβανία μέχρι το Κυπριακό και, βέβαια, τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο κομβικός ρόλος της Τουρκίας στην πέμπτη πρόκληση θα πρέπει να είναι πια προφανής.
Ως προς τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η αισιοδοξία που καλλιεργείται τους τελευταίους μήνες είναι κατανοητή αλλά αβάσιμη. Όπως εξήγησα εξ αρχής, η αλλαγή τακτικής – και όχι «μεταστροφή», όπως λανθασμένα αποκαλείται από πολλούς – της Τουρκίας οφείλεται σε ένα συνδυασμό παραγόντων συγκυρίας, τακτικής και επικοινωνίας.
Είναι εντελώς απίθανο η διαδικασία του πολιτικού διαλόγου Ελλάδας – Τουρκίας να επηρεάσει τον πυρήνα της τουρκικής ατζέντας ως προς τα ελληνοτουρκικά, αντίθετα εξυπηρετεί την Τουρκία στην προσπάθειά της να εμφανίζεται ταυτόχρονα ως προστάτης του Πολιτικού Ισλάμ και να συνεχίζει τις σχέσεις της ως μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ.
Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα επιθυμεί να υποβοηθήσει την επιθυμία των ΗΠΑ να διατηρήσουν την Τουρκία στο δυτικό στρατόπεδο, είναι απίθανο να μπορέσει η Αθήνα να συμβάλει σε αυτή την κατεύθυνση χωρίς να ζημιώσει τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα με υποχωρήσεις. Διαφορετικοί Έλληνες πρωθυπουργοί την τελευταία δεκαπενταετία έχουν εμφανιστεί, σε διαφορετικές συγκυρίες, ως επισπεύδοντες σε ρόλους υποβοήθησης της εικόνας και του ρόλου της Τουρκίας στη Δύση.
Παράλληλα, η Άγκυρα συνεχίζει και επεκτείνει τις συνεργασίες και με χώρες τις οποίες η Ελλάδα στηρίζει. Η νέα και δυνητικά κρίσιμη συνεργασία Τουρκίας – Ουκρανίας για την παραγωγή stealth drones αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Και ενώ ο πόλεμος στη Γάζα μαίνεται και η Άγκυρα διαμαρτύρεται υπερ των Παλαιστινίων, η ίδια η Τουρκία συνεχίζει και εντείνει τον συστηματικό βομβαρδισμό κουρδικών στόχων στη Συρία και το Ιράκ. Είναι προφανές ότι η μεγάλη διαπραγμάτευση για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τις ΗΠΑ περιλαμβάνει, πέρα από τα πολυσυζητημένα F-16, και ένα (σαφές ή υπονοούμενο) πράσινο φως για την εξολόθρευση των κουρδικών θυλάκων, δηλαδή των πάλαι ποτέ συμμάχων των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά του ISIS.
Στο αναδυόμενο διεθνές πλαίσιο, το οποίο έχουμε σκιαγραφήσει από χρόνια, η Δύση είναι ολοένα και λιγότερο σε θέση να καθορίζει μονομερώς την ατζέντα, ενώ συγκλίσεις και συμμαχίες καθίστανται περισσότερο εύπλαστες και εξαρτώμενες από επιμέρους θεματικές, προκλήσεις και πεδία συμφερόντων. Σε ένα τέτοιο κόσμο, οι πληροφορίες, η διεξοδική ανάλυσή τους και η πραγματική γνώση του υπόβαθρου, αναδεικνύονται ως παράγοντες όχι απλά σημαντικοί αλλά κρίσιμοι για την επιβίωση. Πέρα από εφήμερες υπεραπλουστεύσεις ή ερμηνείες που σκοπό έχουν να προσφέρουν υπηρεσίες στην εκάστοτε πολιτική εξουσία.
Αυτό είναι το πλαίσιο, μέσα στο οποίο η ελληνική πλευρά καλείται να αξιοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και χωρίς εφησυχασμό την περίοδο σχετικής ηρεμίας στα ελληνοτουρκικά. Διότι ο σκληρός πυρήνας των τουρκικών διεκδικήσεων παραμένει ακέραιος και η προσέγγιση της παροδικής αποσυμπίεσης, όπως την ονομάζω, είναι απολύτως ανεπαρκής. Για την Ελλάδα, οι προαναφερθέντες παράγοντες σε συνδυασμό με την δομική απειλή που σαφώς εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει η Τουρκία επιβάλλουν επαγρύπνηση και συνεχή επεξεργασία σεναρίων.
Όσοι νομίζουν ότι οι ήπιες περίοδοι στις σχέσεις μεταξύ δομικών αντιπάλων σημαίνουν ριζική αναδιάταξη των σχέσεών τους και, παρασυρόμενοι από αυτή την αντίληψη, οδηγηθούν να παραμελήσουν τον καθοριστικό ρόλο της περιφερειακής ισορροπίας ισχύος και τη διαρκή ανάγκη για ενίσχυση της αποτροπής, θα διαψευσθούν οικτρά.
Η δήθεν «μετα-πολιτική»: η επιλογή της παροδικής διανοητικής διεξόδου
Κλείνοντας, μια επισήμανση για την εσωτερικοπολιτική συγκυρία σε έναν ολοένα αυξανόμενοι αριθμό δυτικών πολιτικών συστημάτων. Οι προκλήσεις που προαναφέρθηκαν προφανώς αλληλεπιδρούν με την εσωτερική πολιτική, όμως οι συνδυασμοί διαφέρουν μεταξύ κρατών και μεταξύ ερεθισμάτων. Σε γενικές γραμμές, οι δυτικές κοινωνίες θα δοκιμαστούν τα επόμενα χρόνια καθώς θα εντείνεται η αναζήτηση νέων ισορροπιών μεταξύ των αυξημένων αναγκών ασφάλειας, των διακυμάνσεων της τρομοκρατίας, της διαχείρισης των ζητημάτων της μετανάστευσης και της ένταξης, καθώς και της υπεράσπισης του δυτικού τρόπου ζωής.
Ενώ η αυξανόμενη πολιτική και εκλογική πόλωση χαρακτηρίζει τις ΗΠΑ, σε αρκετά ευρωπαϊκά πολιτικά συστήματα αναδείχθηκε μια ισχυρή φιλελεύθερη κεντροδεξιά. Όμως αυτή η επικράτηση μιας κυβερνώσας δύναμης στο κέντρο, συνοδεύεται συχνά από τη διαμόρφωση ριζοσπαστικοποιημένων δεξιών μορφωμάτων και εξασθενημένων αριστερών κομμάτων.
Εκτός από τις ΗΠΑ, εκλογές σημαντικές για τις διεθνείς και τις ευρωπαϊκές ισορροπίες θα πραγματοποιηθούν το 2024 σε εθνικό επίπεδο στην Αυστρία, το Βέλγιο, το Αζερμπάϊτζάν, την Λευκορωσία, την Ρωσία και το Πακιστάν. Στη Γερμανία υπάρχουν οι προγραμματισμένες εκλογές σε τρία κρατίδια (Σαξονία, Θουριγγία, Βραδεμβούργο), αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο προσφυγής στις εθνικές κάλπες εάν η κυβερνητική συμμαχία υπό τον Σολτς δεν κατορθώσει να συγκεράσει τις απόψεις των τριών εταίρων (Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι, Φιλελεύθεροι) συγκρατώντας, παράλληλα, την ανοδική πορεία του ακροδεξιού AfD. Οι εγκυρότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 59% των πολιτών είναι υπέρ της διεξαγωγής πρόωρων εθνικών εκλογών.
Σημαντικές για τις ισορροπίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα είναι και οι ευρωεκλογές του Ιουνίου. Θα πρόκειται για δύσκολη και αμφίρροπη αναμέτρηση. Αναμένεται να επιβεβαιωθεί, σε ένα βαθμό, η άνοδος της Δεξιάς που καταγράφεται δημοσκοπικά, αλλά η πρώτη θέση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή να απειλείται σοβαρά από τις ανερχόμενες ακδροδεξιές δυνάμεις.
Επισημάναμε ότι η αυξανόμενη πολιτική και εκλογική πόλωση που συναντάται στις ΗΠΑ είναι απούσα σε αρκετές ευρωπαϊκές περιπτώσεις. Όμως στις τελευταίες, η επιβίωση ενός ισχυρού σχηματισμού στο κέντρο θα εξαρτηθεί όχι μόνον από εσωτερικές οικονομικές και θεσμικές εξελίξεις αλλά και από την επίδραση παραγόντων όπως αυτοί που προαναφέρθηκαν, από την διαχείριση της μετανάστευσης μέχρι την εμπλοκή ή/και την εξ αποστάσεως συμβολή σε περιφερειακές συγκρούσεις, διακρατικές διαμάχες με γείτονες ή και διακρατικούς πολέμους τρίτων.
Τίποτε από αυτά δεν αποτελεί «νέο» για την ιστορία των σχέσεων μεταξύ πολιτικής πράξης, πολιτικού λόγου, δημαγωγίας και διεθνών αλληλεπιδράσεων. Δεν υπάρχει «εποχή της μεταπολιτικής». Τα πολλά στοιχεία που συνθέτουν μια κοινωνική και πολιτική φάση μετασχηματίζονται συνεχώς, αποσυνδέονται, συνδυάζονται και επανασυνδέονται ξανά και ξανά. Υπάρχει όμως, αναμφίβολα, η εποχή της κατάχρησης όρων που, έχοντας προσδιοριστεί με παροιμιώδη ασάφεια, προσφέρονται για γρήγορη αλλά – φευ – ανεπαρκή όσο και προσωρινή διανοητική διέξοδο.
* Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής Ευρωπαϊκής και Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics και Καθηγητής της Έδρας Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στη Fletcher School of Law and Diplomacy της Μασαχουσέτης.