Του Νίκου Μελέτη
Σε εντατικό φλερτ προς την Ελλάδα με άγνωστη κατάληξη και απροσδιόριστο... βάθος επιδίδονται τις τελευταίες εβδομάδες σημαντικά στελέχη της αμερικανικής γραφειοκρατίας σε μια προσπάθεια που ενώ στοχεύει στην στήριξη της Ελλάδας, συγχρόνως όμως ερεθίζει την Άγκυρα που είναι ήδη εκτός ελέγχου τόσο λόγω της κρίσης των S400 αλλά και εξαιτίας του νέου σκηνικού που δημιουργείται στην Ανατολική Μεσόγειο από το οποίο η ίδια αισθάνεται αποκλεισμένη.
Το φλερτ προς την Ελλάδα κορυφώνεται την ίδια στιγμή που η κρίση των S400 έχει μπει στην τελική φάση της με το τελεσίγραφο το οποίο έχει επιδοθεί στην Τουρκία ώστε μέχρι την 31η Ιουλίου να αποφασίσει την ακύρωση της παραγγελίας του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος διαφορετικά θα έχει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες που αφορούν την σοβαρή ρήξη στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, και φυσικά τις αμερικανικές κυρώσεις που μπορεί να αποδειχθούν καταστροφικές για την ευάλωτη τουρκική Οικονομία.
Η κρίση στις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ κορυφώνεται όμως την στιγμή που η αμερικανική πολιτική παρά τα σκαμπανεβάσματα και τις αμφιταλαντεύσεις Τραμπ, στρέφεται και πάλι προς την Ανατολική Μεσόγειο και στην Μέση Ανατολή, που υπάρχει ο κίνδυνος η Ρωσία αλλά και το Ιράν να καλύψουν το κενό που δημιουργείται.
Η Ουάσιγκτον δεν επιθυμεί φυσικά να δει την Τουρκία να περνά τον Ρουβίκωνα, αλλά φυσικά δεν είναι διατεθειμένη να κρατήσει την Τουρκία έναντι οποιουδήποτε κόστους που τελικά θα καθιστούσε τις ΗΠΑ και την Δύση, ομήρους της Άγκυρας και του Τ.Ερντογαν.
Στην Ουάσιγκτον, με τις παρεμβάσεις κυρίως του ισραηλινού λόμπι αλλά και ελληνοαμερικάνικων οργανώσεων όπως η HALC, έχει διαμορφωθεί ένα σοβαρό μέτωπο εναντίον της πολιτικής του Τ.Ερντογαν και έχει αναδείξει την δυσπιστία και καχυποψία που πλέον υπάρχει έναντι του τούρκου ηγέτη και σε αυτό επενδύουν διαμορφωτές της εξωτερικής πολιτικής που προέρχονται κυρίως από συντηρητικά think tank αλλά και από τους «δεξιούς» Ρεπουμπλικάνους.
Η κινητοποίηση που υπήρξε απέδωσε μια σημαντική πρωτοβουλία το νομοσχέδιο Μενέντεζ-Ρούμπιο για την αμερικανική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο που αναγνωρίζει αναβαθμισμένο ρόλο στις χώρες της περιοχής Ισραήλ-Κύπρος -Ελλάδα -Αίγυπτος, υποστηρίχθηκε και στο Κογκρέσο και όπως αναφέρουν πληροφορίες έχει εξασφαλίσει ήδη την στήριξη και στα δυο νομοθετικά σώματα.
Η Ουάσιγκτον δεν θέλει πάντως αυτή την στιγμή και ενώ είναι ανοικτά σοβαρότατα θέματα να υπάρξει ένα ατύχημα στο Αιγαίο, που θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή κρίση στην περιοχή. Τα μηνύματα προς την Τουρκία είναι αρκετά ,αλλά απέχουν φυσικά από το να ερμηνευθούν ως καθαρή δήλωση στήριξης των ελληνικών θέσεων.
Ο Αμερικανός πρεσβευτής Τζεφρυ Πάιατ αναγνώρισε στην Ελλάδα ότι έχει αντιμετωπίσει με υπευθυνότητα «κάποιες αρκετά προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας» προσθέτοντας ότι «η Αθήνα έχει επιδιώξει με συνέπεια να κρατήσει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την Άγκυρα μέσω διαδικασίας για ΜΟΕ».
Αλλά και ο Πάτρικ Σαναχαν ο εκτελών χρέη Υπουργού Άμυνας χαρακτήρισε τις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο «επικίνδυνες κι αντιεπαγγελματικές πράξεις που δεν θα μας αποτρέψουν από το να πραγματοποιούμε τις επιχειρήσεις μας» όπως δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ο Αμερικανός πρεσβευτής μάλιστα ρωτήθηκε κατά πόσο οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να παρέμβουν προληπτικά για την αποφυγή μιας κρίσης στο Αιγαίο ή την Ανατολική Μεσόγειο, και η απάντηση του ήταν ότι «..Είμαστε σθεναρά αφοσιωμένοι στη συμμαχία μας με την Ελλάδα. Είμαστε σθεναρά αφοσιωμένοι στη δέσμευσή μας στην Ανατολική Μεσόγειο και ένα από τα πράγματα που είμαι πολύ περήφανος είναι το εύρος και το βάθος της στρατιωτικής μας συνεργασίας με την Ελλάδα…, Η ανακοίνωση του Πενταγώνου μετά την επίσκεψη του κ. Αποστολάκη περιγράφει τη στρατιωτική μας σχέση με την Ελλάδα ως μία από τις ισχυρότερες που έχουμε στην περιοχή. Αυτή η παρουσία νομίζω ότι είναι μια χειροπιαστή απόδειξη της δέσμευσης μας στο να στηρίξουμε την συμμαχική μας σχέση με την Ελλάδα και κάθε διάσταση αυτής»..
Με τέτοιες δηλώσεις πάντως η αμερικανική δημόσια διπλωματία θεωρεί ότι αποκαθιστά την εικόνα των ΗΠΑ στην Ελλάδα σε μια κοινή γνώμη που μέχρι πρόσφατα εμφορείτο από αντιαμερικανικά αισθήματα.
Δεν θα πρέπει όμως να δημιουργούνται παρερμηνείες και να θεωρείται ότι εάν υπάρξει η οποιαδήποτε τουρκική πρόκληση θα υπάρξει και αμερικανική παρέμβαση υπέρ της χώρας μας. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν στο Αιγαίο υπάρχει μια όχι και τόσο ξεκάθαρη στάση των Αμερικανών, που επισήμως δεν αναγνωρίζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο των 10 ν.μ. (όπως ακριβώς και η Τουρκία), συστηματικά αποδέχεται τον ισχυρισμό της Τουρκίας για υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης νησιών, ενώ συνεχίζει να θεωρεί τα Ίμια ως αμφισβητούμενη περιοχή.
Αλλά ακόμη κι αν υπάρξει στο μέλλον τουρκική πρόκληση με γεωτρύπανο η ερευνητικό στην θαλάσσια περιοχή του Καστελόριζου, η όποια αντίδραση των Αμερικανών δεν θα είναι παρά πολιτική ίσων αποστάσεων καθώς η Ελλάδα δεν έχει καταθέσει στον ΟΗΕ τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας της( που και πάλι φυσικά δεν συνιστά πλήρη κατοχύρωση) ούτε έχει ανακηρύξει και οριοθετήσει ΑΟΖ.
Πάντως η Τουρκία με την επιμονή των διαρκών παραβιάσεων του ΕΑΧ και των παραβάσεων στο FIR Αθηνών δεν θέλει μόνο να κρατά στην επικαιρότητα τις διεκδικήσεις της αλλά και να στρώσει το τραπέζι των συνομιλιών για τα ΜΟΕ την επόμενη εβδομάδα στην Τουρκία, στα οποία δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα και οι Αμερικανοί.
Η Άγκυρα παγίως μέσω της συζήτησης των ΜΟΕ επιχειρεί να εντάξει στην ατζέντα και το πλαίσιο των αμφισβητήσεων της εις βάρος της χώρας μας και αυτός εξάλλου είναι ο λόγος που δεν εφαρμόζονται πλήρως τα υπάρχοντα ΜΟΕ...
Τις αμέσως προσεχείς εβδομάδες πάντως και ενώ η Ελλάδα θα είναι στις ..διερευνητικές εντολές η στις τελετές παράδοσης παραλαβής των Υπουργείων η Τουρκία αναμένεται να προχωρήσει στο πρώτο βήμα που είναι η παρέμβαση της στην Κυπριακή ΑΟΖ. Με στόχο η απειλή τετελεσμένων, η επίκληση των δήθεν δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων (που η ίδια παραβιάζει με την γεώτρηση του Fatih) και η πρόκληση επικίνδυνης έντασης, να «φοβίσουν» τα πετρελαϊκές εταιρίες και τους επενδυτές και να διακοπεί η ανασταλεί το ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου. Η Κύπρος δείχνει σήμερα αρκετά έτοιμη να διαχειρισθεί μια τέτοια κρίση καθώς μην διαθέτοντας Πολεμικό Ναυτικό, θα αρκεστεί να καταγγείλει στον ΟΗΕ και σε διεθνή φόρα την Τουρκία και να ζητήσει φυσικά και την ενεργοποίηση των αποφάσεων της Ε.Ε για επιβολή κυρώσεων προς την Τουρκία.
Για την Ελλάδα τόσο η πρόκληση της Τουρκίας εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και πολύ περισσότερο κάθε προσπάθεια παρέμβασης εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, θα φέρει την ελληνική κυβέρνηση σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, καθώς θα γνωρίζει, ότι δεν αρκεί μεν μια ρηματική διακοίνωση για την απόκρουση των τετελεσμένων και συγχρόνως θα συνειδητοποιεί το μέγεθος των συνεπειών από μια δυναμική αντιμετώπιση. Η διαχείριση αυτής της κατάστασης και η εξεύρεση της σωστής ισορροπίας θα είναι ίσως η πιο σημαντική πρόκληση για την νέα κυβέρνηση στα πρώτα βήματα της.