Στο σύγχρονο Δυτικό κόσμο, που θεωρητικά διέπεται από φιλελεύθερες αρχές διακυβέρνησης, τα κράτη και οι διεθνείς διακυβερνητικοί οργανισμοί συνδιαχειρίζονται τις δημόσιες και παγκόσμιες υποθέσεις μαζί με τη λεγόμενη Κοινωνία των Πολιτών και τους φορείς της, που είναι οι γνωστές μας Μη-Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ).
Μετά το τέλος του Ψυχρού πολέμου, οι ΜΚΟ μονοπώλησαν την εκπροσώπηση της κοινωνίας των πολιτών στα δημόσια πράγματα. Στα μεγάλα ζητήματα, όπως η προστασία του περιβάλλοντος και η ισότητα των ανθρώπων, μόλις μερικές εταιρείες ανταποκρίθηκαν, υιοθετώντας εμφανώς ακτιβιστικό προφίλ, για λόγους μάρκετινγκ.
Στο σκληρό πυρήνα των πολιτικών και διεθνοπολιτικών ζητημάτων, ο χώρος των επιχειρήσεων έμεινε μακριά, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στις ΜΚΟ να εκπροσωπούν και να προωθούν τα συμφέροντα της πλειονότητας των πολιτών παγκοσμίως.
Αυτή η ουδέτερη στάση του επιχειρηματικού κόσμου άλλαξε με τα όσα συνέβησαν και όσα ακολούθησαν την πολιορκία και εισβολή δεκάδων χιλιάδων οπαδών του απερχόμενου αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τράμπ στο Καπιτώλιο – έδρα των δύο νομοθετικών σωμάτων της χώρας (Βουλή των Αντιπροσώπων και Γερουσία) και των θεματοφυλάκων της Συνταγματικής τάξης - στις 7 Ιανουαρίου 2021, την ώρα που επικύρωνε την εκλογική νίκη του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν στην Προεδρία.
Οι μεγαλύτερες πλατφόρμες επικοινωνίας, κοινωνικής δικτύωσης και συναλλαγών – ίσως οι μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες σήμερα στον κόσμο – ανέστειλαν, άλλες προσωρινά (Facebook, Instagram, TikTok, Twitch, Apple, κά.) και άλλες μόνιμα (Twitter, Reddit, Shopify, Paypal, Google App Store, κά.), λογαριασμούς που συνδέονται προσωπικά με τον Τραμπ και την εκστρατεία του ή λογαριασμούς οπαδών και υποστηρικτών του (QAnon, Parler, κά.), «νομιμοποιώντας» την πράξη τους με στοιχεία ότι μέσω αυτών των λογαριασμών προωθήθηκε συστηματικά το μίσος και ο διχασμός της κοινωνίας και ότι συνέβαλλαν στα έκτροπα που σημειώθηκαν την περασμένη εβδομάδα στην αμερικανική πρωτεύουσα.
Νωρίτερα, ο Πρόεδρος Τραμπ είχε οργανώσει και μιλήσει σε ανοικτή συγκέντρωση των οπαδών του, προτρέποντάς τους έμμεσα να πορευτούν προς το Καπιτώλιο και να ακυρώσουν με την δυναμική τους παρέμβαση τη διαδικασία που ήταν σε εξέλιξη ως προϊόν νοθείας. Νοθεία που δεν αποδείχθηκε από τις επίσημες έρευνες. Μετά τα γεγονότα στο Καπιτώλιο και το θάνατο πέντε ανθρώπων, πολλοί οπαδοί του Τραμπ χρησιμοποίησαν τα κοινωνικά δίκτυα για να καλέσουν τον κόσμο σε νέα πορεία, και αυτή τη φορά καλά οπλισμένοι, εναντίον του Καπιτωλίου στις 19 Ιανουαρίου.
Ενόψει αυτής της πρωτοφανούς κατάστασης, οι μεγαλύτερες πολυεθνικές πήραν σαφώς πολιτική θέση, με την ευρύτερη έννοια του όρου, σπάζοντας το μονοπώλιο των ΜΚΟ στην εκπροσώπηση της Κοινωνίας των Πολιτών στα δημόσια πράγματα. Με την αναστολή των λογαριασμών που συνέβαλλαν στα έκτροπα, έθεσαν ουσιαστικά όρια στην ελευθερία έκφρασης και πήραν θέση στην προστασία των πολιτών και των θεσμών της Δημοκρατίας, συμβάλλοντας καθοριστικά στην «ουδετεροποίηση» τοξικών τάσεων στους κόλπους της.
Το γεγονός αυτό σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή στους φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών και στην παγκόσμια διακυβέρνηση. Οι πολυεθνικές πλέον αμφισβητούν έμπρακτα τον ρόλο και την αποτελεσματικότητα των ΜΚΟ να εκπροσωπούν την κοινωνία και τα συμφέροντά της.
Ως σύγχρονοι γεω-επιχειρηματίες, ισχυρές πολυεθνικές παρεμβαίνουν πλέον στον σκληρό πυρήνα των πολιτικών εξελίξεων και αλλάζουν αποτελεσματικά το σκηνικό στο πεδίο και στη πολιτική αντιπαράθεση όταν αυτή διεξάγεται με όρους βίας. Δηλώνουν έτσι το δικό τους «παρών» στην Πολιτική και στη φιλελεύθερη διακυβέρνηση, αναλαμβάνουν ρόλο προώθησης μιας άλλης κουλτούρας στον κοινωνικό και πολιτικό διάλογο, και επιβάλλουν νέους κανόνες στο πολιτικό παιχνίδι.
Για όσους κατακρίνουν τη στάση αυτών των πολυεθνικών εταιρειών μετά τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, θυμίζω ότι το Twitter, για παράδειγμα, ήταν το αγαπημένο και κύριο μέσο του Ντόναλντ Τραμπ να επικοινωνεί με τους οπαδούς του, να κερδίσει τις εκλογές του 2016, να ασκήσει τα καθήκοντά του ως προέδρου (προσλαμβάνοντας ή απολύοντας κόσμο με ένα tweet…) και να λειτουργεί ως πλανητάρχης.
Αναμφίβολα οι σύγχρονοι γεω-επιχειρηματικοί όμιλοι δεν είναι Σταυροφόροι της Ηθικής. Έχουν τα δικά τους συμφέροντα και τη δική τους αντίληψη περί «κέρδους». Έχουν δημιουργήσει μέσω της τεχνολογίας μια νέα κατάσταση στη ζωή των πολιτών και της Πολιτικής και κυριαρχούν. Θέλουν, ωστόσο, να διαμορφώσουν μια δική τους κουλτούρα στην επικοινωνία των ανθρώπων, συμβατή με τις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.
Κάνοντας τον δικηγόρο του διαβόλου, θα μπορούσαμε ακόμη να ισχυριστούμε ότι ενδεχομένως να υπάρχει μια μακιαβελική στρατηγική πίσω από την γεω-επιχειρηματική παρέμβαση στην πολιτική κρίση στις ΗΠΑ. Να είδαν οι πολυεθνικές την κρίση ως ευκαιρία νομιμοποίησής τους στα πολιτικά πράγματα (και ενδεχομένως από-νομιμοποίησης των ΜΚΟ, γι' αυτό και προκλήθηκαν αντιδράσεις από σημαντική μερίδα εκπροσώπων των ΜΚΟ) ή να υπάρχει μια συναλλαγή του παραδοσιακού «συστήματος» μαζί τους με αντάλλαγμα μια πιο απαλή προσέγγιση των θεσμών σε ζητήματα ανταγωνισμού ή φορολόγησης. Είναι μία πιθανότητα. Όμως πλέον τα πράγματα λειτουργούν λίγο πιο χαοτικά από ότι φανταζόμαστε και είναι δύσκολο να κρυφτούν ή να οργανωθούν τέτοιες καταστάσεις.
Κανείς όμως δεν έχει το ηθικό πλεονέκτημα να κουνήσει το δάκτυλο στους σύγχρονους γεω-επιχειρηματίες για τη δυναμική τους παρέμβαση στην προστασία των πολιτών, της κοινωνίας και των θεσμών από μπαχαλάκηδες και υβριστές που λειτουργούν με όρους βίας. Ούτε ακόμη και οι ΜΚΟ, των οποίων ο ρόλος σε μείζονα ζητήματα δημόσιας πολιτικής και προστασίας της κοινωνίας (πχ. πανδημίες, μεταναστευτικό, περιβάλλον, κά.) κουβαλά αμαρτίες ή ενδείξεις διαφθοράς και συναλλαγής με ιδιοτελή, κρατικά και μη, συμφέροντα.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν θα δούμε πολλά γεγονότα. Θα προκύψουν αδιανόητα, για εμάς σήμερα, ζητήματα και διλήμματα. Ο γεω-επιχειρηματικός ρόλος των πολυεθνικών εταιρειών ήρθε, έσπασε το μονοπώλιο των ΜΚΟ, και θα αποτελεί εφεξής μια πραγματικότητα που θα κριθεί όχι τώρα, αλλά σε βάθος χρόνου.
* Ο Βασίλης Κοψαχείλης είναι Διεθνολόγος