Οι προσδοκίες από το πρώτο κρίσιμο «κρας τεστ»
Ελληνοτουρκικά

Οι προσδοκίες από το πρώτο κρίσιμο «κρας τεστ»

Η σημερινή συνάντηση του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη με τον Τ. Ερντογάν είναι η δεύτερη επαφή στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο μέσα σε λίγους μήνες. Είναι ενδεικτικό για το πώς προχωρούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Τα δεδομένα που εξακολουθούν να ισχύουν αυτούς τους μήνες είναι πρώτον, η ηρεμία. 

Η τουρκική αεροπορία εξακολουθεί να απέχει από τον εναέριο χώρο του Αιγαίου, το ίδιο και το τουρκικό πολεμικό ναυτικό. Είναι σαν να μην επιχειρεί καθόλου στο Αιγαίο και την Ανατ. Μεσόγειο. Και αυτό, χωρίς αμφιβολία είναι ένα πολύ ηχηρό μήνυμα για το πώς η Τουρκία αντιμετωπίζει την τρέχουσα κατάσταση.

Άρα έχουμε μια Τουρκία, η οποία δεν προκαλεί σε κανένα επίπεδο και ακόμα και όταν τα πράγματα μπορεί να δείχνουν ένταση, η Άγκυρα λειτουργεί «πυροσβεστικά». Επιπλέον, όλοι οι τρίτοι επιθυμούν να δουν επιτέλους μια διπλωματική διέξοδο στην ελληνοτουρκική διελκυστίνδα.

Και μπορεί αυτό να είναι διαχρονικό και οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί να θέλουν την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και την επίλυση των διαφορών, αλλά τη στιγμή αυτή, αυτό το δεδομένο προσδίδει ιδιαίτερο στρατηγικό βάρος.

Από την πλευρά της η Ελλάδα ακολουθεί την πάγια πολιτική δεκαετιών. Από την εποχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή επιδιώκει λύση της ελληνοτουρκικής διαφοράς στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Αυτά είναι τα δεδομένα που εξακολουθούν να ισχύουν τους τελευταίους μήνες.

Η συνάντηση των δύο ηγετών έχει δύο διαστάσεις, όπου και οι δύο,  είναι στοιχεία του στρατηγικού περιβάλλοντος.

Το ένα είναι το συμβολικό. Δηλαδή, οι δύο ηγέτες είναι αποφασισμένοι να συναντιούνται με κάθε ευκαιρία, με κάθε αφορμή. Η δεύτερη διάσταση είναι η ουσιαστική. Δηλαδή θέλουν να στέλνουν ένα μήνυμα, ότι ο πολιτικός έλεγχος της διαδικασίας που πρόκειται να ξεκινήσει, θα είναι στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. 

Έχουμε μπροστά μας την έναρξη μιας διαδικασίας, η οποία έχει συμφωνηθεί και επιβεβαιώθηκε στη συνάντηση των ΥΠΕΞ. Δηλαδή τη θετική ατζέντα, τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και βεβαίως, πάνω απ' όλα, το ζητούμενο που είναι το πιο σημαντικό απ' όλα. 

Εάν τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά, εάν σταθεροποιούνται οι προσδοκίες και φαίνεται πως πάμε προς μια ουσιαστική διαπραγμάτευση, τότε αυτό θα συντηρήσει την καλή ατμόσφαιρα στο Αιγαίο και την ηρεμία που και οι δύο χώρες έχουν ανάγκη αυτήν τη στιγμή, για διαφορετικούς λόγους. 

Ας μην ξεχνάμε πως στα μέσα Οκτωβρίου ξεκινά ο πολιτικός διάλογος, ο οποίος δεν έχει σχέση με τις τεχνοκρατικού, υπηρεσιακού χαρακτήρα διερευνητικές επαφές. Επί της ουσίας είναι σαν να γυρνάμε πολλά χρόνια πίσω, όταν στη δεκαετία του 1970, υπό το βάρος της τουρκικής εισβολής και κατοχής στην Κύπρο, είχε επιχειρηθεί και με πρωτοβουλία της ελληνικής πλευράς, της κυβέρνησης Κων. Καραμανλή, ένας ουσιαστικός διάλογος, για να λυθούν τα ζητήματα. Τελικά, χωρίς επιτυχία.

Είμαστε πολύ μακριά ακόμα από το να δούμε φως στην άκρη του τούνελ. Η συζήτηση για την προσφυγή στη διεθνή δικαιοσύνη, είναι χρήσιμη στο επίπεδο της δημόσιας συζήτησης, αλλά δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα.

Θα περάσει πολύς καιρός, θα απαιτηθεί πολλή προσπάθεια, ουσιαστικός διάλογος, αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και κυρίως αναδίπλωση της τουρκικής πλευράς από της μαξιμαλιστικές της θέσεις, για να αρχίσουμε να συζητάμε για την προοπτική της Χάγης και της διεθνούς δικαιοσύνης, γενικότερα.

Αυτό δεν σημαίνει ότι στη διαπραγματευτική στρατηγική της χώρας, δεν αποτελεί βασικό στόχο, αν και σε κάθε στάδιο αυτής της διαδικασίας η ελληνική πλευρά στο βαθμό που το επιτρέπει και η συμπεριφορά της Τουρκίας, πρέπει να επιδιώκει να εμπεδώσει τον στόχο αυτό, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης.

Δηλαδή ότι στο τέλος, αν δεν επιλύσουμε τις διαφορές μας με την Τουρκία, δεν θα πρέπει να καταρρεύσει η διαδικασία, αλλά να συζητήσουμε σοβαρά για την προσφυγή στη διεθνή δικαιοσύνη.

*Ο Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.