Του Γιάννη Κουτσομύτη
Οι διεθνείς παράγοντες δεν ήθελαν να εμπλακούν ενεργά στον πόλεμο που μαίνεται στο εσωτερικό της Λιβύης, φοβούμενοι έναν πολυετή εγκλωβισμό σε μια αδιέξοδη αλλά και πολυέξοδη σύγκρουση. Όμως οι στρατιωτικές επιτυχίες του «Λιβυκού Εθνικού Στρατού» υπό τον Στρατηγό Χάφταρ και το σοβαρό ενδεχόμενο να καταληφθεί η Τρίπολη και να καταρρεύσει η «Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας» υπό τον «Πρωθυπουργό Φαγιέντ αλ-Σαράζ», προκάλεσαν την ενεργοποίηση της Τουρκίας.
Η Άγκυρα θέλει να αποτρέψει πάση θυσία την πτώση του αλ-Σαράζ και κυρίως την κατάρρευση της ισλαμιστικής πολιτοφυλακής που εδρεύει στη Μισράτα, η οποία έχει μετατραπεί de facto σε τουρκικό μίνι-προτεκτοράτο. Τις δυνάμεις του στρατάρχη Χαφτάρ, ο οποίος έχει τη στήριξη του εκλεγμένου Κοινοβουλίου, ενισχύουν με αφανείς τρόπους η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ιορδανία και η Ρωσία, σε βαθμό που ο εμφύλιος πόλεμος της Λιβύης να τείνει να εξελιχθεί σε έναν ενδοαραβικό πόλεμο με έντονο ιδεολογικό υπόβαθρο. Οι δυνάμεις που στηρίζουν την «Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας» είναι κυρίως ισλαμιστές και οπαδοί της Μουσουλμανικής Αδερφότητας, ενώ οι δυνάμεις υπό το Κοινοβούλιο τάσσονται υπέρ μια κοσμικής μορφής του Ισλάμ και φανατικά κατά των Ισλαμιστών.
Τα Ηνωμένα Έθνη κάνουν απεγνωσμένες προσπάθειες εδώ και χρόνια για να δρομολογήσουν μια πολιτική επίλυση της σύγκρουσης αλλά οι διαφωνίες είναι αγεφύρωτες ανάμεσα στις δυο πλευρές, κυρίως για το είδος του πολιτεύματος που θα διέπει τη χώρα, όπως και το εύρος των εξουσιών της μελλοντικής κεντρικής κυβέρνησης, των τριών επαρχιών και των διαφόρων φυλών.
Τους τελευταίους μήνες κεντρικό ρόλο στις προσπάθειες ειρήνευσης ανέλαβε η Γερμανία, με απώτερο σκοπό την ανακοπή των μεταναστευτικών ροών στην Κεντρική Μεσόγειο μέσω της Λιβύης. Γίνονται προσπάθειες ώστε τους πρώτους μήνες του νέου χρόνου να διεξαχθεί Διεθνής Διάσκεψη στο Βερολίνο, με σκοπό να καταλήξουν οι δυο πλευρές υπό το βάρος των διεθνών πιέσεων σε μια αρχική συμφωνία ειρήνευσης. Η πλευρά του Στρατού και του Κοινοβουλίου όμως δεν έχει ιδιαίτερα κίνητρα για να προσέλθει σε μια δεσμευτική Διάσκεψη, τη στιγμή που έχει ισχυρό στρατηγικό πλεονέκτημα στο πεδίο της μάχης και ελπίζει βάσιμα να κάμψει οριστικά την αντίσταση των ισλαμιστών στην Τρίπολη και να κερδίσει συνολικά τον εμφύλιο πόλεμο, επιβάλλοντας τους δικούς τους όρους για την μεταπολεμική Λιβύη.
Αυτή την ανισορροπία δυνάμεων επιχειρεί να ανατρέψει η Τουρκία με το Μνημόνιο Στρατιωτικής Συνεργασίας που υπέγραψαν ο Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Φαγιέντ αλ-Σαράζ στις 28 Νοεμβρίου στην Άγκυρα. Το ζήτημα είναι σε ποιο βαθμό είναι έτοιμος ο Τούρκος ηγέτης να επέμβει δυναμικά στη Λιβύη, επιχειρώντας να ανατρέψει το σκηνικό, καθώς μια τουρκική παρέμβαση είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει την παρέμβαση της Αιγύπτου, των ΗΑΕ και της Ιορδανίας, ενώ ήδη πολλοί αναλυτές στις αραβικές χώρες μιλούν για επανάληψη των πολέμων του 19ου αιώνα ανάμεσα στους Άραβες και την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Οι μεγάλες δυνάμεις ΗΠΑ και Ρωσία ανησυχούν για το ενδεχόμενο αναβάθμισης του εμφυλίου πολέμου στη Λιβύη σε έναν περιφερειακό πόλεμο, αν και δεν φαίνονται έτοιμες να παρέμβουν σε βαθμό που θα ακύρωνε τα σχέδια της Τουρκίας. Ο Πρόεδρος Τραμπ είναι εξαιρετικά απασχολημένος με την υπόθεση της παραπομπής του σε δίκη στη Γερουσία και δεν δείχνει ούτως ή άλλως να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη Λιβύη. Μεγαλύτερο είναι το ενδιαφέρον της Ρωσίας, η οποία έχει στείλει (ή έχει επιτρέψει να σταλούν) δυνάμεις Ρώσων μισθοφόρων του γνωστού Wagner Group που ανήκει στον Ρώσο ολιγάρχη Γεβγκένι Πριγκόζιν, ο οποίος λειτουργεί ουσιαστικά ως το μακρύ χέρι του Κρεμλίνου. Κρίσιμη θα πρέπει να θεωρείται η συνάντηση που θα πραγματοποιηθεί ανάμεσα στον Βλ. Πούτιν και τον Τ. Ερντογάν στις 7 Ιανουαρίου με αφορμή τα εγκαίνια του TurkStream στην Τουρκία και, όπως έχει ήδη ανακοινώσει το Κρεμλίνο, στη συνάντηση αυτή θα συζητηθεί το σχέδιο της τουρκικής παρέμβασης.
Εντελώς άβουλη και αμέτοχη δείχνει να είναι στο ζήτημα η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς υπάρχουν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις ανάμεσα στα κράτη-μέλη για τη λύση που πρέπει να επιδιώξει η ΕΕ. Η υπόθεση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο με την ενεργό κινητοποίηση της Ελλάδας σε διεθνές πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο υπέρ του Κοινοβουλίου και κατά της «Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας», λόγω της υπογραφής των προκλητικά παράνομων μνημονίων με την Τουρκία. Η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να αποτρέψει τα σχέδια της Τουρκίας στη Λιβύη, αν και είναι σχεδόν απίθανο να εμπλακεί άμεσα ή έμμεσα στρατιωτικά. Θα μπορούσε όμως, εάν υπάρχει σχετική εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, σε συνεργασία με την Αίγυπτο να δυσκολέψει τη διέλευση τουρκικών αεροσκαφών και πολεμικών πλοίων προς τη Λιβύη, αλλά και να ζητήσει την ενεργοποίηση του στρατιωτικού σκέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είναι σημαντικό επίσης να συνυπολογίσει κανείς το πολύ βαρύ κλίμα που υπάρχει κατά της Τουρκίας στο αμερικανικό Κογκρέσο. Ουσιαστικά αυτή τη στιγμή τα σχέδια του Ερντογάν αλλά και συνολικά η οικονομική και γεωπολιτική σταθερότητα της Τουρκίας εξαρτάται από αν θα συνεχίσει να καθυστερεί ο Ντ. Τραμπ την εισαγωγή στη Γερουσία του νομοσχεδίου για βαριές κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Εάν τελικά εισαχθεί είναι εξαιρετικά πιθανό να υπερψηφιστεί με πλειοψηφία άνω των δυο τρίτων. Με τον τρόπο αυτό ο αμερικανός πρόεδρος δεν θα μπορέσει να βοηθήσει τον «φίλο» του Ταγίπ Ερντογάν, αρνούμενος την υπογραφή των κυρώσεων.