Έρχεται νομισματική κρίση
Shutterstock
Shutterstock

Έρχεται νομισματική κρίση

Εδώ και καιρό, το αφήγημα γύρω από τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο επικεντρώνεται κυρίως στην επιβολή δασμών: ποιος φορολογεί τι, ποιες χώρες ανταποδίδουν, ποιοι κλάδοι πλήττονται. Όμως πίσω από τη ρητορική των δασμών και την επιφανειακή εικόνα εμπορικών συγκρούσεων, κρύβεται μια πολύ βαθύτερη, πιο τεχνοκρατική και επικίνδυνη σύγκρουση: ο νομισματικός πόλεμος μέσω των ισοτιμιών. Ένας πόλεμος για την αναδιανομή της παγκόσμιας ισχύος, με το δολάριο στο επίκεντρο. Τις τελευταίες μέρες το κινεζικό γουάν ξεκίνησε να υποτιμάται έναντι του δολαρίου, για να απορροφήσει ένα μέρος των δασμών που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ.

Μια αναθεωρητική νομισματική στρατηγική, μπορεί να ξαναγράψει τους κανόνες του παγκόσμιου νομισματικού και εμπορικού παιχνιδιού. Οι δασμοί για τις ΗΠΑ, δεν είναι αυτοσκοπός. Εκτός των δασμών σε κρίσιμους τομείς για λόγους εθνικής ασφαλείας (στη χαλυβουργία, στο αλουμίνιο, στη φαρμακευτική, στους ημιαγωγούς κλπ.), οι υπόλοιποι δασμοί είναι απλώς εργαλεία πίεσης για να αυξηθούν οι εξαγωγές των ΗΠΑ με τις χώρες που έχουν εμπορικά ελλείμματα μέσω διμερών συμφωνιών.

Εάν οι δασμοί δεν έχουν αποτέλεσμα, το επόμενο «όπλο» για την εξάλειψη των εμπορικών ελλειμμάτων θα αφορά το νόμισμα, δηλαδή την ισχύ του δολαρίου και την πρόθεση των ΗΠΑ να ελαφρύνουν το «βάρος» της νομισματικής τους κυριαρχίας ως αποθεματικό νόμισμα, το οποίο λειτουργεί τελικά εις βάρος της ίδιας της αμερικανικής παραγωγής. Τα τεραστία εμπορικά ελλείμματα των ΗΠΑ και το δημόσιο χρέος, θα μπορούσαν να μειωθούν εάν το δολάριο υποτιμηθεί, καθώς θα γινόταν φθηνότερες οι εξαγωγές των ΗΠΑ. Όμως ως αποθεματικό νόμισμα το δολάριο έχει ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση και έτσι δεν υποτιμάται για να φθηνύνουν οι εξαγωγές των ΗΠΑ και να μειωθεί το εμπορικό έλλειμμα.

Εδώ βρίσκεται η ουσία της ανατροπής: Το «υπερβολικό προνόμιο» του δολαρίου δεν είναι προτέρημα, αλλά βάρος. Η συνεχής παγκόσμια ζήτηση για δολάρια κρατά την ισοτιμία ψηλά, υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα της αμερικανικής μεταποίησης και διευρύνοντας το εμπορικό έλλειμμα. Η ρίζα της αποβιομηχάνισης, δεν είναι μόνο οι εισαγωγές από την Κίνα, αλλά το ισχυρό δολάριο που δεν μπορεί να υποτιμηθεί, οπότε καθιστά τις αμερικανικές εξαγωγές ακριβές και τις ξένες εισαγωγές φθηνές.

Επί πλέον οι ΗΠΑ μπορεί να ακολουθήσουν μια άλλη στρατηγική μείωσης της ισοτιμίας του δολαρίου, μέσω των ομολόγων με μια πρόταση για αναδιάρθρωση του τρόπου με τον οποίο χρηματοδοτείται το αμερικανικό δημόσιο χρέος. Κύρια ιδέα είναι να μετατραπεί η κατοχή αμερικανικών ομολόγων σε λιγότερο ελκυστική υπόθεση για ξένες κυβερνήσεις και επενδυτές. Αυτό μπορεί να γίνει επανατιμολογώντας τους τίτλους με όρους λιγότερο ωφέλιμους (π.χ. πολύ χαμηλής απόδοσης ή ακόμη και διαρκούς διάρκειας) ή μέσω επιβολής τέλους χρήσης στους κατόχους των ομολόγων

Είναι μια έξυπνη και επικίνδυνη μέθοδος για να μεταφερθεί μέρος του κόστους της χρηματοδότησης των ΗΠΑ στους συμμάχους. Όποιος θέλει τη σταθερότητα του δολαρίου και την προστασία της αμερικανικής στρατιωτικής ομπρέλας, θα πληρώνει – άμεσα ή έμμεσα.

Το πλέον ενδεδειγμένο είναι να γίνει μια νέα έκδοση του Bretton Wood ή όπως την συμφωνία Plaza Accords του 1985, όταν οι G7 συντονίστηκαν για να απαιτήσουν από την Ιαπωνία να μην κρατά πλέον τεχνητά υποτιμημένο το νόμισμα της.

Αλλά εδώ τίθεται το θεμελιώδες ερώτημα, πώς θα αντιδράσει η παγκόσμια κοινότητα σε μια προσπάθεια των ΗΠΑ να καθορίσουν μονομερώς τους κανόνες του παιχνιδιού; Το 1985 στόχος ήταν η Ιαπωνία, στενή σύμμαχος όπου αντιμετωπίστηκαν τα υπερβολικά πλεονάσματα και οι αθέμιτες πρακτικές της στο τότε διεθνές εμπόριο. Σήμερα ο κύριος αντίπαλος είναι η Κίνα με πάνω από $1.000 δις εμπορικό πλεόνασμα, μια πυρηνική δύναμη, γεωπολιτικός ανταγωνιστής και παγκόσμια μεταποιητική υπερδύναμη. Δεν είναι καθόλου σαφές ότι θα συναινέσει σε μια νέα «Plaza», που θα λειτουργεί προς όφελος των ΗΠΑ.

Οι κίνδυνοι για ύφεση, κραχ και απώλεια εμπιστοσύνης μπορεί να εμφανιστούν εάν οι ΗΠΑ επιχειρήσουν να καταστήσουν λιγότερο ελκυστικά τα ομόλογά τους, χωρίς να έχουν εναλλακτικά σενάρια χρηματοδότησης του τεράστιου χρέους, οπότε κινδυνεύουν να χάσουν την εμπιστοσύνη των αγορών. Κι αυτό, σε έναν κόσμο που βασίζεται στο δολάριο, θα μπορούσε να προκαλέσει παγκόσμιο οικονομικό σοκ.

Οι εμπειρίες του 1987 – όταν οι διακυμάνσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες μετέφεραν την αστάθεια στα χρηματιστήρια – λειτουργούν ως προειδοποιητικό παράδειγμα. Η διατάραξη της εύθραυστης ισορροπίας μεταξύ νομισμάτων, επιτοκίων και κεφαλαιακών ροών έχει τη δύναμη να προκαλέσει παγκόσμια αναταραχή.

Οι ΗΠΑ μπορεί να θέλουν να επανεφεύρουν τον παγκόσμιο ρόλο των ΗΠΑ, μετατρέποντας την νομισματική τους ισχύ από εργαλείο παγκόσμιας σταθερότητας, σε εργαλείο εσωτερικής ανάκαμψης. Αυτό όμως συνεπάγεται σοβαρές συνέπειες για το διεθνές σύστημα. Το να αμφισβητήσεις την παγκόσμια λειτουργία του δολαρίου, να απειλήσεις την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών ή να παίζεις με τις κεφαλαιακές ροές, είναι πράξεις μεγάλης ευθύνης.

Επίσης, θα μπορούσαν αν προβούν σε επανατιμολόγηση του χρυσού. Η αναθεώρηση της λογιστικής αξίας του χρυσού που κατέχουν τα αμερικανικά αποθέματα θα μπορούσε να ενισχύσει τη νομισματική βάση του δολαρίου και να λειτουργήσει ως συμβολική «επιστροφή» σε έναν μεταμοντέρνο κανόνα χρυσού – χωρίς να απαιτείται πλήρης μετατροπή ή δέσμευση σε αποθέματα.

Εκείνο όμως που θα ήταν η καλύτερη στρατηγική θα ήταν μια παγκόσμια νομισματική συμφωνία. Θα μπορούσε να προωθηθεί ένα νέο νομισματικό τύπου Bretton Woods. Μια συμφωνία με αναπροσαρμογές στις ισοτιμίες των νομισμάτων που θα περιορίζει τα συστημικά εμπορικά πλεονάσματα και ελλείμματα, προάγοντας μεγαλύτερη παγκόσμια συμμετρία και σταθερότητα.

Ίσως, το σημαντικότερο όλων είναι η κατανόηση ότι μια ισχυρή και ανθεκτική οικονομία δεν μπορεί να βασίζεται διαχρονικά στην εισαγωγή φθηνών προϊόντων. Αυτό το μοντέλο – αν και βολικό για τους καταναλωτές – είχε τεράστιο κόστος καθώς συμβάλει στη διάλυση της μεσαίας τάξης, στην απώλεια θέσεων εργασίας, στην αποβιομηχάνιση και στις κοινωνικές ανισότητες.

Για να συμβούν όλα αυτά, απαιτείται πρώτα η εγκατάλειψη της παλιάς, δογματικής πεποίθησης ότι οι αγορές είναι παντοδύναμες και αυτορυθμιζόμενες. Η ιδέα ότι το ελεύθερο εμπόριο είναι πάντα και παντού ωφέλιμο, είναι μια θεωρητική κατασκευή χωρίς πρακτική εφαρμογή στις παγκόσμιες πραγματικότητες του 21ου αιώνα, διότι αποδείχθηκε ότι κάποιες χώρες διεξάγουν αθέμιτο ανταγωνισμό, κρατώντας τεχνικά υποτιμημένο το νόμισμα τους, με κρατική ενίσχυση σε «επιλεγμένες» επιχειρήσεις, με δάνεια με χαμηλό επιτόκιο σε εξαγωγικές εταιρίες, με ευνοϊκή πρόσβαση σε υποδομές και φθηνή γη, ακόμα και οι περιβαλλοντικές εξαιρέσεις, είναι μορφές έμμεσης επιδότησης. Το τελικό αποτέλεσμα είναι φθηνό κόστους για τον εξαγωγέα που συσσωρεύει τεράστια εμπορικά πλεονάσματα, και άνισος ανταγωνισμός για τον παραγωγό της χώρας που εισήγαγε αυτά τα αγαθά.

Ίσως, ήρθε η ώρα οι ΗΠΑ να ξανασκεφτούν τον ρόλο τους στο παγκόσμιο οικονομικό οικοδόμημα. Όχι ως υποστηρικτής ενός αφελούς, ανεξέλεγκτου ελευθερισμού, αλλά ως υπεύθυνος σχεδιαστής μιας νέας παγκόσμιας αρχιτεκτονικής σε συνεργασία τουλάχιστον με τους συμμάχους τους. Και αυτό πρέπει να γίνει πριν ξεκινήσει η υποτίμηση του δολαρίου. Μια υποτίμηση κατά 20% του δολαρίου και με δασμούς 25%, κάνει τις εισαγωγές για τους Αμερικανούς 45% ακριβότερες και τις εξαγωγές των ΗΠΑ 20% φθηνότερες για τις άλλες χώρες.


*Ο Ατσαλάκης Γιώργος είναι οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης και Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.