Η επιστολή Σινιρλίογλου, ο οποίος εκπροσωπεί το βαθύ κράτος της Τουρκίας, συνιστά σοβαρή αναβάθμιση του τρόπου που η Άγκυρα εκφράζει τις διεκδικήσεις και τα αιτήματα της σε fora όπως o OHE. Με βάση όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, καθώς δεν έχουμε διαβάσει το ακριβές κείμενο της επιστολής, αυτό το οποίο υποστηρίζεται είναι ότι εφόσον δεν τηρείται η αποστρατιωτικοποίηση από πλευράς μας, αίρεται η κυριαρχία των νησιών.
Δηλαδή αυτό που λέει η τουρκική πλευρά είναι πως τα νησιά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα με βάση τη συνθήκη της Λοζάνης και των Παρισίων με τον όρο πως θα μείνουν μία αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη. Άρα, σύμφωνα με αυτή τη συλλογιστική, από τη στιγμή που δεν είναι αποστρατιωτικοποιημένα, τίθεται σε αμφισβήτηση το καθεστώς τους.
Έτσι κι αλλιώς ξέραμε και από παλαιότερες διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους ότι πίσω από τη ρητορική περί αποστρατιωτικοποίησης, δεν κρύβεται στ’ αλήθεια ο φόβος τους πως η Ελλάδα είναι εξοπλισμένη στα νησιά και υπάρχει κίνδυνος να στραφεί εναντίον τους, καθώς δεν έχουμε επιθετικές βλέψεις. Η Τουρκία είναι αποδεδειγμένα επιθετική δύναμη, όπως αποδεικνύεται στην Κύπρο, τη Συρία, το Ιράκ, τη Λιβύη κι όπου βρίσκει τη δυνατότητα.
Ο λόγος που η Άγκυρα θέτει τόσα χρόνια το ζήτημα, με αποκορύφωμα το τελευταίο διάστημα, είναι πως θέλει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις αμφισβήτησης της κυριότητας ελληνικών νησιών βραχονησίδων και βράχων, επί μίας απόλυτα έωλης νομικής βάσης. Ισχυρίζεται δηλαδή πως εφόσον η Ελλάδα πήρε τα νησιά με τον όρο της αποστρατιωτικοποίησης, δεν μπορεί πια να τα έχει υπό την κυριαρχία της, εφόσον δεν τηρεί τους όρους της παραχώρησης. Άρα το επόμενο βήμα είναι να ανοίξει η συζήτηση σε ποιον ανήκουν αυτά τα νησιά. Αν και δεν είμαι νομικός, έγκριτοι συνάδελφοι έχουν εξηγήσει το αυτονόητο, πως δηλαδή το εν λόγω επιχείρημα είναι εντελώς αθεμέλιωτο.
Όμως θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε αυτή την ενέργεια, διότι η Τουρκία θεωρεί ότι της δίνει τη δυνατότητα να δείχνει προς τη διεθνή κοινότητα ότι δεν είναι αυτή η χώρα-παραβάτης του διεθνούς δικαίου, όπως την κατηγορούμε. Δεν είναι αυτή που αμφισβητεί και παραβιάζει συμφωνίες και συνθήκες, αλλά αντίθετα θέλει να δείξει πως είναι η Ελλάδα που το πράττει.
Η Τουρκία αναφέρεται σε αυτό το ζήτημα, και για να διαμορφώσει ένα πλαίσιο, σύμφωνα με το οποίο θα αυξηθεί η πίεση προς την Ελλάδα για να αποστρατιωτικοποιήσει κάποια νησιά ή να μειώσει τις δυνάμεις της εκεί. Μάλιστα σε συζητήσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές στο παρελθόν, οι Τούρκοι έχουν πει πως είναι διατεθειμένοι να μεταφέρουν προς τα πίσω τη «Στρατιά του Αιγαίου». Να τη μετατοπίσουν δεκάδες χιλιόμετρα δηλαδή, προκειμένου να επιτύχουν την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Ούτε αυτό βέβαια είναι κάτι πειστικό, ούτε είναι κάτι που η Ελλάδα μπορεί να δεχθεί. Αν ποτέ η Τουρκία επιτύγχανε την αποστρατιωτικοποίηση, κάτι το οποίο δεν πρόκειται να συμβεί, τότε θα ήμασταν πάρα πολύ ευάλωτοι απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα.
Υπάρχουν δύο βασικές αντιφάσεις άλλωστε σε αυτή τη συλλογιστική, πέρα του ισχυρισμού της Τουρκίας, ο οποίος δεν έχει κάποια νομική βάση. Η πρώτη είναι ότι η Τουρκία φέρεται να υποστηρίζει πως ότι η Ελλάδα απειλεί τη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή. Νομίζω ότι ακόμα και ο πιο καλοπροαίρετος μπορεί να κατανοήσει το τραγελαφικό του πράγματος.
Η δεύτερη αντίφαση είναι ότι η χώρα της οποίας ο πρόεδρος από το 2017 και έπειτα άνοιξε ζήτημα αναθεώρησης της συνθήκης της Λοζάνης, ζητά την πιστή τήρησή της.
* O Κωνσταντίνος Φίλης είναι Εκτελεστικός Διευθυντής ΙΔΙΣ & αναλυτής διεθνών θεμάτων του AΝΤ1