Ένα από τα κρίσιμα ερωτήματα που προκύπτουν μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το αν… και πώς θα διαμορφωθεί μία σχέση συνεργασίας στα θέματα Άμυνας και Ασφάλειας, τόσο μεταξύ τους ως βασικών μερών, όσο και μεταξύ ΗΒ και κρατών - μελών της Ένωσης σε διμερές επίπεδο. Με άλλα λόγια ποια θα είναι η αναγκαστική «επικοινωνία» μετά το …διαζύγιο, μιας και αναμφίβολα δημιουργούνται νέα δεδομένα, τα οποία κανένα μέρος για λόγους που θα αναφέρουμε παρακάτω, δεν επιθυμεί να προκαλέσουν προβλήματα στα ίδια αλλά και στην υφιστάμενη Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική Ασφαλείας.
Αναντίρρητα η διαχρονική στάση του Λονδίνου απέναντι στην ενίσχυση του αμυντικού χαρακτήρα της ΕΕ στα πλαίσια της Κοινής Πολιτικής Εξωτερικών και Ασφάλειας (CSFP) και ιδιαίτερα της Κοινής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας (CSDP) ήταν αρνητική. Εύλογο λοιπόν το ερώτημα «μα γιατί οι Βρετανοί να θέλουν τότε να συνεχίσουν να συνεργάζονται με την ΕΕ στον τομέα αυτό»; Κατ’ αρχήν μην ξεχνάμε ότι η Συμφωνία του St Malo την 4 Δεκ 1998, μεταξύ Σιράκ και Μπλαίρ ήταν αυτή που αποτέλεσε το «εναρκτήριο λάκτισμα» της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας (ESDP). Κάτι που σημαίνει ότι οι Βρετανοί ήθελαν την ΕΕ στρατιωτικά ικανή … «τόσο…όσο»!
Με την συγκρότηση του δεύτερου πυλώνα της ΕΕ, όπως μέχρι το 2009 τον αποκαλούσαμε, οδηγηθήκαμε στην ανάπτυξη δομών και δυνατοτήτων για να φθάσουμε και στο Άρθρο 42 της Συνθήκης της ΕΕ (Συνθήκης της Λισαβώνας) και όσα μετά έχουν γίνει. Δεν δημιουργήθηκε όμως «Ευρωστρατός», όπως αρκετοί λανθασμένα στην Ελλάδα ακόμα αφελώς πιστεύουν. Από την στιγμή που οι φιλοδοξίες της Ένωσης για «Στρατηγική Αυτονομία» δεν προκαλούσαν υποβάθμιση του ΝΑΤΟ, που διατηρεί την πρωταρχική ευθύνη της Άμυνας και της εδαφικής προστασίας των κρατών-μελών, οι Βρετανοί συμμετείχαν σε όλες τις δραστηριότητες και προγράμματα ιδιαίτερα των σχετιζομένων με την Αμυντική Βιομηχανία τους.
Το ΗΒ ως Δύναμη Μεσαίου Μεγέθους, αλλά με πλανητικά γεωστρατηγικά συμφέροντα, εκτιμά ότι αυτά θα υποστηριχθούν καλύτερα μέσω κάποιας ειδικής συνεργασίας με την ΕΕ, αλλά και άλλης στενότερης με τα βασικά μέλη της σε διμερές ή ακόμα σε πολυμερές επίπεδο. Το κομμάτι αυτό είναι διαφορετικό από το εμπόριο που εκ φύσεως είναι ανταγωνιστικό και ως διακυβερνητικό βρίσκεται εκτός του υπερεθνικού πυρήνα της ΕΕ που προκαλεί «αλλεργία» στην πλειονότητα των Βρετανών. Επιπροσθέτως υπάρχει βασική συναντίληψη απέναντι στις προκλήσεις ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ήπειρος και η γειτονιά της.
Από την άλλη μεριά η ίδια η ΕΕ και τα περισσότερα μέλη της, επιθυμούν «την επικοινωνία» αν όχι και την στενή συνεργασία με το ΗΒ ως Τρίτη χώρα στον τομέα της Άμυνας και της Ασφάλειας, μέσα στο πλαίσιο που έχει καθοριστεί στην Κοινή Διακήρυξη ΝΑΤΟ-ΕΕ ( NATO-EU Joint Declaration) των γνωστών 11 σημείων του Ιουλίου 2018. Οι αμυντικοί «μύες» της ΕΕ αναμφίβολα αδυνατίζουν σημαντικά με την αποχώρηση του ΗΒ από την ΕΕ και η πλήρης απομάκρυνση θα εξασθενούσε ακόμα περισσότερο την παγκόσμια θέση της, πέρα από τα άλλα δομικά και …υπαρξιακά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ίδια. Το ΗΒ ήταν μέχρι σήμερα η πέμπτη χώρα σε συνεισφορά σε αποστολές της ΕΕ μετά την Γαλλία, Ιταλία Γερμανία και Ισπανία. Δοθείσης αυτής της ευκαιρίας να θυμίσουμε ότι οι αποστολές που μπορεί να αναλάβει η ΕΕ στα πλαίσια της ΚΠΑΑ περιορίζονται σε αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας, πρόληψης συγκρούσεων και επιχειρήσεις διατήρησης ειρήνης, επιχειρήσεις αφοπλισμού, στρατιωτικών συμβούλων και λοιπής στρατιωτικής βοήθειας και επιχειρήσεις σταθεροποίησης μετά από πολεμική σύγκρουση. Δεν μιλάμε δηλαδή για πολεμικές επιχειρήσεις υψηλής εντάσεως όπως αυτές που μπορεί να αναλάβει το ΝΑΤΟ.
Κρίνεται λοιπόν σκόπιμο να επισημανθεί ότι στην Πολιτική Διακήρυξη της ΕΕ-ΗΒ της 28 Νοεμβρίου 2018 (Άρθρα 92-104) έχει ήδη συμφωνηθεί το πλαίσιο των αρχών πάνω στο οποίο θα εδράζεται η συνεργασία των δύο μερών στο τομέα Άμυνας και Ασφάλειας. Ουδόλως όμως πρόκειται για πολιτική ευθυγράμμιση στο θέμα της ΚΠΑΑ. Είναι βέβαιο ότι θα αναζητηθεί μία ειδική σχέση, ίσως με το καθεστώς ενός προνομιακού παρατηρητή κατά περίπτωση (ad hoc) στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων (FAC) και στην Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας (PSC) όταν υφίσταται θέμα που πρέπει να συνεξετασθεί. Επίσης το Λονδίνο θα ήθελε μία επίσης προνομιακή σχέση στο Ευρωπαϊκό Ταμείο για την Άμυνα (EDF) στο οποίο υπάρχει πρόβλεψη 13 δισ. ευρώ για την περίοδο 2020-2027. Το ίδιο και με τον Ευρωπαϊκό Αμυντικό Οργανισμό (EDA) που είναι το βασικό εργαλείο που προωθεί την αμυντική συνεργασία σε επίπεδο δυνατοτήτων και τεχνολογίας. Και βέβαια έχουμε και την Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (Permanent Structured Cooperation-PESCO) που περιλαμβάνει όλα τα μέλη της ΕΕ πλην Δανίας και Μάλτας και για την οποία συζητείται η συμμετοχή τρίτων χώρων, αλληθωρίζοντας προς τους Βρετανούς οι οποίοι κατά αξιοπερίεργο τρόπο τώρα βλέπουν πιο θετικά μιας μορφής συμμετοχής από όταν ήταν μέλη της ΕΕ.
Σε κάθε περίπτωση το ΗΒ παραμένει σήμερα μία σημαντική Πολιτική και Στρατιωτική Δύναμη με πυρηνικό οπλοστάσιο, είναι Μόνιμο Μέλος του ΣΑ/ΟΗΕ και για αυτόν τον λόγο καθίσταται σημαντικός εταίρος σε οποιαδήποτε στρατηγική αμυντική συνεργασία. Προσανατολίζεται λοιπόν σε διμερείς ή πολυμερείς στρατηγικές σχέσεις σχετικά με την Ευρώπη, από την οποία όπως όλοι οι Βρετανοί αξιωματούχοι τονίσουν δεν φεύγουν αν και αποχώρησαν από την ΕΕ.
Το Λονδίνο δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην στρατιωτική συνεργασία με την Γαλλία που βασίζεται στην Συμφωνία του Lancaster House της 2 Νοεμβρίου 2010 (Κάμερον – Σαρκοζύ) και ενισχύθηκε τον Ιανουάριο 2018 από την Τερέζα Μέι και τον Εμμανουέλ Μακρόν. Η Γαλλοβρετανική αυτή αμυντική συνεργασία εστιάζεται σε τρία βασικά πεδία. Στο επιχειρησιακό, στο βιομηχανικό και στο πεδίο της πυρηνικής αποτροπής, περιλαμβάνει συνοπτικά λοιπόν Διακλαδική Εκστρατευτική Δύναμη, Βιομηχανική Συνεργασία για μείζονα κοινά εξοπλιστικά προγράμματα και Τεχνολογική Συνεργασία στον εκσυγχρονισμό του Πυρηνικού Οπλοστασίου. Αξίζει να μνημονεύσουμε ότι η Γαλλία διαθέτει 203 χιλ. ενεργές ΕΔ ενώ το ΗΒ 150 χιλ., οι αμυντικές δαπάνες στην Γαλλία ανέρχονται σε 41 δις, ενώ στο ΗΒ 47 δις με 300 πυρηνικές κεφαλές έναντι 215 πυρηνικές κεφαλές το ΗΒ.
Πέρα όμως από την Στρατηγική Αμυντική Συνεργασία με την Γαλλία η οποία πλέον αναδεικνύεται ως ισχυρός πόλος της Ευρώπης στον τομέα αυτό, το Βρετανικό Αμυντικό «Κατεστημένο» βλέπει θετικά και τις δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Επέμβασης (European Intervention Initiative-Ε2Ι) στο οποίο ήδη συμμετέχει. Σε αυτή την Πρωτοβουλία η οποία είναι εκτός δομών ΝΑΤΟ και ΕΕ συμμετέχουν πλέον 14 χώρες, (Βέλγιο, Δανία, Εσθονία, Φιλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Σουηδία και Ρουμανία) και σύμφωνα με πληροφορίες ενδιαφέρεται (και πολύ σωστά θεωρώ) να ενταχθεί και η χώρα μας. Χωρίς θεσμοθετημένες δομές και δυνάμεις ακόμα, την βλέπουμε κατ’ αρχήν ως μία «Λέσχη» την οποία τα μέλη τους θα ήθελαν να την μετασχηματίσουν σε κάτι παραπάνω (σημ. Θα δημοσιευτεί σύντομα στο Liberal ειδικό άρθρο-ανάλυση για αυτή την Πρωτοβουλία).
Τέλος ας μην ξεχνάμε ότι η Γαλλία και η Γερμανία έχουν αρχίσει να ομιλούν για ένα Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ασφαλείας (European Security Council), σχετιζόμενο με τις προκλήσεις ασφαλείας της Ευρώπης και το οποίο σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις «καλοβλέπει» και το Λονδίνο. Αν και απέχει πολύ από το να πάρει σάρκα και οστά αυτή η ιδέα, οι Ε3 δηλαδή το ΗΒ, η Γαλλία και η Γερμανία την βλέπουν ως μία νέα πανευρωπαϊκή συνεργασία που θα κρατήσει το ΗΒ συνδεδεμένο με την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια. Ίσως να αποτελέσει και ένα θεσμικό μέσο όπου θα μπορούσαν να συνεργαστούν τα μέλη της με το ΗΒ εκτός του πλαισίου της ΕΕ. Υπάρχουν όμως πολλές επιφυλάξεις από τους άλλους Ε3 λιγότερο μεγάλους όπως η Πολωνία, η Ιταλία και η Ισπανία. Και αυτό το θέμα θα αναλυθεί λόγω του υψηλού ενδιαφέροντος στο Liberal πολύ σύντομα.
Οι απειλές και οι κίνδυνοι για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια είναι πλέον προσδιορισμένοι και επί δεκαετίες έχει διαμορφωθεί σε ΕΕ και ΗΒ μία συναντίληψη αντιμετώπισής τους με τις στρατηγικές προτεραιότητες να βρίσκονται σε μεγάλη σύγκλιση.
Αναζητούνται λοιπόν τρόποι τόσο από την ΕΕ και τις μεγάλες Ευρωπαϊκές χώρες όσο και από το ΗΒ για μία συνεργασία στον τομέα Άμυνας και Ασφάλειας η οποία θα είναι χαλαρή και ad hoc με την Ένωση και πιο στενή μέσω διμερών και πολυμερών εναλλακτικών πρωτοβουλιών όπως οι προαναφερθείσες. Τελικά είναι άλλο πράγμα η Στρατηγική Αυτονομία της ΕΕ και άλλο η Στρατηγική Αυτονομία της Ευρώπης για την οποία το Λονδίνο διάκειται ευνοϊκά εκτιμώντας ότι με αυτόν τον τρόπο υποστηρίζει και τα δικά του συμφέροντα.