Του Γιάννη Μαντζίκου
Την ώρα που η σημαντικότερη συγχώνευση αμυντικών βιομηχανιών για το 2019 ήταν αυτή των United Technologies και Raytheon οι οποίες αποφάσισαν να δημιουργήσουν μία νέα εταιρεία αξίας 121 δισ. δολαρίων, το «ανακάτεμα» της τράπουλας συνεχίζεται στον τομέα αεροδιαστημικής και αμυντικού εξοπλισμού.
Η παραπάνω συγχώνευση των εταιρειών περιμένει το τελικό «νεύμα» της Αμερικανικής κυβέρνησης, η οποία όπως αναφέρουν έμπειροι αναλυτές δεν αναμένεται να φέρει εμπόδια. Παρά τους αρχικούς δισταγμούς του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η υπεύθυνη υφυπουργός Άμυνας Έλεν Λόρντ τόνισε τον περασμένο Αύγουστο ότι «εκτός συγκλονιστικού απρόοπτου, η συμφωνία θα εγκριθεί». Η Raytheon είναι γνωστή για το σύστημα αντιπυραυλικής και αντιαεροπορικής άμυνας Patriot και τους πυραύλους Κρουζ που είναι γνωστοί με την ονομασία Τόμαχοκ. Η United Technologies είναι γνωστή για τις μηχανές Pratt and Whitney, που χρησιμοποιούνται τόσο σε στρατιωτικά όσο και σε πολιτικά αεροσκάφη και κινούν μεταξύ άλλων το μαχητικό πολλαπλών ρόλων F-35, ένα από τα πιο προηγμένα στον πλανήτη.
Πριν λίγες μέρες, η Leidos με έδρα την Βιρτζίνια η οποία ειδικεύεται στα πληροφοριακά αμυντικά συστήματα ανακοίνωσε την εξαγορά της Dynetics αντί 1,6 δις δολαρίων και μάλιστα όπως αναφέρεται «cash», σύμφωνα με την έγκυρη ιστοσελίδα Defense One. Η Leidos κατάφερε νωρίτερα φέτος να γίνει μια από τις λίγες εταιρείες παγκοσμίως που ολοκλήρωσαν με επιτυχία ταξίδι αυτόνομου πλοίου από το Σαν Ντιέγκο στη Χαβάη. H Dynetics ασχολείται με την κατασκευή υπερηχητικής τεχνολογίας, drone και μικρών πυρομαχικών. Σύμφωνα με τους ειδικούς, το 25% των εσόδων της προέρχονται από τον τομέα της αεροδιαστημικής, 25% από τα συστήματα πληροφοριών και ηλεκτρονικού πολέμου και το 20% από τα μη επανδρωμένα συστήματα. Όλοι αυτοί οι τομείς αναμένεται να αποτελέσουν την «ραχοκοκαλιά» του συνολικού προϋπολογισμού του Πενταγώνου τα επόμενα πέντε έως 10 χρόνια εκτιμά η ιστοσελίδα Washington Technology.
Εξάλλου, τον Σεπτέμβριο του 2018, η Science Applications International (SAIC) είχε ανακοινώσει την εξαγορά της Engility Holdings (EGL) έναντι 2,5 δισ. δολαρίων δημιουργώντας έτσι τον δεύτερο μεγαλύτερο ανεξάρτητο πάροχο τεχνολογικών υπηρεσιών για τις κυβερνητικές υπηρεσίες στις ΗΠΑ, ενώ ένα μήνα αργότερα ακολούθησε η συγχώνευση ανάμεσα στις Harris και L3 αξίας 16 δισ. δολαρίων.
Με βάση τα παραπάνω, η τάση που διαφαίνεται τα τελευταία χρόνια στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, τουλάχιστον όσον αφορά τον τομέα της αμυντικής έρευνας και τεχνολογίας και η οποία δείχνει όλο και περισσότερες συγχωνεύσεις και εξαγορές, αναμένεται να συνεχιστεί σύμφωνα με τον με τον Μπάιρον Καλάν της Capital Alpha Partners.