Του Ιωάννη Λεοντακιανάκου*
Ειδυλλιακή εικόνα εμφανίζεται στα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.) για το 2017, καθώς επικεντρώνονται στην εξάρθρωση και σύλληψη ισχυρών συμμοριών ναρκωτικών και στην μείωση των ανθρωποκτονιών και των τροχαίων ατυχημάτων.
Κανείς δεν δύναται να κατηγορήσει την ΕΛ.ΑΣ. για την προβολή της επιτυχημένης αντιμετώπισης τέτοιων σοβαρών εγκλημάτων. Ωστόσο, διαπιστώνεται ότι οι ανθρωποκτονίες μπορεί να έχουν μειωθεί στο σύνολο τους, αλλά σε αυτές εμπλέκονται (ως θύτες) όλο και περισσότεροι καθημερινοί άνθρωποι, γεγονός που αναδεικνύει ότι ο θύτης αφενός αισθάνεται πως μπορεί να διαλάθει της σύλληψης και αφετέρου θεωρεί πως, κι' αν ακόμα συλληφθεί, η ποινή είναι διαχειρίσιμη (σε μερικά χρόνια θα αποφυλακισθεί). Σε ότι αφορά στα τροχαία ατυχήματα, η μείωσή τους είναι δεδομένη, καθώς αυξάνεται το μήκος των σύγχρονων και ασφαλέστερων αυτοκινητοδρόμων στην χώρα.
Όμως, τι γίνεται με τους τομείς παραβατικότητας που επηρεάζουν την καθημερινότητα του Έλληνα πολίτη και αυξάνουν το αίσθημα ανασφάλειας του;
Πρώτον, η μικρο-εγκληματικότητα, δυστυχώς, ανθεί και τα στοιχεία έρχονται να αποτυπώσουν το δράμα και την αγωνία των εκατομμυρίων πολιτών πού πέφτουν θύματα των κακοποιών. Κανείς δεν αισθάνεται ασφαλής, ακόμη και μέσα στο σπίτι του, ειδικά όταν για πολλά από αυτά τα αδικήματα οι δράστες αφήνονται ελεύθεροι βάσει του νόμου Παρασκευόπουλου. Οι αριθμοί έρχονται να επιβεβαιώσουν την συνεχιζόμενη, χρόνο με τον χρόνο, υποβάθμιση της ασφάλειας του πολίτη.
Τα στοιχεία για το έτος 2017 δείχνουν ότι:
-Έγιναν περισσότερες από 143 χιλιάδες συλλήψεις ατόμων για πράξεις κακουργηματικού και πλημμεληματικού χαρακτήρα, από τους οποίους οι 74 χιλιάδες περίπου ενέχονταν σε ανθρωποκτονίες, ληστείες και διαρρήξεις.
- Ο αριθμός των διαρρήξεων-κλοπών που δηλώθηκαν άγγιξε τις 76 χιλιάδες. Όμως είναι γνωστόν ότι είναι πολύ μεγαλύτερος αφού πολλές «επιθέσεις», κυρίως στην επαρχία, δεν δηλώνονται καν στα ελάχιστα αστυνομικά τμήματα πού υπάρχουν και λειτουργούν με μεγάλες ελλείψεις.
- Σε χιλιάδες συμπολίτες μας κλάπηκε το αυτοκίνητο ή το μηχανάκι τους, καθώς κατεγράφησαν περισσότερες από 34 χιλιάδες κλοπές τροχοφόρων (έναντι 26 χιλιάδων το 2016).
- Σχεδόν 5 χιλιάδες πολίτες έπεσαν θύματα κλοπής στα μέσα μαζικής μεταφοράς (αύξηση 20% έναντι του προηγούμενου έτους) και άλλοι 10 χιλιάδες σε δημόσιο χώρο.
- 608 ιεροί ναοί έγιναν στόχοι διαρρηκτών (τα δύο προηγούμενα έτη).
- Πραγματοποιήθηκαν, καθ' όλη την διάρκεια του έτους, κοντά στις 4 χιλιάδες διαδηλώσεις-συγκεντρώσεις, στις οποίες διετέθησαν περισσότεροι από 100 χιλιάδες αστυνομικοί.
Δεύτερον, τα τελευταία χρόνια, το μεταναστευτικό, με τα εγκληματικά λάθη διαχείρισής του από την κυβέρνηση και το αφήγημα της ότι πρόκειται για πρόσφυγες ροές να καταρρέει, έρχεται να προκαλέσει την ελληνική κοινωνία και να αυξήσει το αίσθημα ξενοφοβίας σε σημαντικό αριθμό συμπολιτών μας.
Ο αριθμός των εγκλωβιζομένων προσφύγων και μεταναστών στην χώρα μας συνεχώς αυξάνεται. Από το 2015 έως σήμερα, πάνω από 300 χιλιάδες αλλοδαποί, εισήλθαν παράνομα και εγκλωβίσθηκαν στην Ελλάδα, με άλλους να στοιβάζονται σε κέντρα προσφύγων – μεταναστών, τα περισσότερα από τα οποία παρέχουν απαράδεχτες συνθήκες διαβίωσης και έχουν εξελιχθεί σε άντρα διακίνησης ναρκωτικών, εμπορίου λευκής σάρκας και βιασμών και με άλλους να περιφέρονται, προσπαθώντας να επιβιώσουν, ανά την επικράτεια.
Είναι πλέον συνηθισμένο φαινόμενο η αναφορά σε συμβάντα που σχετίζονται με τους μετανάστες, όπως:
“Κόλαση το hot spot της Μόριας. Διεθνής διασυρμός για τη χώρα οι απάνθρωπες συνθήκες στο κέντρο προσφύγων – μεταναστών”.
“Ένταση στην Ειδομένη. Μετανάστες και πρόσφυγες έχουν κλείσει και τα δυο ρεύματα κυκλοφορίας”.
“Μετανάστες από το Κέντρο Φιλοξενίας της Μαλακάσας διαμαρτυρήθηκαν για τις συνθήκες κράτησής τους, μπαίνοντας στην Εθνική Οδό Αθηνών-Λαμίας και διακόπτοντας την κυκλοφορία, κάνοντας κατάληψη στο οδόστρωμα”.
“Εξέγερση προσφύγων και μεταναστών που κρατούνται στο κέντρο κράτησης της Μόριας σημειώθηκε το βράδυ της Τετάρτης”.
“Οι νησιώτες ετοιμάζουν «απόβαση» στην Αθήνα για το μεταναστευτικό”.
Τρίτον, η Ελλάδα καταλαμβάνει την πρώτη θέση στις τρομοκρατικές επιθέσεις από αναρχικούς και αντιεξουσιαστές. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Europol η χώρα μας και, δευτερευόντως η Ιταλία και η Ισπανία αποτελούν τις μόνες χώρες της ΕΕ που αντιμετωπίζουν φαινόμενα αναρχικής τρομοκρατίας. Οι αναρχικές ομάδες στην Ελλάδα διατηρούν υψηλού επιπέδου επιχειρησιακές δυνατότητες για ένοπλο αγώνα εντός κατοικημένων περιοχών, έχουν πρόσβαση σε στρατιωτικού τύπου οπλισμό και αποτελούνται από χιλιάδες «μαχητές» νέας γενιάς (πολλοί από τους οποίους είναι αλλοδαποί) με καθοδηγητές μεγαλύτερους που παρέμειναν στον αναρχο-αντιεξουσιαστικό χώρο από τις προηγούμενες γενεές.
Η ΕΛ.ΑΣ φαίνεται να αδυνατεί να περιορίσει τόσο τις ενέργειες χαμηλής έντασης/βίας όπως οι καταλήψεις γραφείων κομμάτων, οι ρίψεις φέιγ-βολάν, οι επιθέσεις σε πρεσβείες, εταιρείες, ΜΜΕ, όσο και τις επιθέσεις υψηλής έντασης όπως οι επιθέσεις εναντίον αστυνομικών τμημάτων και αστυνομικών δυνάμεων. Η δημιουργία περιοχών «άβατων», όπως η περιοχή των Εξαρχείων, με τις αστυνομικές δυνάμεις να μην δύνανται να επιχειρήσουν εντός αυτών, καθώς και το γεγονός ότι ελάχιστα άτομα έχουν συλληφθεί και από αυτά ακόμη λιγότερα έχουν τιμωρηθεί, επιδεινώνει το αίσθημα ανασφάλειας των πολιτών.
Τέταρτον, η ύπαρξη περιοχών «γκέτο» (Ζεφύρι, Ασπρόπυργος, Χωματερή Άνω Λιοσίων, Αυλίζα Αχαρνών, Φάρσαλα, Πάτρα, κ.α.), όπου ο έλεγχος έχει περάσει τα τελευταία χρόνια σε ομάδες Ρομά από χώρες των Βαλκανίων. Σε αυτές γίνεται εκτεταμένη διακίνηση ναρκωτικών, εμπόριο όπλων και σκουπιδιών και έχει δημιουργηθεί η «μαφία των καταυλισμών» με τις συμμορίες «υψηλής παραβατικότητας» να τρομοκρατούν τους φιλήσυχους κατοίκους και τους διερχόμενους πολίτες, επιβάλλοντας τον νόμο της σιωπής. Αστυνομικοί, όσες φορές επιχείρησαν να ελέγξουν καταγγελίες για παραβάσεις, δέχθηκαν επιθέσεις, με αποτέλεσμα η ΕΛ.ΑΣ να αδυνατεί να δράσει, χωρίς να προγραμματίσει, εκ των προτέρων, ολόκληρη αστυνομική επιχείρηση με μεγάλο αριθμό δυνάμεων.
Πέμπτον, η ανομία έχει εγκατασταθεί στους χώρους των ανωτάτων/ανωτέρων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας. Συγκεκριμένα, μέσα στην εξαετία 2011-2017 κατεγράφησαν 358 περιστατικά σε 19 ελληνικά ιδρύματα, με τις επιθέσεις βίας (κάθε είδους) κατά πανεπιστημιακών να αποτελούν ένα σημαντικό ποσοστό. Επιπρόσθετα, ομάδες αναρχο-αυτόνομων καταλαμβάνουν χώρους με το «έτσι θέλω» (π.χ., Ρουβίκωνας στην Φιλοσοφική Σχολή πανεπιστημίου Αθηνών), δημιουργώντας τα δικά τους «ακτιβιστικά στέκια», έμποροι ναρκωτικών, «βαποράκια» και χρήστες συναλλάσσονται και κάνουν χρήση μπροστά στα μάτια καθηγητών και φοιτητών, τέλος, αλλοδαποί εγκαθιστούν υπαίθριες αγορές παραεμπορίου.
Συνοψίζοντας, οι πανεπιστημιακοί χώροι έχουν κατακλυσθεί από άτομα που εκμεταλλευόμενα το «πανεπιστημιακό άσυλο», υλοποιούν το ρητό «μπάτε σκύλοι αλέστε» σε βάρος του εκπαιδευτικού ρόλου των ιδρυμάτων, των καθηγητών και των φοιτητών που εξαναγκάζονται να λειτουργούν υπό το καθεστώς φόβου και τις πρυτανικές, δικαστικές, αστυνομικές αρχές, καθώς και τον υπουργό παιδείας να ρίχνουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλον.
Η παρουσίαση όλων των παραπάνω στοιχείων μας οδηγεί στο πολύ δυσάρεστο αποτέλεσμα, ό,τι η ωμή πραγματικότητα δηλώνει πως η Ελλάδα διολισθαίνει, συνεχώς με την πάροδο του χρόνου, στο να μετατραπεί σε χώρα στην οποία οι κάτοικοι της βιώνουν τεράστιο πρόβλημα ασφάλειας.
Η κυβερνητική ανοχή σε ένα μεγάλο τμήμα του παζλ της παραβατικότητας έχει δημιουργήσει ένα ασφυκτικό κλίμα φόβου στον μέσο Έλληνα πολίτη. Την τελευταία τετραετία η κυβέρνηση με συνεχείς ενέργειες της αφενός αποδυναμώνει την αποτελεσματικότητα των αστυνομικών αρχών και αφετέρου «σφυρίζει αδιάφορα» ή και υποθάλπει (κατά μία έννοια) σημαντικούς τομείς της εγκληματικότητας στην χώρα.
Οι κυβερνώντες και το φιλο-πολιτικό τους περιβάλλον αντιμετωπίζουν την αστυνομία ως έναν αντιδημοκρατικό θεσμό (μεταεμφυλιακή οπτική του χωροφύλακα) και όχι ως τον βραχίονα μιας δημοκρατικής χώρας που προασπίζει την ασφάλεια των πολιτών. Στην διάρκεια της διακυβέρνησης τους, κατήργησαν δομές και ενοποίησαν άλλες, που διέθεταν την εκπαίδευση και την εμπειρία για αντιμετώπιση συγκεκριμένων κατηγοριών παραβατικότητας, για να δημιουργήσουν μια «λαϊκή αστυνομία» στο πλευρό του πολίτη σε 24ωρη βάση.
Οι εντολές προς την ΕΛ.ΑΣ για μη βίαιη αντίδραση στις δεχόμενες επιθέσεις από τους, οποιασδήποτε ταυτότητας, «μπαχαλάκηδες» έχει μετατρέψει την αστυνομία σε «σάκο του μποξ» και της στερεί την δυνατότητα για ορθό σχεδιασμό, κατασταλτική δράση, συλλήψεις και οδήγηση των ενόχων ενώπιον της δικαιοσύνης.
Ο νόμος «Παρασκευόπουλου» (Ν. 4322/2015), μέσω των διατάξεων του οποίου, στυγεροί κακοποιοί αποφυλακίζονται ή λαμβάνουν άδειες απουσίας (με κάποιους να μην επιστρέφουν ποτέ και να επιδίδονται σε ακόμη πιο ειδεχθή εγκλήματα), καθώς και νομολογία που ελαφρύνει πολλά από τα ποινικά αδικήματα έχουν αποθρασύνει τα κακοποιά στοιχεία.
Υπουργοί παιδείας που καλούν τους φοιτητές να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους και να καθαρίσουν τους πανεπιστημιακούς χώρους και επιτροπές που υποστηρίζουν την ανάγκη διαλόγου με την κάθε «συλλογικότητα» και «παραβατική» ομάδα δεν δημιουργούν μόνο λύπη για την εθνική «κατάντια» μας, αλλά και φόβο για το ποιοι διαχειρίζονται το μέλλον των παιδιών μας.
Το συμπέρασμα είναι πασιφανές και καταδεικνύει ότι η ελληνική κοινωνία, ενώ ασφυκτιεί κάτω από την πίεση της οικονομικής κρίσης που βιώνει τα τελευταία χρόνια με την κατάσταση στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο να βρίσκεται στο ναδίρ, καλείται να αντιμετωπίσει και την έλλειψη ασφάλειας σε προσωπικό, οικογενειακό και επαγγελματικό επίπεδο.
Σήμερα, ο Έλληνας πολίτης αισθάνεται τελείως ανασφαλής και η αίσθηση αυτή γίνεται ακόμη χειρότερη καθώς επιβεβαιώνει την ανικανότητα του κράτους (εκούσια και ακούσια) να τον προστατεύσει.
Ωστόσο, οι εκλογές πλησιάζουν και καλόν θα είναι οι μεν εξερχόμενοι «προς άγραν» της λαϊκής ψήφου που φιλοδοξούν να κυβερνήσουν τον τόπο να λάβουν σοβαρά υπόψη τους το θέμα της ασφάλειας των πολιτών, οι δε ψηφοφόροι να κρίνουν με σύνεση και αντικειμενικότητα το κάθε κόμμα και αυτούς τους ίδιους τους υποψηφίους αφενός το τι έχουν πράξει στο παρελθόν και αφετέρου τις προγραμματικές εξαγγελίες και υποσχέσεις τους, καθώς «μετά την απομάκρυνση από την κάλπη ουδέν λάθος αναγνωρίζεται».
* Ο κ. Ιωάννης Λεοντακιανάκος είναι Αντιναύαρχος (ε.α.) Π.Ν., κάτοχος M.Sc. in Computer Science (Naval Postgraduate School, Monterey, CA, USA) και Μεταπτυχιακού Διπλώματος στη Ναυτική Επιστήμη και Στρατηγική (Σχολή Πολέμου Ναυτικού).