Σε λίγες μέρες, ο πρωθυπουργός θα πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στη Ρωσία σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Δυστυχώς, τα σύννεφα του πολέμου πυκνώνουν πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα. Η συγκέντρωση δεκάδων χιλιάδων Ρώσων στρατιωτών στα σύνορα με την Ουκρανία έχει οξύνει τις σχέσεις της Μόσχας με τη Δύση, με τις δύο πλευρές να αλληλοκατηγορούνται. Υπάρχει πλέον σοβαρό ενδεχόμενο να ξεσπάσει πόλεμος Ρωσίας - Ουκρανίας που θα έχει μόνο ηττημένους. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα έντασης, η ελληνική πλευρά βρίσκεται αντιμέτωπη με τρεις μύθους και τρεις αλήθειες.
Πρώτος μύθος: Η Αθήνα μπορεί να παίξει διαμεσολαβητικό ρόλο
Πρόκειται για διακαή πόθο αρκετών ελληνικών κυβερνήσεων που συχνά υπερεκτιμούν τις δυνατότητες τους (π.χ. Δήλωση Τσίπρα στη Μόσχα Μάρτιος 2015). Η Αθήνα δεν έχει πλέον το διπλωματικό κεφάλαιο για να διαδραματίσει έναν διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία. Η εμβάθυνση των σχέσεων με τις ΗΠΑ μπορεί να ήταν μια ορθή στρατηγική επιλογή, αλλά έχει παράπλευρη απώλεια την ειδική μας σχέση με τη Ρωσία. Έτσι και αλλιώς, το Κρεμλίνο μας αντιμετωπίζει ως αναπόσπαστο κομμάτι της Δύσης.
Δεύτερος μύθος: Η Ελλάδα πρέπει πάντα να ταυτίζεται με τις επιλογές της Δύσης
Καταρχάς η Δύση δεν αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο χωρών. Αλλιώς αντιμετωπίζει η Αμερική τη Ρωσία και αλλιώς η Γερμανία και η Γαλλία. Ακόμα και μέσα στην ίδια την Αμερική υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις σε ότι αφορά τις σχέσεις με τη Μόσχα. Σε έναν κόσμο αυτοβοήθειας, το εθνικό συμφέρον πρυτανεύει έναντι όλων των υπολοίπων.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις πολλές φορές λειτούργησαν ως «βασιλικότεροι του Βασιλέως» έναντι της Ρωσίας, χωρίς καν την αποκόμιση απτών ανταλλαγμάτων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δυτικές δυνάμεις, ορισμένες φορές, απλά «αντάλλαξαν» τα ελληνικά εθνικά δίκαια με την νομιμοφροσύνη της Τουρκίας. Στον πραγματικό κόσμο, λοιπόν, δεν μπορεί να υπάρχει εξωτερική πολιτική αρχών και αξιών.
Τρίτος μύθος: Η Μαύρη Θάλασσα είναι μακριά και δεν υπάρχουν ζωτικά εθνικά συμφέροντα
Για τουλάχιστον τέσσερις λόγους, η ελληνική πλευρά δεν μπορεί να αγνοήσει τα τεκταινόμενα στη Μαύρη Θάλλασσα. Πρώτον, η Αθήνα έχει την ηθική υποχρέωση να προασπίσει τα συμφέροντα της ομογένειας (περίπου 300,000 άτομα στη Ρωσία, Ουκρανία και Γεωργία) που ατενίζει μάλλον με απαισιοδοξία το μέλλον της στην περιοχή. Δεύτερον, οι ελληνικές επενδύσεις στην περιοχή ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και συγκεκριμένοι τομείς της οικονομίας (π.χ ναυτιλία, τουρισμός) επηρεάζονται από την κατάσταση στην περιοχή. Τρίτον, η Ρωσία είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επίλυση του Κυπριακού και άλλων περιφερειακών συγκρούσεων (π.χ. Λιβύη, Συρία). Τέλος, η ισχυροποίηση της Τουρκίας στην περιοχή (π.χ. πωλήσεις drones στην Ουκρανία, επέμβαση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ) επηρεάζει ποικιλοτρόπως τους συσχετισμούς ισχύος ανάμεσα στην Αθήνα και στην Άγκυρα.
Εκτός όμως από τους τρεις μύθους, υπάρχουν και τρεις αλήθειες που πρέπει να επισημανθούν.
Πρώτη αλήθεια: Η ελληνική εξωτερική πολιτική έναντι της Ρωσίας είναι αλλοπρόσαλλη
Οι ελληνο-ρωσικές σχέσεις έχουν περάσει τα τελευταία είκοσι χρόνια από πολλές διαφορετικές φάσεις. Η κυβέρνηση Σημίτη δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την βελτίωση των ελληνορωσικών σχέσεων. Ο Κώστας Καραμανλής πιστώνεται τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε στις διμερείς σχέσεις την περίοδο 2004-2009. Αρχικά, η κυβέρνηση Τσίπρα επιδίωξε την προσέγγιση του ρωσικού παράγοντα μέσα στα πλαίσια της αντιπαράθεσης με την τρόικα των δανειστών. Η απέλαση των δύο Ρώσων διπλωματών τον Ιούλιο του 2018 προκάλεσε σοκ στη Μόσχα, διότι η Αθήνα δεν είχε προϊδεάσει για μια τέτοια κίνηση. Με άλλα λόγια, η ελληνική πλευρά δείχνει διαχρονικά αδυναμία να συγκροτήσει μια σταθερή πολιτική έναντι της Ρωσίας.
Δεύτερη αλήθεια: Η σύγκλιση συμφερόντων Ρωσίας-Τουρκίας συνιστά απειλή για την Ελλάδα
Η προσέγγιση ανάμεσα στην Τουρκία και τη Ρωσία δεν είναι τόσο εφήμερη όσο θέλουν να ελπίζουν πολλοί δυτικοί αξιωματούχοι. Παρά τις επιμέρους διαφορές τους, οι δύο χώρες μοιράζονται τις ίδιες ανησυχίες και τους ίδιους πόθους για τη δημιουργία ενός πολυπολικού διεθνούς συστήματος. Έχει ενδιαφέρον ότι η ραγδαία βελτίωση των ρωσοτουρκικών σχέσεων συμπίπτει χρονικά με την επιδείνωση των ελληνορωσικών σχέσεων. Η Τουρκία ξεκίνησε την επεμβατική της πολιτική στη Συρία και τη Λιβύη, όταν ένιωσε ασφαλής στα νώτα της. Χωρίς τον φόβο της Ρωσίας, η Τουρκία μπορεί άνετα να εφαρμόζει μια αναθεωρητική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.
Τρίτη αλήθεια: Η σχέση με τη Ρωσία πρέπει να ενισχυθεί
Σε έναν κόσμο που οι συσχετισμοί ισχύος μεταβάλλονται ραγδαία, η θέση της χώρας μας γίνεται πιο επισφαλής και αδύναμη. Η Αθήνα έχει διαλέξει στρατόπεδο εδώ και πολλές δεκαετίες και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει στο άμεσο μέλλον. Μια μικρομεσαία χώρα για να επιβιώσει, όμως, οφείλει να ασκεί μια πολυδιάστατη διπλωματία. Δεν υπάρχει η πολυτέλεια η Αθήνα να αγνοεί τη Μόσχα ακόμα και υπό συνθήκες αυξημένης έντασης με τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Η ελληνική πλευρά πρέπει τώρα να δώσει έμφαση σε θέματα ‘χαμηλής πολιτικής’, χωρίς να δείχνει αδιαφορία στις ρωσικές ευαισθησίες και ανησυχίες.
*Ο Μάνος Καραγιάννης είναι αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Αμυντικών Σπουδών του King’s College London και στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.