Την δεκαετία του ’80, δημιουργήθηκε σάλος διότι μια εκπομπή της κρατικής ΕΡΤ έδειξε ναρκομανείς σε διαμέρισμα να τρυπιούνται για την ηρωίνη τους. Φωνές, βρισιές, βρωμιά, αίματα, σύριγγες, σπασμένες φλέβες, κλπ. Σηκώθηκε κατακραυγή, τότε υπήρχε μόνο η κρατική τηλεόραση και το ρεπορτάζ που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε δεν είχε καμιά σχέση με το σημερινό. Η κοινωνία και οι εφημερίδες της εποχής, χωρίστηκαν σε δυο στρατόπεδα.
Οι συντηρητικές έγραφαν «μαθαίνουν τα παιδιά μας από τηλεοράσεως να τρυπιούνται», οι πιο προοδευτικές πήραν το μέρος των δημοσιογράφων που υπέγραφαν το ρεπορτάζ, με το απλό σκεπτικό ότι το θέαμα ήταν τόσο αποκρουστικό που όποιος το είδε δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να καρφώσει στο μπράτσο του μια σύριγγα, τόσο φρικαλέο ήταν. Τελικά η ΕΡΤ ζήτησε συγνώμη, αφού πρώτα κάλεσε μια επιτροπή ψυχολόγων οι οποίοι έδωσαν εγγράφως την γνωμοδότηση τους στην διοίκηση του καναλιού.
Τι είχαν πει αυτοί; Ότι δεν αμφισβητούν μεν την πρόθεση των δημοσιογράφων, οι οποίοι ήθελαν να δείξουν στο ευρύ κοινό την απερίγραπτη φρίκη που εμπεριέχει η χρήση των ναρκωτικών και μέσω αυτού του σοκ να το αποτρέψουν από οποιαδήποτε επαφή με αυτά. Όπως εξήγησαν όμως, το 97% των τηλεθεατών που πράγματι ένιωσαν αυτά τα συναισθήματα φρίκης, έτσι κι αλλιώς δεν επρόκειτο να προσεγγίσουν τον χώρο των ναρκωτικών και να κάνουν χρήση.
Αντιθέτως, υπάρχει ένα 3% του πληθυσμού που για διάφορους κοινωνικούς και ψυχολογικούς λόγους είναι επιρρεπέστερο από τον υπόλοιπο πληθυσμό να μπλέξει με τον χώρο των ναρκωτικών και την φρίκη του. Αυτό το μικρό ποσοστό, είπαν οι ψυχολόγοι, σκέπτεται και συναισθάνεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο από την πλειοψηφία. Γι αυτό και η θέα μιας ματωμένης σύριγγας σε μια διαλυμένη φλέβα που θα κάνει τον κανονικό άνθρωπο να φύγει μακριά, αυτόν ενδέχεται να τον ηδονίσει και να το παροτρύνει να δοκιμάσει μια ώρα αρχύτερα.
Γι αυτό και η γνωμοδότηση τους για την συγκεκριμένη εκπομπή ήταν αρνητική κι ας μην αμφισβητούσαν τις καλές προθέσεις όσων την πρόβαλαν. Στην δε απλή ερώτηση «μα γιατί το 3% αντιδρά έτσι;», η απάντηση τους ήταν αφοπλιστική. «Διότι είναι άρρωστο.» Ανέσυρα αυτή την παλιά ιστορία διότι χθες έβλεπα το 97% να γελά ή να φρίττει με όσα έλεγαν οι λιγοστοί γονείς που έξω απ’ τα σχολειά δήλωνα ευθαρσώς ότι προτιμούν να μην πάνε τα παιδιά τους σχολείο από το να φορέσουν μάσκα. Και κανείς μας δεν σκεφτόταν ότι υπάρχει και ένα 3% που βρίσκει τον λόγο τους ελκυστικό και τα επιχειρήματα τους ακαταμάχητα. Και βλέποντας τους, γίνεται μιμητής τους. Διότι αν είχαμε επίγνωση, δεν θα τους προβάλαμε ποτέ.