Η UNESCO έχει περιλάβει το όνομά του, μεταξύ των επιφανέστερων επιστημόνων, στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας, υπάρχει ένας δρόμος που φέρει το όνομα του, ο ίδιος, όμως, έπεσε θύμα της πίστης του στον όρκο του επιστήμονα να αναζητάει πάντα την αλήθεια και να μην υποτάσσεται στα κελεύσματα ιδεολογιών και κομματικών ιερατείων.
Ο Αγαθάγγελος Κρίμσκι γεννήθηκε το 1871 στην πόλη Βλαντίμιρ Βολίντσκι. Ο πατέρας του είχε καταγωγή από του Τατάρους της Κριμαίας και η μητέρα του από Πολωνούς της Λετονίας.
Από μικρός έδειξε τις εξαιρετικές του ικανότητες, σε ηλικία τριάμισι ετών ήξερε να διαβάζει, σε ηλικία πέντε πήγε στο σχολείο. Όταν ήταν εννέα χρονών, άρχισε να φοιτά στο γυμνάσιο, όπου ασχολήθηκε με ζήλο με την εκμάθηση ξένων γλωσσών, αρχικά πολωνικών και γαλλικών και στη συνέχεια αγγλικών και γερμανικών.
Σε ηλικία 13 ετών, έγινε δεκτός στο Κολέγιο του Πάβελ Γκαλαγκάν στο Κίεβο, απ’ όπου αποφοίτησε σε ηλικία 18 ετών και αμέσως έγινε δεκτός στο Ινστιτούτο Ανατολικών Γλωσσών της Μόσχας, από το οποίο αποφοίτησε ως αριστούχος.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, λόγω της φτωχικής του καταγωγής, υπέστη άπειρες ταπεινώσεις από τους συμμαθητές και συμφοιτητές του, πράγμα, όμως, που τον βοήθησε να διαμορφώσει τον χαρακτήρα του.
«Η καταγωγή μου με έκανε να γίνω δημοκράτης» δήλωσε ο Κρίμσκι λίγα χρόνια μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του. Συνεπώς, κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν η ενασχόληση του ιστορικού με τις σοσιαλιστικές ιδέες, αρχικά και, στη συνέχεια, με τα δόγματα του εθνικισμού.
Στο μεταξύ, ο Κρίμσκι, συνέχισε να μαθαίνει ξένες γλώσσες. Σε ηλικία 18 ετών ήξερε ήδη 9 γλώσσες, ενώ στα 21 του χρόνια μιλούσε 15 ανατολικές και ευρωπαϊκές. Προς το τέλος της ζωής του, μπορούσε να μιλάει, σύμφωνα με διάφορα στοιχεία και πηγές, από 60 έως 100 γλώσσες Όταν τον ρωτούσαν πόσες γλώσσες ξέρει, απαντούσε συνήθως: «Είναι ευκολότερο να πω ποιες δεν ξέρω».
Ο ίδιος, θεωρούσε πως μητρική του γλώσσα είναι τα Ουκρανικά. Θεωρούσε πως στην καθημερινή του ζωή πρέπει να μιλάει αυτή την γλώσσα, πράγμα που στα χρόνια της Ρωσικής αυτοκρατορίας, ήταν απαράδεκτο. Ο ίδιος, επέμενε να μιλάει Ουκρανικά και Γαλλικά, προκαλώντας εκνευρισμό στο περιβάλλον του.
Για τον Κρίμσκι, τα Ουκρανικά δεν ήταν μόνο η γλώσσα της καθημερινής επικοινωνίας, αλλά και της επιστημονικής και δημιουργικής δουλειάς. Η πρώτη του ποιητική συλλογή «Φύλλα φοίνικος» ήταν γραμμένη στη μητρική του γλώσσα. Στη συλλογή αυτή, περιλαμβάνονται και εξαιρετικές μεταφράσεις Αράβων ποιητών.
Ιδιαίτερη αναφορά, θα πρέπει να κάνουμε στην θερμή φιλία που είχε με την εθνική ποιήτρια της Ουκρανίας, στη σπουδία Λέσια Ουκραίνκα, η οποία ξεκίνησε μετά την δημοσίευση της νεκρολογίας του για τον Ντραγκομάνοφ το 1895. Το κείμενο συγκίνησε την ποιήτρια, η οποία αμέσως έγραψε στον Κρίμσκι ευχαριστήρια επιστολή.
Παράλληλα με την αγάπη για την ουκρανική γλώσσα, τους δύο αυτούς θαυμάσιους ανθρώπους τους ένωσε η κοινή ουκρανική καταγωγή. Η Λέσια Ουκραίνκα καταγόταν από ελληνικές ρίζες, ενώ στις φλέβες του Κρίμσκι κυλούσε ταταρικό και πολωνικό αίμα. Αμφότεροι, γεννήθηκαν στην Ουκρανία, την οποία θεωρούσαν πατρίδα τους. Η φιλία τους κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής της ποιήτριας, γεγονός, όμως, που οδήγησε και στο τέλος της λογοτεχνικής δραστηριότητας του επιστήμονα.
Ο Αγαθάγγελος Κρίμσκι αφιερώθηκε στις ανατολικής του σπουδές. Συμμετείχε ενεργά στη σύνταξη του διάσημου εγκυκλοπαιδικού λεξικού των Μπρονγκάουζ-Εφρόν, όπου έγραψε κείμενα για τριακόσια λήμματα.
Από το 1900 μέχρι το 1918 εκτελούσε χρέη γραμματέα στην Ανατολική Επιτροπή της Αρχαιολογικής Εταιρείας της Μόσχας, ήταν διευθυντής στο περιοδικό «Ανατολικές αρχαιότητες», της σειράς «Εργασίας για τις ανατολικής σπουδές», ενώ παράλληλα μετέφρασε διάφορα γραπτά μνημεία της λογοτεχνίας της Ανατολής. Το 1918 άρχισε να εργάζεται ως γραμματέας της Ουκρανικής Ακαδημίας Επιστημών που είχε ιδρύσει ο αταμάνος Πάβελ Σκοροπάντσκι. Κείμενα με την υπογραφή του Κρίμσκι συναντάμε σε διάφορα αλμανάκ, ημερολόγια και περιοδικά εκείνης της εποχής.
Το Μάρτιο του 1927, όμως, διορίστηκε Λαϊκός Κομισάριος Παιδείας της Ουκρανίας ο Νικολάι Σκρίπνικ, ο οποίος είχε εντολή για την υλοποίηση της κομματικής γραμμής της «ουκρανοποίησης». Η εποχή των διακηρύξεων περί αυτονομίας των εθνών από τους Μπολσεβίκους, είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί. Η Σοβιετική Ρωσία, ετοιμαζόταν να περάσει στην «οικοδόμηση του νέου ανθρώπου». Ο Σκρίπνικ θέλησε να εφαρμόσει μία νέα γραφή, πιο κοντά στην παράδοση της Γαλικίας και ο Κρίμσκι εναντιώθηκε, λέγοντας πως αυτό θα σήμαινε αποκοπή από τη ζωντανή γλώσσα.
Η σύγκρουση γύρω από αυτό το θέμα, ήταν η αφορμή για να διατυπωθούν κατηγορίες «προώθησης εθνικιστικών ιδεών» κατά του Κρίμσκι, ο οποίος αναγκάστηκε να καταφύγει στη Ζεβιγκορόντκα, αφού τον είχαν απολύσει από τη δουλειά και δεν είχε πόρους να ζήσει. Ταυτόχρονα, η κομματική ηγεσία, έδωσε εντολή σε όλους τους εκδοτικούς οίκους, τις εφημερίδες και τα περιοδικά, να μη δημοσιεύσουν τα έργα του.
Ωστόσο, το 1938, τον κάλεσαν στο Ινστιτούτο Γλωσσολογία να αναλάβει υπεύθυνος των υποψήφιων διδακτόρων. Δύο χρόνια αργότερα, παρασημοφορήθηκε με τη «Κόκκινη σημαία». Το 1941, με αφορμή τα 70 του χρόνια, έγιναν επίσημες εκδηλώσεις. Θα νόμιζε κανείς πως κανένα μαύρο σύννεφο δεν πρόκειται να σκεπάσει τη ζωή του πρεσβύτη, καταξιωμένου επιστήμονα.
Μέχρι το 1941 ο Αγαθάγγελος Κρίμσκι ζούσε στο Ζβενιγκορόντκα. Με την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων, η πόλη γέμισε με άντρες της N.K.V.D.
Λίγο αργότερα, του πρότειναν να μετακομίσει στην πόλη Σαράτοφ, όπου μεταστεγαζόταν η Ακαδημία Επιστημών.
Ο Κρίμσκι, χωρίς να υποπτεύεται τίποτα, ετοίμασες τις βαλίτσες του. Στην πραγματικότητα, αντί για το Σαράτοφ, ο Κρίμσκι βρέθηκε στο Χάρκοβ, κρατούμενος. Κατά την διάρκεια των ανακρίσεων, έμαθε πως κατηγορείται για μακροχρόνιες σχέσεις με τους ουκρανικούς εθνικιστικούς κύκλους του Πετλιούρα και του Βινιτσένκο. Στις 16 Σεπτεμβρίου του ανακοίνωσαν την απόφαση της τρόικας της N.K.V.D. και τον μετέφεραν στο Καζακστάν.
Στις 22 Ιανουαρίου 1942 ο Αγαθάγγελος Κρίμσκι πέθανε από την εξάντληση και τις αρρώστιες στο νοσοκομείο της φυλακής Ν 7 της N.K.V.D. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, τον Μάιο του 1957 η υπόθεση του επανεξετάστηκε και οι κατηγορίες αποσύρθηκαν.
Η Ουκρανία, η ανθρωπότητα, είχε χάσει έναν επιστήμονα τεράστιου βεληνεκούς, ο οποίος έπεσε βορά στο στόμα του αδηφάγου Μολώχ του ολοκληρωτισμού.