Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Ως φιλελεύθερος, πιστεύω σε ένα κεντρικό κράτος με λίγες λειτουργίες και σε έναν δήμο με διευρυμένες – αλλά όχι περισσότερες από τις απολύτως αναγκαίες - αρμοδιότητες.
Μια από τις βασικές – αν όχι η πλέον βασική – αρμοδιότητα ενός τέτοιου δήμου είναι η διαχείριση των δημόσιων χώρων: όλοι βάζουμε χρήματα ώστε εκεί που τελειώνει η αυλή μας να αρχίζει ένας όμορφος και ασφαλής χώρος σχεδιασμένος, υλοποιημένος και διαχειριζόμενος από εξειδικευμένο προσωπικό που πάντα ψάχνει να βρει όλο και πιο αποδοτικούς τρόπους να διαχειριστεί τα χρήματά μας, και ανταμείβεται για αυτό με την ψήφο μας.
Παρακολουθώντας, λοιπόν, την επίκαιρη «συζήτηση» περί αναπηρίας, προσωποπαγών θέσεων, επιδομάτων κτλ, όπου πολιτικοί από όλες τις παρατάξεις προσπαθούν να κερδίσουν πολιτικά από το επεισόδιο Κυμπουρόπουλου-Πολάκη, αναρωτιέμαι: δεν καταλαβαίνουν ότι ανάπηρο είναι το δημόσιο που εκπροσωπούν και όχι οι άνθρωποι που έχουν υποστεί κάποια βλάβη;
Ας το σκεφτούμε λίγο:
- Αν ένας δήμος φτιάξει έναν δρόμο χωρίς ράμπες, ποιος προκαλεί την αναπηρία, η σωματική βλάβη ή η πολιτικός μηχανικός που δεν τις έβαλε;
- Αν παρκάρει ένα αυτοκίνητο μπροστά στη ράμπα, ποιος προκαλεί την αναπηρία, η ηλικία του μωρού στο καροτσάκι ή η δημοτική αστυνομία που δεν παίρνει τις πινακίδες του αυτοκινήτου;
- Αν μία τράπεζα δεν είναι πραγματικά προσβάσιμη σε άτομα με αμαξίδιο, αλλά χρειάζεται να τρέξει να ανοίξει την πλαϊνή πόρτα ένας υπάλληλος, ποιος προκαλεί την αναπηρία, το μέγεθος του αμαξιδίου που δεν χωρά ή ο αδειοδοτών φορέας;
Και ας το τραβήξω και ένα βήμα πιο πέρα:
- Όταν δεν επιτρέπεται σε ένα παιδί να αφήσει το ίδρυμα και να ζήσει σε μια οικογένεια, επειδή οι ενήλικες σε αυτή την οικογένεια είναι ομόφυλο ζευγάρι, ποιος ιδρυματοποιεί; Το ίδρυμα ή οι νομοθέτες;
Το πραγματικά εξοργιστικό, βέβαια, είναι αν συνυπολογίσουμε το πόσο κοστίζουν όλα τα παραπάνω αν ληφθούν υπόψη κατά τον σχεδιασμό ενός έργου, ενός νομοσχεδίου κτλ: από τίποτα έως ελάχιστα.
Για να είμαι δίκαιος, η ιδέα πως πολλά από τα αποτελέσματα μιας αναπηρίας είναι κοινωνικά κατασκευασμένα (γνωστή, σε δική μου μετάφραση, και ως διάκριση μεταξύ βλάβης (impairment) και αναπηρίας (disability)) και, ως εκ τούτου, μπορούν να περιοριστούν έως και να ξεπεραστούν, δεν είναι δική μου. Δεκάδες θεωρητικοί δουλεύουν σε αυτόν τον τομέα. Αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι το πώς όλη αυτή η γνώση δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα, ακόμα και όταν οι πολιτικοί φαίνεται να την γνωρίζουν, τουλάχιστον στο επίπεδο των γλωσσικών όρων που χρησιμοποιούν.
Τι μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν;
Η δική μου προτιμώμενη, «φιλελεύθερη» λύση είναι αυτή της συμπερίληψης. Η συμπερίληψη δεν είναι μία πραγματικά νέα έννοια, πρόκειται για αυτό που παραδοσιακά ονομάζεται «κοινωνικός διάλογος», αλλά αντί να εστιάζει στη διαδικασία (διάλογος μεταξύ ομάδων) εστιάζει στον σκοπό (να συμπεριληφθούν όλων των ομάδων οι ανάγκες και τα συμφέροντα).
Με απλά λόγια, συμπερίληψη σημαίνει ότι, όταν οι δημόσιοι φορείς σχεδιάζουν να κάνουν κάτι, θα πρέπει να ρωτήσουν και να λάβουν υπόψη τόσο τις ανάγκες όσο και τα συμφέροντα (δηλαδή το κόστος) όλων των εμπλεκόμενων μερών. Έτσι, μέσω ανοιχτών και διάφανων διαδικασιών θα ικανοποιούνται οι ανάγκες όλων, ενώ όπου υπάρχει κόστος για κάποιους – που τις πιο πολλές φορές δεν υπάρχει - θα μπορούν να δίνονται αντίβαρα και να αποφεύγεται ο κοινωνικός αυτοματισμός.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, θα πρότεινα στους πολιτικούς να αφήσουν τα κροκοδείλια δάκρυα και να εστιάσουν στο να θεραπεύσουν τον τομέα τον οποίο έχουν επιλέξει να υπηρετούν (το συμφέρον και τις ανάγκες όλων μας) από τις αναπηρίες του.
* Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας.