Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Πολύς λόγος γίνεται για τις δύο μηνύσεις που έχει καταθέσει το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι εναντίον του Γιάννη Ζουγανέλη, επειδή «αντιπαραβάλει ρατσιστικά τους Έλληνες μετανάστες στο εξωτερικό με τους μετανάστες στην Ελλάδα», και εναντίον του αρθρογράφου Τηλέμαχου Χορμοβίτη, επειδή οι τελευταίες δύο παράγραφοι ενός άρθρου του «συνιστούν μέσω διαδικτύου υποκίνηση, πρόκληση,[ …] κατά ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση την ταυτότητα φύλου», δηλαδή για λόγο που δεν μπορεί να προσδιορίσει επακριβώς ούτε ο μηνυτής. Τι είναι, όμως, τελικά αυτός ο νόμος 4285/2014 και γιατί τόσος ντόρος;
Θεωρητικά, ο νόμος αυτός προσπαθεί να εξισορροπήσει το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης με την αρχή της βλάβης, δηλαδή να εξισορροπήσει το δικαίωμα ενός ανθρώπου να εκφράζεται ελεύθερα με το δικαίωμα ενός άλλου ανθρώπου να μην υφίσταται απρόκλητη βία από την έκφραση αυτή. Ο νόμος προσπαθεί να το πετύχει αυτό καταδικάζοντας οποιονδήποτε: α) υποκινεί δημόσια σε πράξεις που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος, βία κατά προσώπου / ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, κτλ, ή β) που κακόβουλα αρνείται αναγνωρισμένα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας (π.χ. γενοκτονίες).
Το πρόβλημα, βέβαια, είναι πώς ο νόμος καταδικάζει προθέσεις και επαφίεται στην δικαστή να κρίνει αν ο εναγόμενος υποκινεί σε πράξεις. Είναι, δηλαδή, σαν να καταδικαστεί κάποιος ως ηθικός αυτουργός σε δολοφονία επειδή έγραψε σε ένα σάιτ ότι το να σκοτώνεις είναι ηθικό, ακόμα και αν κανείς δεν σκότωσε τελικά κανέναν! Φανταστείτε και την κερκόπορτα που αφήνει ανοικτή σε εγκληματίες να ισχυριστούν ότι δεν το ήθελαν, αλλά ο τάδε μουσικός και ο δείνα δημοσιογράφος τους παρέσυραν με τα λόγια τους!
Το πραγματικό πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι αυτό. Τα δικαστήρια και οι δικαστές, θέλω να πιστεύω, έχουν συνήθως την ικανότητα να διακρίνουν τι συνιστά υποκίνηση και τι όχι, και μπορούν να προσαρμόσουν την ποινή στον πραγματικό αντίκτυπο που είχε ένα γραπτό κείμενο.
Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η διαχρονική αδυναμία του ελληνικού δικαστικού συστήματος να εξετάσει τις υποθέσεις άμεσα και η αδυναμία του να τιμωρήσει τους κατά συρροή δικομανείς. Ως αποτέλεσμα, νόμοι όπως ο 4285 που έχουν σχεδιαστεί για να προστατέψουν ευάλωτες ομάδες από βλάβη, να χρησιμοποιούνται τελικά ως εκδικητικά / σαδιστικά εργαλεία για να προκαλέσουν βλάβη σε άτομα που απλώς εξέφρασαν μια γνώμη, σε άτομα που απλώς έκαναν ένα λάθος ή μια ατυχή διατύπωση, ή σε άτομα που είχαν σκοπό να βλάψουν, αλλά έχουν το δικαίωμα η τιμωρία τους να είναι ανάλογη του ατοπήματός τους και όχι να διασυρθούν επί μακρόν χάνοντας υπόληψη, δουλειά, χρόνο, χρήμα, φίλους κτλ για κάτι για το οποίο μπορεί και να έχουν μετανιώσει στο ενδιάμεσο.
Ακόμα χειρότερη είναι η αθέατη πλευρά, δηλαδή, τι θα μπορούσαν να πετύχουν οι μηνυτές αν προτιμούσαν μιαν άλλη οδό. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον κ. Ζουγανέλη.
Ο κ. Ζουγανέλης προέβη σε μία αξιολόγηση: οι Έλληνες μετανάστες ήταν πιο σεβαστικοί από τους μετανάστες που φιλοξενούμε τώρα στην Ελλάδα. Η αξιολόγηση αυτή κατά πάσα περίπτωση είναι λάθος: πολλές εφημερίδες έχουν κατά καιρούς δημοσιεύσει πίνακες από τις ΗΠΑ , όπου οι Έλληνες μετανάστες στις αρχές του προηγούμενου αιώνα αρίστευαν σε εγκληματικές πράξεις, με μεγάλη, μάλιστα, διαφορά από τον δεύτερο.
Ένας φορέας όπως το Παρατηρητήριο θα μπορούσε να συγκεντρώσει, να αξιολογήσει και να χρησιμοποιήσει τέτοιες πηγές για να κλείνει το στόμα του κάθε κ. Ζουγανέλη κάθε φορά που θα το άνοιγε, εκπαιδεύοντας ταυτόχρονα και την κοινή γνώμη.
Θα μπορούσε, επίσης, πολύ απλά να του πει ότι δεν μπορεί να συγκρίνει μετανάστες-φοιτητές με πρόσφυγες και να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις και το κύρος του ως Παρατηρητήριο για να του εξηγήσει το γιατί, εκπαιδεύοντας πάλι την κοινή γνώμη και ενισχύοντας το προφίλ του ως φορέας διαμεσολάβησης για τα δικαιώματα ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Θα μπορούσε επίσης, πολύ απλά, να του πει ότι, στους 100 μετανάστες θα υπάρχουν και δύο αγροίκοι και καλό θα ήταν να μην γενικεύουμε από τόσο μικρά ποσοστά. Εγώ, για παράδειγμα, ως παλαιός φοιτητής εξωτερικού, θα μπορούσα να του πω ότι είχα έναν Έλληνα συμφοιτητή ο οποίος για επώνυμο στις εταιρείες ηλεκτρισμού δήλωνε το Denplirono (μάλιστα τους το έκανε και spelling για να το γράψουν σωστά!) και τους φέσωνε. Τι σημαίνει αυτό, πώς είμαστε έθνος μπαταξήδων; (…χμμμ!! Μάλλον ατυχές το παράδειγμά μου!)
Προς τι λοιπόν οι ατεκμηρίωτες μηνύσεις όταν υπάρχουν τόσες επιλογές που δεν ταλαιπωρούν κανένα και έχουν και μεγάλη προστιθέμενη αξία που μπορεί να ενισχύσει το προφίλ και τους σκοπούς φορέων που έχουνε αναλάβει να προασπιστούν τα δικαιώματα κάποιων ευάλωτων ομάδων; Η απάντηση δική σας! Εγώ απλώς θα παραφράσω τον Αριστοτέλη και θα πω πως στα ανοργάνωτα κράτη κυβερνούν οι άνθρωποι και όχι οι νόμοι.
*Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας