Τα τάγματα εφόδου της επαναστατικής αριστεράς ασκούν καθημερινά βία στο όνομα του δολοφόνου Δημήτρη Κουφοντίνα και μάλιστα με την απόλυτη πολιτική κάλυψη της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Είναι οι ίδιοι μέθοδοι που χρησιμοποιούν τα δύο πολιτικά άκρα όταν θέλουν να επιτεθούν στη Δημοκρατία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι την επόμενη φορά θα είναι αλλιώς, όπως έχουν ήδη προαναγγείλει η Ζανέτ Τσίπρα και ο Παύλος Πολάκης. Κάνουν ασκήσεις στο πεζοδρόμιο, όπως έκαναν και το 2008. Είναι επικίνδυνοι.
Υπάρχει σοβαρό πολιτικό θέμα και ο πολιτικός κόσμος αρνείται να τοποθετηθεί. Όπως και το 2015 στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι πολιτικοί μας παραμένουν κρυμμένοι πίσω από το δάκτυλό τους, φοβούμενοι μην τυχόν και «εκτεθούν». Πρώτοι μόνο στον αγώνα για την κάλυψη των κυβερνητικών θέσεων. Σε αυτό η αριστερά έχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα.
Αν τα τάγματα εφόδου μπορούν να φτάνουν μέχρι το σπίτι της Προέδρου της Δημοκρατίας και το γεγονός αυτό περνάει απαρατήρητο για την Αξιωματική Αντιπολίτευση, τότε κάτι δεν πάει καλά με το κόμμα αυτό. Αν και δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι δεν έχουμε ισχυρά δείγματα γραφής. Να μην ξεχνάμε ότι ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αρνήθηκε να επισκεφτεί το θύμα της τρομοκρατίας πρώην πρωθυπουργό Λουκά Παπαδήμο.
Το 2015 υπήρχε άλλοθι για αυτούς που έστειλαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση: Δεν τον ήξεραν! Τώρα ξέρουν και δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να επιβάλλει μία ατζέντα που θέλει τον Κουφοντίνα «λαϊκό αγωνιστή» και την 17Ν μία «επαναστατική ανθρωπιστική οργάνωση». Σαν να λέμε, δηλαδή, ότι θέλει να μετατρέψει την Ελλάδα σε μία μη κανονική χώρα. Δίνει μάχη χαρακωμάτων για να θυμίζει η Ελλάδα Λίβανο ή Βενεζουέλα.
Η σφοδρότητα της «αντιπαράθεσης» δείχνει ότι έχουμε να κάνουμε με ένα οργανωμένο σχέδιο. Μένει να δούμε τους αντικειμενικούς στόχους του. Το μόνο βέβαιο είναι ότι δε ζητάνε να εφαρμοστεί ο Νόμος. Επειδή δεν παραβιάζεται κάποιος Νόμος. Αυτό που ζητάνε είναι να στραπατσαριστεί το κράτος και κάθε έννοια δικαίου. Αν αυτό δεν αποτελεί μία απρόκλητη επίθεση σε βάρος της Δημοκρατίας, πως αλλιώς μπορούμε να το πούμε;
Θανάσης Μαυρίδης