Του Σάκη Μουμτζή
Το Σαββατοκύριακο ακούσαμε απίθανα πράγματα τόσο από τον τέως πρωθυπουργό όσο και από την κυρία Αχτσιόγλου.
Ο Α. Τσίπρας μετέτρεψε μιαν αυτονόητη διαπίστωση σε καταγγελία. Κατήγγειλε, πως οι επενδυτές του Ελληνικού θα δανειοδοτηθούν από το τραπεζικό σύστημα. Προφανώς, αγνοεί πως όλες οι επενδύσεις τυγχάνουν τραπεζικής χρηματοδότησης.
Μάλιστα, θα είναι ευτύχημα για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αν οι επενδυτές, που είναι παγκόσμιοι παίκτες, δεν δανειοδοτηθούν από αλλοδαπές τράπεζες.
Τόσο η Αριστερά όσο και πολλοί κρατικοί λειτουργοί έχουν μια στρεβλή αντίληψη για το πώς λειτουργεί το τραπεζικό σύστημα.
Στην Ελλάδα οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν τρεις φορές για να συνεχίσουν να λειτουργούν. Η δε λειτουργία των τραπεζών είναι η δανειοδότηση των επιχειρήσεων από τις καταθέσεις των πελατών τους και όχι από τα ίδια κεφάλαια τους.
Επιπλέον στην Ελλάδα αντιλαμβάνονται την λειτουργία του τραπεζικού συστήματος με όρους σαράφικου. Δηλαδή, σαν να είναι ενεχυροδανειστήριο.
Οι τράπεζες αξιολογούν και χρηματοδοτούν επιχειρηματικό σχέδιο και την προσωπικότητα των επιχειρηματιών.
Χιλιάδες είναι τα παραδείγματα δανείων που συνήφθησαν, αφού είχε προσημειωθεί όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία του δανειολήπτη, και όταν μετά από χρόνια η επιχείρηση χρεοκόπησε, οι εγγυήσεις κάλυψαν κλάσμα του δανείου. Σε αυτές τις περιπτώσεις βέβαια, ουδείς μπορεί να κατηγορήσει τα τραπεζικά στελέχη, καθώς όταν υπογραφόταν η σύμβαση δανείου αυτό ήταν πλήρως εξασφαλισμένο.
Στην περίοδο των μνημονίων, με την κατάρρευση της τιμής των μετοχών, των ακινήτων και των λοιπών εγγυήσεων, είδαμε το θλιβερό φαινόμενο να διώκονται, ποινικά, τραπεζικά στελέχη, όχι γιατί χορήγησαν επισφαλή δάνεια πριν από 15 χρόνια, αλλά γιατί οι επιχειρήσεις αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους σήμερα, λόγω της οικονομικής κρίσης.
Το επενδυτικό κλίμα δεν θα βελτιωθεί αν δεν σταματήσει η αυτεπάγγελτη δίωξη της τραπεζικής δραστηριότητος. Για παράτυπες ή παράνομες χρηματοδοτήσεις υπάρχουν οι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου και η Τράπεζα της Ελλάδος.
Και ας αντιληφθούμε όλοι πως η δουλειά των τραπεζών είναι να αγοράζουν και πωλούν χρήμα και όχι να εκπλειστηριάζουν «κουφάρια».
Η κυρία Αχτσιόγλου επανέλαβε εν έτει 2019 την γνωστή Τριτοδιεθνιστική θέση πως η αύξηση των μισθών φέρνει αύξηση της κατανάλωσης και άρα φέρνει την ανάπτυξη.
Αυτό λίγο-πολύ ήταν το μοντέλο της σοβιετικής οικονομίας, που βρισκόταν υπό πλήρη κρατικό έλεγχο, χωρίς τραπεζικό σύστημα και με την κυβέρνηση να κόβει αφειδώς νόμισμα. Επειδή δεν υπήρχε λειτουργία αγοράς, υπήρχαν χρήματα, δεν υπήρχαν εμπορεύματα.
Έτσι επικράτησε το δόγμα «εσείς να κάνετε πως εργάζεστε κι εμείς θα κάνουμε πως σας πληρώνουμε».
Σήμερα, σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, η θέση της κυρίας Αχτσιόγλου είναι καταστροφική.
Αν αύριο, με πολιτική απόφαση, καθιερωνόταν κατώτατος μισθός π.χ. 1200 ευρώ, οι επιχειρηματίες, θα περνούσαν το αυξημένο μισθολογικό κόστος στα προϊόντα τους, που όμως έτσι δεν θα ήταν ανταγωνιστικά στην παγκόσμια αγορά. Θα κατακλυζόταν η χώρα από ξένα προϊόντα με αποτέλεσμα την εκτόξευση του εμπορικού ελλείμματος. Οι Ελληνικές επιχειρήσεις αδυνατώντας να ανταγωνιστούν τις αλλοδαπές, θα έφθιναν.
Συνεπώς, θα είχαμε μεν υψηλούς μισθούς, δεν θα είχαμε όμως επιχειρήσεις και εργαζόμενους.
Αυτά τα απλά πράγματα είναι δυνατόν να μην τα γνωρίζουν όχι μόνον οι πολιτικοί της Αριστεράς, αλλά και πολλοί κρατικοί λειτουργοί;
Οι πρώτοι, λόγω ιδεολογικών αγκυλώσεων απεχθάνονται το επιχειρείν. Και οι δεύτεροι, ζώντας στην θαλπωρή του Δημοσίου αγνοούν στοιχειώδεις λειτουργίες της Οικονομίας και θεωρούν κάθε επιχειρηματία και κάθε τραπεζικό στέλεχος ένοχο μέχρις αποδείξεως της αθωότητός του.
Ίσως θα πρέπει η φιλελεύθερη σκέψη να δώσει έναν αγώνα για να υποστηρίξει την επιχειρηματικότητα, μέσα στην οποία περικλείεται όχι μόνον η επιτυχία, αλλά και η αποτυχία.