Αν κάνατε περιήγηση της Κοιλάδας των Βασιλέων, στο Λούξορ της Αιγύπτου, και βρίσκατε κεραμικά με υπέροχα χρώματα σε πάγκους υπαίθριων πωλητών, πιθανώς θα τα αγοράζατε με μεγάλη ευχαρίστηση, καθώς είναι πανέμορφα.
Το ίδιο και κάποια κοσμήματα, δαχτυλίδια ιδίως. Ωστόσο, τα πανέμορφα αντικείμενα που παρουσιάστηκαν χθες σε εκείνη την περιοχή, δεν ήταν προς πώληση, εφόσον είναι αρχαία και μετρούν χιλιετίες. Για την ακρίβεια, 3.500 χρόνια, όσο και η ηλικία της αιγυπτιακής πόλης που αποκαλύφθηκε μόλις και έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των ΜΜΕ ανά τον κόσμο. Χθες έγινε εκτεταμένη παρουσίαση επί τόπου.
Την έψαχναν την πόλη αυτή, με το αρχαίο όνομα Ατέν, χρόνια, φυλές και φυλές αρχαιολόγων. Τη βρήκε μια ομάδα υπό τον Ζάι Χαουάς, διακεκριμένο αρχαιολόγο και πρώην υπουργό αρχαιοτήτων της Αιγύπτου.
Την ονόμασε «Χαμένη χρυσή πόλη» (Lost Golden City) και τη χρονολόγησε κατά τη βασιλεία του Αμενχοτέπ ΙΙΙ (κυβέρνησε την Αίγυπτο από το 1391 έως το 1353 π.Χ.). Η κατοίκηση διακόπηκε για λίγο, αλλά συνεχίστηκε και κατά τα χρόνια των Φαραώ Τουταγχαμόν και Αϊ. Ήταν ο μεγαλύτερος διοικητικός και βιομηχανικός οικισμός της εποχής στη δυτική όχθη του Λούξορ.«Οι δρόμοι της πόλης πλαισιώνονται από σπίτια. Μερικά από τα τείχη τους έχουν ύψος έως 3 μέτρα », λέει ο Χαουάς.
Η Ατέν εγκαταλείφθηκε πρόσκαιρα κατά τη βασιλεία του επόμενου Φαραώ, γιου του Αμενχοτέπ ΙΙΙ, που είχε το όνομα Ακενατόν. Η Betsy Brian, καθηγήτρια Αιγυπτολογίας στο Πανεπιστήμιο John Hopkins στη Βαλτιμόρη των ΗΠΑ, δήλωσε ότι η ανακάλυψη «είναι η δεύτερη πιο σημαντική αρχαιολογική ανακάλυψη από τον τάφο του Τουταγχαμόν.
Η ανακάλυψη της χαμένης πόλης όχι μόνο θα μας δώσει μια σπάνια ματιά στη ζωή των Αρχαίων Αιγυπτίων τη στιγμή που η αυτοκρατορία ήταν στο απόγειο του πλούτου της, αλλά θα μας βοηθήσει να ρίξουμε φως σε ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της ιστορίας: Γιατί το ζευγάρι Ακενατόν- Νεφερτίτης αποφασίζει να μεταφέρει την πρωτεύουσα στην Αμάρνα;»
Η Αμάρνα έμεινε διάσημη ανά τους αιώνες, παρότι κατοικήθηκε μόλις από μια βασιλική γενιά. Την ίδρυσε ο Ακενατόν μεταφέροντας εκεί την πρωτεύουσα για να στεγάσει το παλάτι του, το διοικητικό κέντρο της αρχαίας Αιγύπτου και το θρησκευτικό κέντρο της. Σύζυγός του υπήρξε η διάσημη για την ομορφιά της Νεφερτίτη, με την οποία προσπάθησαν να εξοβελίσουν τους αρχαίους αιγυπτιακούς θεούς και να καθιερώσουν τη λατρεία του θεού Ατόν- Ήλιου.
Για τον σκοπό αυτό, χρησιμοποιήθηκε μια ακατοίκητη έκταση ανατολικά του Νείλου. Όταν ο αιρετικός Φαραώ πέθανε, η Αμάρνα εγκαταλείφθηκε σχεδόν αμέσως. Ο διάδοχός του, ο Τουταγχαμόν, μόλις δύο χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα του, αποκατέστησε την παλιά θρησκεία, έκανε ξανά τις Θήβες πρωτεύουσα του βασιλείου, και ισοπέδωσε την Αμάρνα. Η μουμιοποίηση του νεαρού Τουταγχαμόν, που πέθανε σύντομα, έγινε σε ναό της Ατέν.
Η ανασκαφή στην Ατέν ξεκίνησε τον περσινό Σεπτέμβριο και μέσα σε λίγες εβδομάδες, προς μεγάλη έκπληξη της ομάδας, άρχισαν να εμφανίζονται πολλές κατασκευές με τούβλα από πηλό. Αυτό που ανακάλυψαν ήταν ο χώρος μιας μεγάλης πόλης σε καλή κατάσταση συντήρησης, με σχεδόν πλήρη τείχη και με δωμάτια γεμάτα εργαλεία καθημερινής χρήσης.
Την περιέργεια των ανασκαφέων τράβηξαν πώματα από αγγεία κρασιού με επιγραφές στην ιερογλυφική γραφή που βρέθηκαν γύρω. Αυτά οδήγησαν, τελικά, σε έναν οικισμό με τρία βασιλικά ανάκτορα.
Τα αρχαιολογικά στρώματα έχουν παραμείνει ανέγγιχτα για χιλιάδες χρόνια, έτσι όσα άφησαν οι αρχαίοι κάτοικοι βρέθηκε σαν να ήταν χθες. Μεγάλος αριθμός αρχαιολογικών ευρημάτων, όπως δαχτυλίδια, σκαραβαίοι, χ
ρωματιστά αγγεία και τούβλα πηλού, που φέρουν σφραγίδες του βασιλιά Αμενχοτέπ ΙΙΙ, επιβεβαίωσαν τη χρονολόγηση της πόλης.
Στο νότιο τμήμα, η αποστολή βρήκε ένα φούρνο, ένα χώρο μαγειρέματος και προετοιμασίας φαγητού, γεμάτο με φούρνους και κεραμικά. Από το μέγεθος θεωρούν ότι η κουζίνα εξυπηρετούσε έναν πολύ μεγάλο αριθμό εργαζομένων.
Η δεύτερη περιοχή, η οποία έχει ακόμη αποκαλυφθεί εν μέρει, είναι η διοικητική και κατοικημένη περιοχή, με μεγαλύτερες και καλά οργανωμένες μονάδες. Διάφορες είσοδοι, κάνει τους ερευνητές ςνα πιστεύουν πως γινόταν κάποιου είδους έλεγχος για την είσοδο και την έξοδο από συγκεκριμένες περιοχές. Επίσης, τα τείχη σε σχήμα S είναι ένα από τα σπάνια αρχιτεκτονικά στοιχεία της αρχαίας αιγυπτιακής αρχιτεκτονικής, που συναντάμε κυρίως στα τέλη της 18ης δυναστείας.
Στα εργαστήρια βρέθηκαν χώροι παραγωγής για τούβλα από πηλό τα οποία χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή ναών και ανακτόρων, καλούπια χύτευσης για την δημιουργία διακοσμητικών στοιχείων και εργαλεία για κλώση νημάτων ή ύφανση. Βρέθηκαν επίσης σκωρίες, κατάλοιπα από μεταλλουργική δραστηριότητα, όμως δεν έχει ανακαλυφθεί ο τομέας όπου διεξαγόταν.
Σκελετοί εντός του οικιστικού ιστού δεν βρέθηκαν, εκτός από τους σκελετούς μιας αγελάδας και ενός ταύρου, και, χωριστά, ενός ανθρώπου. Το αξιοπερίεργο είναι πως το άτομο είχε τα χέρια απλωμένα στο πλάι και κατάλοιπα σχοινιού τυλιγμένα γύρω από τα γόνατά του. Στα βόρεια του οικισμού, αποκαλύφθηκε μεγάλο νεκροταφείο, η έκταση του οποίου δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί
Ανάμεσα στα ευρήματα είναι ένα δοχείο με αποξηραμένο ή βρασμένο κρέας, (περίπου 10 κιλά). Από την επιγραφή του φαίνεται πως είχε παρασκευαστεί για κάποια δημόσια εορτή, ενώ το ζώο είχε σφαγεί σε συγκεκριμένο σφαγείο, το οποίο προμήθευε συγκεκριμένο κρεοπωλείο.
Οσο για κοσμήματα; Δαχτυλίδια και περιδέραια είναι μόνο μερικά από όσα σχετικά αντικείμενα ήρθαν στο φως. Αφθονοι ήταν και οι σκαραβαίοι, που αποτελούσαν και ένα είδος «σήματος» για την Αίγυπτο κατά την αρχαιότητα. Μόνο περαιτέρω ανασκαφές της περιοχής θα αποκαλύψουν τι πραγματικά συνέβη πριν από 3.500 χρόνια.
Η Κοιλάδα των Βασιλέων στην άνω Αίγυπτο είναι ένα από τα κύρια τουριστικά αξιοθέατα της χώρας και είναι το περίφημο νεκροταφείο πολλών αποθανόντων Φαραώ. Βρίσκεται κοντά στην αρχαία πόλη του Λούξορ στις όχθες του ποταμού Νείλου στην ανατολική Αίγυπτο, 500 χιλιόμετρα) μακριά από τις πυραμίδες της Γκίζας, κοντά στο Κάιρο.
Η πλειονότητα των Φαραώ των δυναστειών 18 έως 20, που κυβέρνησαν από το 1550 έως το 1069 π.Χ., αναπαύονταν στους τάφους που είχαν σκαλιστεί στον τοπικό βράχο. Οι βασιλικοί τάφοι είναι διακοσμημένοι με σκηνές από την αιγυπτιακή μυθολογία και δίνουν στοιχεία για τις πεποιθήσεις και τις ταφικές τελετές της περιόδου. Σχεδόν όλοι οι ανοίχτηκαν και λεηλατήθηκαν πριν από αιώνες, αλλά οι τοποθεσίες εξακολουθούν να δίνουν μια ιδέα για την πολυτέλεια και τη δύναμη των Φαραώ.
Ο Αμενχοτέπ III κληρονόμησε μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τον Ευφράτη στο Σουδάν. Η βασιλεία του είναι γνωστή για την πολυτέλεια και το μεγαλείο των μνημείων της, συμπεριλαμβανομένου του Κολοσσού του Μέμνονα - δύο τεράστια πέτρινα αγάλματα κοντά στο Λούξορ που απεικονίζουν αυτόν και τη σύζυγό του.