Δεν γνωρίζω αν υπάρχει στο παγκόσμιο, ίσως και στο διαγαλαξιακό στερέωμα, πολιτικός φορέας που να πανηγυρίζει επειδή κορυφαίο ηγετικό στέλεχος του παραπέμπεται «μόνο» για παράβαση καθήκοντος και όχι για δωροληψία. Δεν γνωρίζω επίσης ποια είναι η γνωμάτευση του Ινστιτούτου Φλωρεντίας για την πρόταση παραπομπής. Σίγουρα πάντως η παράβαση καθήκοντος δεν αποτελεί «δικαίωση».
Το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος, είχε χαρακτηρισθεί κάτι σαν το παράνομο παρκάρισμα, από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Από τον δε αρχηγό του, είχε χαρακτηρισθεί σαν «τιμή» και «παράσημο». Έτσι με βάση τη λογική της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η κατηγορία που αντιμετωπίζει ο πρώην υπουργός Νίκος Παππάς, δηλαδή η παράβαση καθήκοντος που αφορά τους χειρισμούς του στον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών που διεξήχθη το 2016 και που στη συνέχεια ακυρώθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας, αποτελεί μια αγωνιστική επιβράβευση.
Είναι προφανές ότι η λέξη «παράβαση» και η λέξη «καθήκον» απουσιάζουν παντελώς από το εγχειρίδιο του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τους όρους και τις έννοιες που διέπουν τη δημοκρατία. Και είναι προφανές ότι στον δικό του δημοκρατικό πολιτισμό, η παράβαση αποτελεί μια αγωνιστική δικαίωση και το καθήκον είναι ένα αστικό υπόλειμμα, που πρέπει να εξαλειφθεί.
Όταν είσαι στην κυβέρνηση μιας δημοκρατικής πολιτείας οι κανόνες και τα καθήκοντα είναι δεδομένα. Πορεύεσαι με αυτά τα δεδομένα. Τα έχεις ήδη αποδεχθεί από τη στιγμή που επιλέγεις να πολιτευτείς και να διεκδικήσεις τη διακυβέρνηση της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ νόμιζε, ότι η γεύση που είχε αφήσει πίσω του ο χειρισμός της αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών, θα είχε μείνει πάνω στις εικόνες με τα έγκλειστα επιτελεία των υποψηφίων, με τα ράντζα εκστρατείας και τις ανοησίες για τις 4 μόνον άδειες που προέβλεπε το Ινστιτούτο της Φλωρεντίας. Όμως η Δικαιοσύνη, άφησε την παρωδία στην άκρη και με αμετάκλητο βούλευμα, το οποίο δημοσιεύτηκε το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης, μέσω του δικαστικού συμβουλίου του ειδικού δικαστηρίου αποφάσισε την παραπομπή του πρώην υπουργού επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Παππά. Έτσι λοιπόν, μετά την έκδοση του αμετάκλητου παραπεμπτικού βουλεύματος, η Βουλή θα κληρώσει τους ανώτατους δικαστικούς που θα δικάσουν την υπόθεση και το Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο αναμένεται να συγκροτηθεί με την έναρξη του δικαστικού έτους, τον προσεχή Σεπτέμβριο.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που ερμηνεύει τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης κατά το δοκούν, δίχως ίχνος ντροπής και συναίσθησης της κατάστασης, ξεσπάθωσε. Χωρίς να ασχοληθεί με το περιεχόμενο και το σκεπτικό της απόφασης, άρχισε τις καταγγελίες περί προεκλογικών σχεδιασμών και εργαλειοποίησης της Δικαιοσύνης. Τη διάκριση των εξουσιών, εξακολουθεί να μην την αντιλαμβάνεται, έχοντας βαθιά μέσα στο DNA του, το μικρόβιο των ολοκληρωτικών αντιλήψεων και πρακτικών.
Ίσα - ίσα, που αντί να δηλώσει ότι η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη θα έχει την ευκαιρία να ρίξει άπλετο φως σε μια υπόθεση για την οποία η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου αισθάνεται δικαιωμένη, έτσι ώστε να επανέλθει εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό σύστημα, στη διαφάνεια και στη διάκριση των εξουσιών, έβαλε μέσα στο μίξερ κάθε πτυχή της πολιτικής αντιπαράθεσης, έτσι ώστε να μην λάβει θέση επί του προκειμένου, αλλά να εκμεταλλευτεί το γεγονός, για να κλιμακώσει την όξυνση και το χάος που λατρεύει. Αντί να αναφέρει ότι στηρίζει τους θεσμούς, τους αμφισβητεί εκ προοιμίου, μοιράζοντας αγωνιστικά παράσημα.
Ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες ήταν μια φάρσα, μια γελοιότητα. Τώρα όμως, δεν κρίνονται οι εντυπώσεις, αλλά η ουσία. Το ερώτημα είναι αν έγινε παράβαση καθήκοντος από έναν υπουργό; Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι η παραπομπή για παράβαση καθήκοντος, αποτελεί τιμή και παράσημο, προετοιμάζοντας το έδαφος για την «αγωνιστική απαξίωση» μιας ενδεχόμενης καταδικαστικής απόφασης.