Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών αναβάλλεται, όπως διαβάσαμε την προηγούμενη βδομάδα, υπό το βάρος των συνδικαλιστικών αντιδράσεων. Δεν αναβάλλεται, αλλά θα πραγματοποιηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο βάσει του σχεδιασμού και προεκλογικού προγράμματος, διευκρινίζει η κυβέρνηση.
Όντως, το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ προβλέπει πρώτα αξιολόγηση των σχολικών μονάδων από εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές, μετά αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, με αποκλειστικό ωστόσο στόχο την διαρκή βελτίωση και επιμόρφωση και στο τέλος την κατάρτιση των κριτηρίων αξιολόγησης και των αποτελεσμάτων από την Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε (Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση). Ο δε Πρωθυπουργός ήταν σαφής: «Δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να εφαρμόσουμε ακόμα από την πρώτη μέρα πλήρη αξιολόγηση του εκπαιδευτικού σε επίπεδο ατομικού έργου, αλλά σε πρώτη φάση θα επιλέξουμε σωστά τους διευθυντές και θα τους δώσουμε μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας να κάνουν τη δουλειά τους».
Με άλλα λόγια, η αξιολόγηση για την κυβέρνηση και αυτούς/αυτές που συνέταξαν το πρόγραμμα διακυβέρνησης αποτελεί προϋπόθεση εισαγωγής περισσότερης ελευθερίας στην Εκπαίδευση. Ως φιλελεύθερος, ως απόφοιτος ελληνικού δημόσιου σχολείου (και Πανεπιστημίου) και ως γονιός παιδιών που φοιτούν σε βελγικό δημόσιο σχολείο θεωρώ ότι η αξιολόγηση έρχεται μέσω της (ολοένα και περισσότερης) ελευθερίας, όχι ως συνέπεια της.
Να δεχθούμε ότι αξιολόγηση δεν γίνεται από την μία μέρα στην άλλη, ειδικά μετά από δεκαετίες επικράτησης του εξισωτισμού προς τα κάτω και της κουλτούρας άρνησης της αξιολόγησης. Αυτό ωστόσο δεν γίνεται, όχι γιατί είναι δυσερφάμοστη (που είναι) αλλά γιατί απουσιάζει το ίδιο το πλαίσιο ελευθερίας.
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων του προγράμματος PISA του ΟΟΣΑ είναι αποκαλυπτική: δεν είναι μονάχα ότι είμαστε διαχρονικά κάτω από τον μ.ό των χωρών της Ε.Ε. σε επίπεδο αποτελεσμάτων, αλλά κυρίως το ότι “τα ελληνικά σχολεία έχουν τον μικρότερο βαθμό αυτονομίας από όλα τα υπόλοιπα σχολεία που συμμετέχουν στο πρόγραμμα PISA”.
Οι αριστερές πολιτικές, ωστόσο, δεν είναι το πρόβλημα μας.
Την εποχή αυτή στο Βέλγιο, οι γονείς και κηδεμόνες αφιερώνουν τα Σαββατοκύριακα τους και βραδινές ώρες εντός της εργάσιμης εβδομάδας σε επισκέψεις σε βελγικά δημόσια σχολεία.
Από την τετάρτη και πέμπτη δημοτικού ήδη, ξεκινάει η διερεύνηση του σε ποιο γυμνάσιο θα γραφτούν τα παιδιά. Γιατί, αντίθετα με την Ελλάδα, η εγγραφή δεν γίνεται υποχρεωτικά με βάση την διεύθυνση κατοικίας των μαθητών/μαθητριών. Είναι πολύ συνηθισμένο για παιδιά να ξυπνούν καθημερινά μισή ή και μία ώρα νωρίτερα προκειμένου να πηγαίνουν σε δημόσιο σχολείο που επέλεξαν οι γονείς αν εκείνα τις περιοχής που μένουν ή δεν τους ικανοποιούν ή απλά δεν βολεύουν (λόγω δουλειάς π.χ.).
Κάθε γονιός και κάθε μαθητής/μαθήτρια αξιολογεί διαφορετικά και με διαφορετικά κριτήρια, με ψυχρή λογική ή με το συναίσθημα. Αυτό είναι που πρέπει να καταλάβουμε, όχι μόνο η κυβέρνηση αλλά και οι Πολίτες συνολικά.
Αν θέλει ο γονιός περισσότερη πειθαρχία, αυστηρό κώδικα ενδυμασίας και υποχρεωτικά θρησκευτικά, υπάρχουν τα καθολικά σχολεία που γενικά έχουν πολύ καλή φήμη.
Τα σχολεία μπορεί να διαχωρίζονται με βάση την έμφαση στους καλούς βαθμούς. “Δεν υπάρχουν επίσημα όρια, αλλά αν το παιδί πήρε κάτω από το 70% στις πρoαγωγικές εξετάσεις από το δημοτικό στο γυμνάσιο (!), τότε σε εμάς θα δυσκολευτεί”, μας είπαν σε ένα σχολείο.
Μπορούν επίσης να διαφοροποιηθούν στον τρόπο διδασκαλίας. Υπάρχουν σχολεία, δημόσια πάντα, που θεωρούνται εναλλακτικά – λιγότερη έμφαση στους βαθμούς, περισσότερη προαγωγή της βιωματικής και διαδραστικής μάθησης.
Άλλα θα διαφοροποιηθούν στα μαθήματα επιλογής. Μερικά για παράδειγμα θα προσφέρουν ως επιλογή ακόμα και 8 ώρες μαθηματικά την εβδομάδα, άλλα θα προωθήσουν σοβαρά την διδασκαλία της δεύτερης επίσημης γλώσσας (γιατί αυτό δεν είναι ο κανόνας, τουλάχιστον στο γαλλόφωνο τμήμα του Βελγίου).
Σε άλλα το δυνατό σημείο μπορεί να είναι η διδασκαλία ορισμένων μαθημάτων στα αγγλικά, π.χ. ιστορία και γεωγραφία. Για την περιφέρεια των Βρυξελλών π.χ. επιτρέπονται εδώ και λίγα χρόνια μέχρι και 13 ώρες/βδομάδα!
Από την υποδοχή στην είσοδο και για δύο ώρες αξιολογούνται τα πάντα: Οι τουαλέτες, οι υποδομές, οι τοίχοι, η εξυπηρετικότητα των καθηγητών, μαθητών και εθελοντών που θα αναλάβουν την ξενάγηση. Κάθε σχολείο ετοιμάζει ξεχωριστά φυλλάδια και φακέλους υποψηφιότητας με όλες τις πληροφορίες.
Η παρουσίαση του/της Διευθυντή/Διευθύντριας σε μία πολυπληθή αίθουσα είναι περιεκτική και σωστά δομημένη: Εμπνέει φόβο ή σεβασμό; Πολιτικοποιεί; Γιατί αυτό το σχολείο και όχι τα άλλα; Η παρουσίαση του Προέδρου του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων είναι πειστική; Τα παιδιά που φοιτούν ήδη εκεί και παρουσιάζουν τα ίδια τα projects που έχουν και μιλούν τα ίδια για τα μαθήματα τους μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας, φαίνεται να είναι ικανοποιημένα; Συμμετέχει το σχολείο σε μαθηματικές ολυμπιάδες ή σε διαγωνισμούς ρομποτικής; Τι επιλογές αθλημάτων ή άλλων δραστηριοτήτων δίνουν στο μεσημεριανό διάλειμμα;
Το σχολείο – εκπαιδευτικοί, μαθητές, εθελοντές – πρέπει να εμπνέει. Λιγότερες αιτήσεις από την μία χρονιά στην άλλη σημαίνουν και σταδιακή απώλεια ίσως της καλής φήμης. Και αυτό εν τέλει λειτουργεί αρνητικά για τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές που φοιτούν ήδη εκεί.
Γυρνώντας πίσω στην Ελλάδα, γυρνώντας την σελίδα από την αριστερή διακυβέρνηση, θα χάσουμε πολύτιμο χρόνο και πόρους συμπληρώνοντας ηλεκτρονικά ερωτηματολόγια, περιμένοντας από την Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε να τα συγκεντρώσει και μετά να ορίσει τα one-size-fits-all κριτήρια αξιολόγησης και τα αποτελέσματα που όλοι θα αποδεχθούν πανελλαδικά;
Ας καταλάβουμε πρωτίστως ότι το πρόβλημα μας δεν είναι η αριστερά ούτε οι στρατευμένοι συνδικαλιστές της. Η πρόκληση είναι πως η κυβέρνηση και οι Πολίτες συνολικά θα ξεπεράσουμε τον φόβο που προκαλεί η μετάβαση στην Ελευθερία. Εκείνα τα σχολεία που δεν θα μπορούν να διαφοροποιηθούν και να είναι ελκυστικά, εκείνα ακριβώς θα πρέπει να αποτελέσουν το επίκεντρο ενδιαφέροντος μιας “Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας”. Και ακολούθως η επιλογή των Διευθυντών και εκπαιδευτικών για τα σχολεία αυτά θα έχει άλλες απαιτήσεις. Προφανώς θα χρειάζονται και ουσιαστικά κίνητρα επίτευξης στόχων. Αυτοί/αυτές που θα καταφέρουν να καταστήσουν ένα υποβαθμισμένο σχολείο ελκυστικό θα πρέπει να επιβραβεύονται.
Εννοείται ότι καμία λύση από το εξωτερικό δεν είναι τυφλοσούρτης. Στις γεωγραφικά απομακρυσμένες περιοχές και σε μικρά νησιά, όπου εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να υπάρχει πληθώρα ανταγωνιστικών επιλογών, απαιτείται καινοτομία.
Αλλά, όπως η Αξιολόγηση, έτσι και η Καινοτομία είναι επακόλουθο της Ελευθερίας.