Θα μπορούσαν ελληνικά νησιά να φιλοξενήσουν εταιρείες χαρτοφυλακίου με χαμηλή φορολογία, όπως συμβαίνει στο Λουξεμβούργο; Να θεσμοθετηθούν φορολογικά κίνητρα για τις εταιρείες τεχνολογίας, όπως συμβαίνει στην Ολλανδία; Να δημιουργηθούν Ελεύθερες Οικονομικές Ζώνες, όπως συμβαίνει σε επτά στις δέκα χώρες του πλανήτη; Σωστά επιλέχτηκε το Ελληνικό για να σταλεί ένα μήνυμα στους ξένους επενδυτές, αλλά αυτό στο τέλος είναι μία σταγόνα στον ωκεανό.
Έχει πολύ δουλειά μπροστά της η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η χώρα έχει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης, επειδή τα προηγούμενα χρόνια δεν έγιναν σημαντικά πράγματα. Έχουμε μείνει πίσω σε όλους τους τομείς κι αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα στη σύγκριση της Ελλάδας με άλλες Βαλκανικές χώρες. Που βρισκόμασταν και που είμαστε τώρα. Αυτό, λοιπόν, δίνει ένα bonus στον κ. Μητσοτάκη, καθώς εξασφαλίζει ότι θα παραχθεί ούτως ή άλλως κάποιο αποτέλεσμα. Η δυστυχία που προκάλεσαν οι προηγούμενοι με την χαρακτηριστική ανικανότητά τους, δημιουργεί τις συνθήκες της πολιτικής νίκης του κ. Μητσοτάκη. Όταν ξεκινάει κανείς από μία χαμηλή βάση και εργάζεται προς την σωστή κατεύθυνση, κάτι θα πετύχει στο τέλος. Μοιάζει να είναι κυνικό, αλλά είναι η αλήθεια.
Το θέμα όμως δεν είναι να δείξουμε ότι η ανάπτυξη επί των ημερών του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι μεγαλύτερη από εκείνη που ήταν επί των ημερών του Αλέξη Τσίπρα. Αυτό ήταν κάτι που το γνωρίζαμε ήδη πριν ο κ. Μητσοτάκης γίνει πρωθυπουργός. Κι αυτό άλλωστε ήταν που το Χρηματιστήριο έσπευσε να προεξοφλήσει, όπως και οι διεθνεiς αγορές ομολόγων.
Το ζητούμενο είναι να αξιοποιήσει η χώρα τις πραγματικές της δυνατότητες. Να χρησιμοποιήσει όλα τα όπλα που έχει στην διάθεσή της, να βρει δημιουργικούς τρόπους για να προσελκύσει επενδύσεις και κεφάλαια. Η χώρα πρέπει να πετύχει ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Χρειάζεται ρυθμούς ανάπτυξης τύπου Κίνας για να μπορούμε να πούμε ότι θα έχουμε πετύχει τους στόχους μας. Κι αυτό δεν μπορεί να συμβεί μόνο με το Ελληνικό ή πέντε έξι ακόμη επενδύσεις.
Η Ελλάδα πρέπει να γίνει ένας διεθνής προορισμός κεφαλαίων! Είναι εύκολο να το λέει κάποιος, αλλά δύσκολο να γίνει πράξη. Κι αυτό διότι τα διεθνή κεφάλαια δεν περίμεναν την διακυβέρνηση Μητσοτάκη για να έρθουν στην Ελλάδα. Όλα αυτά τα χρόνια έχουν σχηματίσει μία κακή εικόνα για την Ελλάδα και θα πρέπει οι σύμβουλοι του κ. Μητσοτάκη να γίνουν πολύ δημιουργικοί για να μπορέσουν να ξεπεράσουν αυτόν τον σκόπελο.
Πολλές φορές στο παρελθόν, για παράδειγμα, υπήρξαν πολιτικοί που πίστεψαν ότι ήταν αρκετό να απευθυνθούν στους Έλληνες εφοπλιστές και να τους φέρουν με το φιλότιμο πίσω στην πατρίδα. Οι εφοπλιστές έχουν αποδείξει πολλές φορές τον πατριωτισμό τους. Τρελοί όμως δεν είναι!
Όπως τρελός δεν είναι κάποιος που έχει επιβιώσει στην αρένα των αγορών. Είναι αστείο να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να τα καταφέρει μόνο με ωραία λόγια απέναντι σε ανθρώπους που έχουν δοκιμαστεί στην φωτιά και στο ατσάλι. Τι μετράει αυτή την στιγμή ένας επενδυτής; Έλληνας ή ξένος; Ότι δεν υπάρχουν διασφαλίσεις ότι τα κεφάλαιά τους θα κινδυνεύσουν στο μέλλον από τη… δημιουργική ασάφεια ενός Βαρουφάκη. Ότι δεν τους διασφαλίζει κάποιος ότι δεν θα ξυπνήσουν αλαφιασμένοι ένα πρωί επειδή κάποια ελληνική κυβέρνηση θα επιβάλλει κάποιο αυτοκτονικό σχέδιο, όπως συνέβη με τα capital controls στις τράπεζες το 2015. Ότι δεν θα εισβάλλουν οι Ρουβίκωνες στα γραφεία τους, κάνοντας… ακτιβισμό με τις πλάτες του κράτους.
Η Ελλάδα πρέπει να γίνει μία φιλική χώρα για τις επενδύσεις. Κι αυτό δεν θα επιτευχθεί μόνο γιατί το θέλει ο σημερινός πρωθυπουργός. Πρέπει να το θέλει όλος ο πολιτικός κόσμος και προπαντός ο ελληνικός λαός. Κανείς επενδυτής δεν θα παίξει με την πιθανότητα να θεωρήσει ο Έλληνας ψηφοφόρος ότι λεφτά υπάρχουν και να εννοεί τα κεφάλαια των επενδυτών.
Το παράδειγμα της Κύπρου είναι χαρακτηριστικό. Το επενδυτικό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί δεν έχει αμφισβητηθεί ούτε από τους κομμουνιστές. Ακριβώς επειδή και αυτοί συνέβαλλαν στην δημιουργία του.
Το πρώτο πράγμα, λοιπόν, που πρέπει να συμβεί είναι να ανοίξει ο κ. Μητσοτάκης μια μεγάλη συζήτηση για τις επενδύσεις. Για να ξεκαθαρίσουμε ως κοινωνία τι ακριβώς θέλουμε. Και στην συνέχεια τα πολιτικά κόμματα. Έτσι ώστε στο τέλος να υπάρχει μια σαφής εικόνα γιατί προχωράμε ή γιατί δεν προχωράμε.
Το επόμενο βήμα είναι να αξιοποιήσουμε όλες τις δυνατότητες που μας δίνονται. Να μελετήσουμε αυτά που έχουν κάνει στο Λουξεμβούργο, στην Ολλανδία, στην Ιρλανδία, στην Ρουμανία και να πάρουμε ιδέες.
Το Ελληνικό είναι η αρχή. Είναι στην πραγματικότητα η εκκίνηση ενός μαραθώνιου. Μια καλή εκκίνηση είναι πάντα χρήσιμη. Χρειάζεται όμως αντοχή, χρειάζεται σχέδιο και αρκετή τύχη. Αλλά μιλάμε για μαραθώνιο και όχι για ένα αγώνισμα ταχύτητας. Αυτό είναι το στοίχημα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Να κάνει την διαδρομή, να μην εγκαταλείψει. Κι αν καταφέρει να κερδίσει το αγώνισμα, αν μπορέσει η Ελλάδα να γίνει ο μεγαλύτερος προορισμός για τους διεθνείς επενδυτές, ακόμη καλύτερα!
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]