Μπαίνοντας στον τρίτο χρόνο της πανδημίας, ζούμε πλέον όσα αρκετοί αναλυτές, από τους πρώτους μήνες του 2020 είχαν προβλέψει ότι αργά ή γρήγορα θα συμβούν: οι δυτικές κοινωνίες που πανικόβλητες, χωρίς να το σκεφτούν και πολύ, ακολούθησαν το παράδειγμα του κινεζικού καθεστώτος και επέβαλαν σκληρά και παρατεταμένα λόκνταουν, βρίσκονται αντιμέτωπες με την έκρηξη των κάποιων πολιτών.
Η ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, με τις ταυτοτικές ιδιαιτερότητες που έχει σφυρηλατήσει η κουλτούρα και κυρίως η ιστορία κάθε χώρας, έσπευσε και κατάφερε τελικά να λειτουργήσει ως πλαίσιο, ως πλατφόρμα έκφρασης του κύματος δυσαρέσκειας που έχει βέβαια διαφορετικές πηγές και αφετηρίες (από αναρχικούς που εξεγείρονται κατά του κράτους μέχρι θρησκόληπτους που κραδαίνουν τον Εσταυρωμένο σε διαδηλώσεις κατά των εμβολίων) και το πιο επικίνδυνο βέβαια είναι ότι καταφέρνει να οργανώσει όλο αυτό το αλλοπρόσαλλο πλήθος προσδίδοντάς του κινηματικές διαστάσεις.
Από το καλοκαίρι ακόμα γράφαμε πως αυτό που κάνει τις ομάδες των αντιεμβολιαστών στη χώρα μας επικίνδυνες είναι ότι καταφέρνουν να δρουν οργανωμένα και συντονισμένα σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Με τη βοήθεια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αλλά και των συστημικών ηλεκτρονικών ΜΜΕ που ηλιθιωδώς καλούν στα πάνελ κάθε λογής «νούμερο» στο κυνήγι της τηλεθέασης, κατάφερναν να οργανώνουν διαμαρτυρίες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας ταυτοχρόνως.
Επί υπουργίας Μιχάλη Χρυσοχοΐδη είχε δοθεί εντολή στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛΑΣ να διερευνά ομάδες στα ΜΚΔ που διέσπειραν ψευδείς ειδήσεις για τον ιό και να στέλνουν φακέλους στον Εισαγγελέα. Βέβαια, η δουλειά αυτή για να αποδώσει καρπούς πρέπει να γίνεται συστηματικά, καθημερινά και με συνέχεια κάτι που μάλλον δεν συνέβη αφού λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ο υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος εξήγγειλε κι αυτός με τη σειρά τους ότι θα το πράξει. Ούτε μάθαμε αν τελικά το έκανε, ούτε αν προχωράει αυτή η σημαντική επιχείρηση.
Στη χώρα μας η κατάσταση είναι ιδιαιτέρως εύθραυστη για πλήθος λόγων που έχουμε κατά καιρούς αναλύσει: η ακροδεξιά που στέργει τους αντιεμβολιαστές έχει στενές σχέσεις τόσο με την Εκκλησία όσο και με τον όμορο χώρο της Νέας Δημοκρατίας.
Κι ενώ η Νέα Δημοκρατία κάνει ειλικρινείς, έντιμες και φιλότιμες προσπάθειες να περιφρουρήσει τα δεξιά της δεν το καταφέρνει πάντα. Ένα έμπειρο μάτι που γνωρίζει και την ανθρωπογεωγραφία του διαδικτύου μπορεί να διακρίνει τους ακροδεξιούς θύλακες σε χώρους που δεν έχουν καμία δουλειά να βρίσκονται ενώ πρέπει να επισημάνουμε ότι η Νέα Δημοκρατία δεν έχει προχωρήσει στη διαγραφή του Κωνσταντίνου Μπογδάνου και άλλων ακροδεξιών πολιτευτών που βρέθηκαν στα ψηφοδέλτιά της το 2019 και συνεχίζουν να παράγουν γάργαρο ακροδεξιό πολιτικό λόγο δίνοντάς τους ελπίδες ότι θα περιληφθούν εκ νέου στα ψηφοδέλτιά της.
Όμως, ενώ η Νέα Δημοκρατία καταβάλλει ειλικρινείς προσπάθειες να περιφρουρήσει το κόμμα από τα ακραία στοιχεία τα οποία μπορούν να προσδώσουν κύρος στους αντιεμβολιαστές και τους αρνητές της πανδημίας, δεν συμβαίνει το ίδιο με τον ΣΥΡΙΖΑ που δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια να αποκόψει την ακροδεξιά, αντιεμβολιαστική του συνιστώσα της οποίας ηγείται ο Παύλος Πολάκης.
Στις 27 Ιουλίου γράφαμε ότι η κυβέρνηση χειρίζεται πολύ σωστά το θέμα των αντιεμβολιαστών ενώ τον Οκτώβριο γράψαμε ότι σωστά χειρίστηκε και το θέμα των παρελάσεων στη Θεσσαλονίκη. Εμμένουμε και σήμερα σε αυτή την αντιδημοφιλή θέση.
Κορυφαίοι συνταγματολόγοι μας έχουν διαβεβαιώσει ότι επέκταση του υποχρεωτικού χαρακτήρα του εμβολιασμού δεν συνιστά καμία απολύτως παραβίαση ατομικού δικαιώματος. Παρ’όλα αυτά η κυβέρνηση προχωράει πολύ προσεκτικά. Πράττει άριστα.
Όχι πως όσοι διστάζουν να εμβολιαστούν ασκούν κάποιο κατοχυρωμένο δικαίωμα. Όμως οι ίδιοι αυτό πιστεύουν και προκειμένου η κοινωνία να μην γίνει «κέρματα» η κυβέρνηση αυξάνει, σταδιακά, την πίεση, ενώ ξέρει ότι αυτή της η στάση προκαλεί δυσφορία σε αρκετούς.
Βρισκόμαστε στη φάση που το μεγάλο διακύβευμα είναι η κοινωνική συνοχή.
Στα κόμματα (και το κυβερνητικό) πέφτει μεγαλύτερο βάρος να περιορίσουν το φαινόμενο στις τάξεις τους.
Τεράστια ευθύνη έχουν και τα Μήντια τα οποία πρέπει, επιτέλους, να σταματήσουν να εμφανίζουν όλους αυτούς τους απίθανους ανθρώπους και μάλιστα σε ζώνες μεγάλης ακροαματικότητες.
Η Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος έχει κι αυτή ένα σημαντικό καθήκον να επιτελέσει.
Η κυβέρνηση σωστά προκρίνει την κοινωνική συνοχή και πρέπει να εξαντλήσει κάθε δυνατό περιθώριο πίεσης πριν αναλάβει νέες πρωτοβουλίες.