«Γράφω εδώ και 15 χρόνια με σαφώς μεγαλύτερους ρυθμούς από αυτούς που εκδίδονται τα βιβλία μου. Αν προσθέσω και γύρω στα 10 διηγήματα ή νουβέλες η λίστα αυτών που θεωρητικά γράφω (αλλά έχω ήδη γράψει) είναι πολύ μεγάλη. Κυρίως, γιατί έχοντας μετά από άπειρα κείμενα μου τυπωμένα στον τύπο δεν έχω το ανικανοποίητο ή τη φιλοδοξία κάποιου που θέλει απαραίτητα να δει στο χαρτί τις ιδέες του. Έτσι γράφω περισσότερο χρησιμοποιώντας τη διαδικασία ως μια προσωπική άσκηση, μια πρόκληση, ένα εγκεφαλικό παιχνίδι. Κάποτε, ένας πολύ γνωστός ζωγράφος μου είχε πει: ''Γράφε, δημιούργησε όταν και όσο μπορείς. Γιατί μια μέρα ίσως να μην μπορείς''. Τηρώ μέχρι σήμερα τη συμβουλή του.»
Ο Δημήτρης Καρύδας έχει δει πολλές φορές το όνομά του τυπωμένο στο χαρτί και τη φάτσα του στο γυαλί, αν γράφει, γράφει καθαρά για την χαρά και για την έκπληξη της γραφής. Ωστόσο, σε ζητήματα ίντερνετ υπήρξε πρωτοπόρος. Διότι την εποχή που εκδόθηκαν τα διήγήματά του «Παγιδευμένοι στο δίκτυο» οι περισσότεροι ήμαστε ακόμα έξω απ’ αυτό. Ωστόσο εκείνος ήδη γνώριζε όλα τα μυστικά. Παρότι ακόμα υποστηρίζει για την λογοτεχνική του γραφή ότι «Δεν διαθέτω…. ρουτίνα γραφής! Γράφω παντού από το γραφείο του σπιτιού μου σε αίθουσες αναμονής αεροδρομίων μέχρι και στο πίσω κάθισμα ενός…. ταξί! Ούτε συγκεκριμένες συνήθειες. Απλά, τον τελευταίο καιρό γεμίζω τις τσέπες μου με…. χαρτάκια που περιλαμβάνουν σημειώσεις με φράσεις, ιδέες, καταστάσεις που είτε άκουσα, είτε σκέφτηκα ξαφνικά. Μερικές φορές προσπαθώ να διασώσω και… όνειρα που έχω δει. Γενικά, γράφω ακατάστατα. Υπάρχουν περίοδοι εξαιρετικά δημιουργικές και άλλες που απλά δεν γράφω ούτε λέξη.»
Και μας ανοίγει, ειδικά για το liberal.gr το λογοτεχνικό του εργαστήρι.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κύριε Καρύδα, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Δεν διαθέτω…. ρουτίνα γραφής! Γράφω παντού από το γραφείο του σπιτιού μου σε αίθουσες αναμονής αεροδρομίων μέχρι και στο πίσω κάθισμα ενός…. ταξί! Ούτε συγκεκριμένες συνήθειες. Απλά, τον τελευταίο καιρό γεμίζω τις τσέπες μου με…. χαρτάκια που περιλαμβάνουν σημειώσεις με φράσεις, ιδέες, καταστάσεις που είτε άκουσα, είτε σκέφτηκα ξαφνικά. Μερικές φορές προσπαθώ να διασώσω και… όνειρα που έχω δει. Γενικά, γράφω ακατάστατα. Υπάρχουν περίοδοι εξαιρετικά δημιουργικές και άλλες που απλά δεν γράφω ούτε λέξη.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Δύσκολη ερώτηση. Συνήθως υπάρχει ένα αρχικό πλάνο πολύ δυσδιάκριτο, περίπου τι θέλω να πει η ιστορία. Στη διαδρομή, συνήθως πλάθεται ο συγγραφικός πηλός με καινούργιες ιδέες, αλλαγές και προσθαφαιρέσεις. Για να γεννηθεί η ιδέα του πρώτου μου βιβλίου (Lucky Strike) αρκούσε η τηλεοπτική εικόνα που είδε όλος ο πλανήτης: Η πτώση των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη. Έστω και αν το βιβλίο ξεκίνησε να γράφεται πολύ αργότερα, στα μέσα της επόμενης χρονιάς, βασισμένο σε εκείνη την αρχική αναλαμπή: «Ήμουν ακριβώς εκεί πριν από δύο μήνες. Θα μπορούσα να είμαι εκεί τη μοιραία μέρα».
Για να ξεκινήσω τη Φιλική Εταιρεία Πνεύματος, το τελευταίο μου μυθιστόρημα, αρκούσε μια φράση που μου είπε ένας συνάδελφος πολλά χρόνια, 6-7 νομίζω, νωρίτερα: «Τι δουλειά έχεις εσύ αλεξιπτωτιστής και ουρανοκατέβατος στη λογοτεχνία;». Εποχές, βλέπετε, που ήταν αδιανόητο ένας δημοσιογράφος που ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ να γράψει βιβλία. Από εκεί ξεκίνησε η αρχική ιδέα που πάντως αργότερα μεταλλάχθηκε αρκετά.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Μια νουβέλα μου που δεν έχει εκδοθεί ακόμη και δεν ξέρω αν και πότε θα εκδοθεί! Είναι μια σύγχρονη ιστορία-παραλλαγή του Έρωτα στα χρόνια της χολέρας του Μάρκες και βασίζεται σε μια αληθινή ιστορία. Ένα βράδυ, χειμώνας του 2018 ήταν, ένα ζευγάρι που γνώρισα εντελώς τυχαία σε ένα ροκ μπαρ μου είπε τη φοβερή ιστορία που αρχικά τους χώρισε και μετά από πολλά χρόνια τους συνέδεσε. Ήταν μια ασύλληπτη υπόθεση ερωτικής εμμονής και ανθρώπινης επιμονής, διανθισμένη από μερικές απίστευτες συμπτώσεις!
Δύο τρεις μήνες αργότερα, έτυχε να βρεθώ σε ένα reunion παλαιών συμμαθητών από τα χρόνια του λυκείου και το ίδιο βράδυ μια αλληλουχία σκέψεων που συνέδεσε τα δύο –φαινομενικά- άσχετα γεγονότα μεταξύ τους με οδήγησε στη συγγραφή μιας εκτενούς νουβέλας. Την έγραψα ακριβώς σε τρεις μέρες δουλεύοντας ακατάπαυστα και αφού άλλαξα πολλά στοιχεία (ονόματα, τοποθεσίες, επαγγέλματα κλπ.) της αρχικής αφήγησης. Κράτησα όμως σχεδόν χωρίς παραλλαγές τη βάση της ιστορίας αλλάζοντας (αρκετά) το τέλος. Μετά την εγκατέλειψα στα βάθη του υπολογιστή μου και κάποια στιγμή ενδεχόμενα να εκδοθεί μαζί με τις ευχαριστίες μου σε εκείνο το ζευγάρι.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Δεν ξέρω ειλικρινά την απάντηση. Στο μυαλό μου μέχρι τώρα κυριαρχεί η αίσθηση ότι γράφω αστικά ενήλικα παραμύθια, συνήθως με κακό τέλος. Υπάρχει η θεωρία ότι γράφουμε σε όλη μας τη ζωή το ίδιο βιβλίο και το αντεστραμμένο είδωλο της: Ότι γράφουμε μια διαφορετική ιστορία κάθε φορά. Δεν με έχει απασχολήσει ποτέ η συγκεκριμένη σκέψη, συνεπώς αδυνατώ να απαντήσω. Ισχύει ότι γράφω όταν έχω μια ιδέα στο μυαλό μου.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Κίνηση, ζωή, δράση, ανατροπές. Η αγαπημένη μου φίλη Ελένη Γκίκα μου είχε πει κάποτε ότι ‘’εσύ γράφεις πέντε βιβλία μέσα σε ένα’’. Δεν μπορώ κάθε λογής ‘’ακινησία’’ και στασιμότητα, ούτε ατέρμονες περιγραφές. Θέλω στα βιβλία μου να υπάρχει μια διαρκής κίνηση και όσο το δυνατόν περισσότερες αλλαγές. Κάπως έτσι έχω αφήσει για χρόνια στην άκρη ιδέες που αισθανόμουν ότι δεν μπορώ να αναπτύξω όπως θα ήθελα. Ίσως φταίνε οι αναγνωστικές επιρροές μου. Διαβάζω πολύ και έχω αναγνωστική αδυναμία τους page turners συγγραφείς.
Όπως και εκείνους που δημιουργούν ένα δικό τους σύμπαν και βλέπουν είτε αλληγορικά, είτε πραγματικά, δίπλα τους πράγματα που όλοι οι υπόλοιποι δεν βλέπουν. Φέρνω ως παράδειγμα μια συγγραφέα που λατρεύω να διαβάζω: Την Ιωάννα Μπουραζοπούλου. Δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω (παρότι είμαι φανατικός αναγνώστης του) μια ιστορία στο ύφος και το στιλ του Τόμας Πίντσον. Είναι μοναδικός να γράφει και να παρουσιάζει πράγματα και καταστάσεις. Όποιος άλλος προσπαθήσει να τον μιμηθεί κινδυνεύει να φανεί γελοίος!
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Να έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία να μου… πει! Τον χαρακτήρα του τον φτιάχνω στη διαδρομή της γραφής. Το μείζον είναι η ιστορία, η σκέψη, η ιδέα. Για αυτό και οι περισσότεροι χαρακτήρες των βιβλίων μου είναι φριχτά ατελείς ως άνθρωποι.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Δύο ολόκληρες ιστορίες από τα διηγήματα της συλλογής ‘’Παγιδευμένοι στο δίκτυο’’ έφτασαν στα χέρια μου εκείνη την εποχή με παράξενους τρόπους που σήμερα είναι αποδεκτοί και αποτελούν καθημερινότητα για όλους. Τότε δεν υπήρχε καλά καλά το Facebook και τα social media ήταν κτήμα ελαχίστων.
Τώρα, αυτές οι ιστορίες θα ήταν υπόθεση όλων ενδεχόμενα μέσα σε λίγα λεπτά. Στην πρώτη περίπτωση μια άγνωστη (και παραμένει) άγνωστη μέχρι σήμερα κοπέλα μου διηγήθηκε την περιπέτεια της με ένα ηλικιωμένο άντρα την ώρα που παίζαμε….. τάβλι στο διαδίκτυο. Δεν μιλήσαμε ποτέ δια ζώσης, δεν την γνωρίζω, δεν ξέρω καν γιατί με εμπιστεύθηκε αλλά η ιστορία είχε πράγματι πολύ ενδιαφέρον. Ακριβώς στην ίδια λογική μια άλλη ιδέα που στη διαδρομή τη δούλεψα και την άλλαξα πολύ μου ήρθε τότε στα χέρια μέσω ενός μέιλ από ένα φίλο.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Δεν θυμάμαι ποιο ήταν. Ξεκίνησα να διαβάζω βιβλία από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Σχεδόν μισό αιώνα πριν. Λογικά και αν κρίνω από αυτά που υπάρχουν στη βιβλιοθήκη μου πέρα από τα κλασικά κόμιξ της εποχής (αρχές δεκαετίας του ’70) όπως η Μάσκα και το Μυστήριο του Τζίμη Κορίνη πρέπει να ήταν τα βιβλία του Ιούλιου Βερν. Ακόμη και την εποχή που τα διάβασα μερικά από όσα περιέγραφε ήταν περίπου αδιανόητα επιτεύγματα για την ανθρωπότητα. Στα παιδικά μου χρόνια ο Βερν ήταν σίγουρα η πρώτη αναγνωστική εμμονή μου.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Σαφώς. Στα 13 μου διάβασα το βιβλίο που έμελλε να…. αποφασίσει για την επαγγελματική μου διαδρομή. Το «Κατηγορώ» του Εμίλ Ζολά. Είχα δει λίγο νωρίτερα στην ασπρόμαυρη τηλεόραση της εποχής την σχετική Ελληνική ταινία με τίτλο «Είμαι αθώος» χωρίς να αντιληφθώ ότι βασιζόταν στο βιβλίο. Μερικούς μήνες αργότερα διάβασα το «Κατηγορώ’» σε μια έκδοση της εποχής (από τον εκδοτικό οίκο Ζουμπουλάκη) με ένα ωραίο έγχρωμο εξώφυλλο σε σκληρόδετο τόμο. Όταν το έκλεισα είχα αποφασίσει ότι θέλω να γίνω δημοσιογράφος.
Δύο βιβλία που αργότερα λάτρεψα και πολλές φορές επανέρχομαι σε αυτά ανακαλύπτοντας κάθε φορά και κάτι καινούργιο τα διάβασα σε μεγαλύτερη ηλικία. Κοντά στα 20 μου χρόνια. Αναφέρομαι στο ‘’Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης’’ του ‘Ιταλο Καλβίνο και τον ‘’Πεζό λόγο’’ του Κώστα Βάρναλη. Είναι από τα ελάχιστα βιβλία που μπορώ να (ξανα)διαβάσω και πρέπει να το έχω κάνει αρκετές φορές στη ζωή μου.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Μεγάλη η λίστα. Από την Ελλάδα ανέφερα ήδη την Μπουραζοπούλου, λατρεύω τα βιβλία του Χωμενίδη και από τους παλαιότερους Εμπειρίκος (λόγω του Μεγάλου Ανατολικού κυρίως), Καζαντζάκης, Βάρναλης. Από ξένους ανέφερα ήδη τον Πίντσον και τα τελευταία χρόνια με μάγεψε ο Φίλιπ Κερ. Εξαιρετικός είναι επίσης ο Σομόθα, που έχει την ικανότητα να κινείται με μεγάλη άνεση σε διαφορετικά είδη ή να τα παντρεύει ιδανικά στα βιβλία του. Πρόσφατα με τις εκδόσεις των βιβλίων του στα Ελληνικά ανακάλυψα τον Αντουάν Μπελό που με εντυπωσίασε με το εύρος των συγγραφικών ιδεών του και των θεμάτων που καταπιάνεται.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Διαβάζω πάντα, παντού και τα πάντα. Δεν υπάρχει περίοδος που δεν διαβάζω, οπότε, ναι όταν γράφω διαβάζω. Το σίγουρο είναι ότι ακούω μουσική γράφοντας. Πολλές φορές, όχι λόγω θεματολογικής συνάφειας διαλέγω ένα συγκρότημα ή ένα καλλιτέχνη και ακούω τη δουλειά τους μέχρι…. εξαντλήσεως. Νομίζω, ότι η μουσική μου δίνει τεράστια ώθηση. Δεν απαιτώ σιωπή, αντίθετα τα πολύβουα δημοσιογραφικά γραφεία μου έχουν μάθει να δουλεύω με φασαρία χωρίς να διασπάται η προσοχή μου. Γι' αυτό πολλές φορές αφήνω τον βολικό χώρο του γραφείου μου. Ταξιδεύοντας πολύ –λόγω δουλειάς- επίσης προτιμώ να αφήνω το απρόσωπο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου και να γράφω σε ένα καφέ ή σε μια πλατεία της πόλης που βρίσκομαι. Αποκτώ την ψευδαίσθηση ότι είμαι ένα κομμάτι της, αν και ξένος, περαστικός που μετά από ώρες ή μέρες θα την εγκαταλείψει.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Και σε αυτό που γράφω χθες ή θα γράψω αύριο ενδεχόμενα. Έχω 4-5 ολοκληρωμένα βιβλία που περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους για να εκδοθούν. Συνήθως χρειάζονται μια τελευταία ματιά, κάποιες τελευταίες λεπτομέρειες. Γράφω εδώ και 15 χρόνια με σαφώς μεγαλύτερους ρυθμούς από αυτούς που εκδίδονται τα βιβλία μου. Αν προσθέσω και γύρω στα 10 διηγήματα ή νουβέλες η λίστα αυτών που θεωρητικά γράφω (αλλά έχω ήδη γράψει) είναι πολύ μεγάλη. Κυρίως, γιατί έχοντας μετά από άπειρα κείμενα μου τυπωμένα στον τύπο δεν έχω το ανικανοποίητο ή τη φιλοδοξία κάποιου που θέλει απαραίτητα να δει στο χαρτί τις ιδέες του.
Έτσι γράφω περισσότερο χρησιμοποιώντας τη διαδικασία ως μια προσωπική άσκηση, μια πρόκληση, ένα εγκεφαλικό παιχνίδι. Κάποτε, ένας πολύ γνωστός ζωγράφος μου είχε πει: «Γράφε, δημιούργησε όταν και όσο μπορείς. Γιατί μια μέρα ίσως να μην μπορείς». Τηρώ μέχρι σήμερα τη συμβουλή του. Υπάρχουν και 4-5 ακόμη δουλειές που είναι ημιτελείς, τις εγκαταλείπω κατά διαστήματα και επιστρέφω αργότερα σε αυτές όταν νιώθω ότι μπορώ να τις προχωρήσω.