Του Δημήτρη Καμπουράκη
«Ούτε σε τρία νησιά σαράντα χιλιάδες άτομα, ούτε μια μεγάλη πόλη που θα τους έχει όλους μαζί, ούτε μουσουλμανικά γκέτο στις φτωχογειτονιές της Αθήνας, ούτε ξερονήσια που θα τους ξωπετάξουμε και θα τους αφήσουμε. Αφού ούτε πίσω στην πατρίδα τους γυρίζουν, ούτε στην Ευρώπη πρόκειται να πάνε, μία είναι η λύση: Δυο οικογένειες σε κάθε ελληνικό χωριό. Υποχρεωτικά.» Αυτή είναι η λύση του μεταναστευτικού που προτείνει ο περιπτεράς μου.
Θα μου πείτε πως μεταξύ τυρού και αχλαδιού, ο καθένας από μας γίνεται εύκολα Κουμουτσάκος ή Μουζάλας και πιστεύει ότι έχει την λύση του μεταναστευτικού στο τσεπάκι του. Δεν αντιλέγω, απλώς επισημαίνω το γεγονός ότι ο μέσος Έλληνας ασχολείται πλέον με την ουσία του μεταναστευτικού αφήνοντας στην άκρη τους εύκολους αφορισμούς και τις υπεραπλουστεύσεις του πρώτου καιρού. Πριν από πέντε χρόνια, η κοινή γνώμη ήταν διχασμένη με μια κάθετη γραμμή που χώριζε αυτούς που έλεγαν «εξαφανίστε τους» κι αυτών που φώναζαν «δεν πειράζουν κανέναν, είναι αδέρφια μας».
Τώρα πλέον, οι μεν συνειδητοποίησαν ότι τα ανθρώπινα λεφούσια δεν εξαφανίζονται έτσι εύκολα, οι δε κατανόησαν πως τα «αδέρφια» σέρνουν μαζί τους κάποια αξεπέραστα προβλήματα με τα οποία δεν μπορούμε να παίζουμε. Οι μεν αντιλήφθηκαν ότι τα ηρωικά εθνικοπατριωτικά λόγια ή ο θυμός δεν δίνουν τελικά καμιά μακροπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα, οι δε συνειδητοποίησαν ότι ανεξαρτήτως των δικών τους «αδερφικών» συναισθημάτων, η πλειοψηφία των μεταναστών δεν έχει καμιά διάθεση να δει τους Έλληνες ως αδέρφια.
Αρχίσαμε λοιπόν ως λαός, ο καθένας με τις αντιλήψεις του, να ψάχνουμε κάποια πιο δημιουργική λύση για την τύχη της καυτής πατάτας που βρέθηκε στην εθνική μας παλάμη. Πίσω από τα ενδιαφέροντα ή και ευτράπελα που ακούγονται στις συζητήσεις, υπάρχει πλέον η πεποίθηση ότι οι μετανάστες εγκλωβίστηκαν οριστικά στην χώρα μας, οπότε κάτι πρέπει να γίνει μ' αυτούς. Ούτε πίσω θα γυρίσουν (κι ας προσπαθούν οι κυβερνήσεις), ούτε στην Ευρώπη θα περάσουν. Εδώ θα μείνουν. Άρα τι κάνουμε;
Ο περιπτεράς μου βρήκε αυτή την λύση. Έχουμε 6.000 χωριά, ας στείλουμε από δυο οικογένειες μεταναστών σε καθένα απ' αυτά. Ούτε όλοι μαζί θα είναι για να γίνουν γκέτο, ούτε σοβαρή ζημιά μπορούν να κάνουν κάποιοι απ' αυτούς που ίσως είναι επικίνδυνοι. Τα χωριά έχουν ανάγκη από εργατικά χέρια, σιγά-σιγά θα προσαρμοστούν. Στο τέλος-τέλος καλύτερα θα ζουν από την Μόρια ή το στρατόπεδο της Σάμου, όπου κάθε βδομάδα καίνε τα σπιτάκια τους κι έπειτα φωνάζουν πως θα πεθάνουν απ' το κρύο στις σκηνές.
Θα γελάσετε κάποιοι από σας με την «λύση» του περιπτερά μου, θα προβάλλετε και χίλιες αντιρρήσεις ή ενστάσεις, πλην μάθαμε πια ότι στο μεταναστευτικό δεν υπάρχουν εύκολες συνταγές. Όποια λύση κι αν προκριθεί, θα σέρνει πίσω της προβλήματα και παρενέργειες. Αλλά κι αυτό που συμβαίνει σήμερα απλώς δεν είναι λύση, είναι η χρονική μετάθεση στο μέλλον της έκρηξης μιας βόμβας. Θαρρώ πως ήρθε ο καιρός και ωρίμασαν οι κοινωνικές συνθήκες για να κοιτάξουμε το θέμα κατάματα και να προτείνουμε λύσεις ουσίας, μακριά από συνθήματα. Με γνώση πως ό,τι κι αν επιλέξουμε, δεν θα φλερτάρει με την τελειότητα.