Του Σάκη Μουμτζή
Η διάσημη πλέον δήλωση του πρωθυπουργού για τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, αν ήταν γραμμένη από κάποιον που γνώριζε λίγο καλά την Ελληνική γλώσσα, θα μπορούσε να σημαίνει πως οι κυρίαρχες ελίτ που ήταν υπεύθυνες για την σφαγή του Μεγάλου Πολέμου βοήθησαν, εξ αντικειμένου, στην άνοδο του ναζισμού. Αυτό που διαβάσαμε ως δήλωση του Τσίπρα, ήταν «περίπου Ελληνικά». Βέβαια τα Ελληνικά είναι μια δύσκολη γλώσσα με ιδιαίτερο πλούτο—πολλές λέξεις εκφράζουν την ίδια έννοια—και με αριστοτεχνική αρχιτεκτονική ( συντακτικό). Συνεπώς απαιτεί καλούς χειριστές.
Ας δεχτούμε, χάριν της συζητήσεως, πως αυτή η δήλωση ήταν μια από τις πολλές κακές στιγμές των λογογράφων του, ως προς την χρήση της γλώσσας. Όμως η καημένη η Ιστορία τι φταίει; Γιατί την κακοποίησαν; Αν δεν γνώριζαν τι συνέβη στην δεκαετία του 20, ας διάβαζαν. Ή αν βαριόταν να ανοίξουν κανένα βιβλίο, ας ρωτούσαν. Τόσους «φιλοσόφους» έχει η ριζοσπαστική Αριστερά, κάτι θα είχαν ακούσει για την γραμμή του σοσιαλφασισμού της Γ΄Διεθνούς.
Να πάρουμε την ιστορία από την αρχή.
Η ηττημένη Γερμανία αναγκάσθηκε να υπογράψει την συνθήκη των Βερσαλλιών στις 28 Ιουνίου 1919. Με την συνθήκη αυτή αναγνώριζε πως αυτή ήταν η υπεύθυνη του πολέμου, έχανε περίπου το 13% των εδαφών της και τις αποικίες της, ενώ ουσιαστικά έγινε μια αποστρατιωτικοποιημένη χώρα. Οι πολεμικές αποζημιώσεις που υποχρεώθηκε να καταβάλει ήταν δυσβάστακτες.
Μετά την φυγή του Κάιζερ, στην κεντρική πολιτική σκηνή της Γερμανίας κυριάρχησε το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Αυτήν την κυριαρχία την κατέγραψε και το συνέδριο των λαϊκών πληρεξουσίων που έγινε στις 16-20 Δεκεμβρίου 1918. Στις 19 Ιανουαρίου διεξήχθησαν εθνικές εκλογές στις οποίες ο συνασπισμός που ηγούνταν οι σοσιαλδημοκράτες κατέκτησε 329 από τις 421 έδρες του κοινοβουλίου το οποίο συνεδρίαζε στην Βαϊμάρη, λόγω της έκρυθμης κατάστασης που επικρατούσε στο Βερολίνο. Αυτή η Βουλή ψήφισε το ομώνυμο Σύνταγμα, που κατοχύρωνε τα ατομικά δικαιώματα και το κράτος δικαίου.
Οι υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις οδήγησαν σε καθίζηση την γερμανική οικονομία που επέφερε την κατάρρευση του μάρκου μεταξύ των ετών 1920-1923. Μεγάλες μάζες αστών και μικροαστών εξαθλιώθηκαν και στράφηκαν πολιτικά στις δυνάμεις που επιζητούσαν την αναθεώρηση της συνθήκης των Βερσαλλιών. Τότε, η κυβέρνηση του Στρέζεμαν εισήγαγε το νέο μάρκο και έτσι σταθεροποιήθηκε η κατάσταση στην γερμανική οικονομία.
Τον Αύγουστο 1924 συνήλθε στο Λονδίνο η ομώνυμη διάσκεψη για να καθορίσει, με επιείκεια, τις δόσεις που οι Γερμανοί όφειλαν ως επανορθώσεις. Συγχρόνως, αμερικανικά κεφάλαια εισέρρευσαν στην γερμανική οικονομία συντελώντας στην σταθεροποίηση της και στην σταδιακή της ανάκαμψη.
Λίγο αργότερα ( 1928) στο έκτο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς ψηφίστηκε η γραμμή του σοσιαλφασισμού. Δηλαδή τα κομμουνιστικά κόμματα έκαναν την στρατηγική εκτίμηση πως η διεθνής σοσιαλδημοκρατία είναι πτέρυγα του φασισμού και πως ο φασισμός και η σοσιαλδημοκρατία είναι δίδυμα αδέρφια. Αυτή η γραμμή είχε εφαρμοσθεί από το ΚΚ Γερμανίας στις προεδρικές εκλογές του 1925 και δεν εκλέχτηκε ο υποψήφιος της δημοκρατικής παράταξης, επειδή οι κομμουνιστές αρνήθηκαν να τον ψηφίσουν . Εξελέγη ο Χίντεμπουργκ με σχετική πλειοψηφία.
Μέχρι το κραχ του 1929 η γερμανική οικονομία είχε σταθεροποιηθεί. Στις εκλογές του 1928 για το Ράιχσταγκ οι ναζί έλαβαν μόλις το 2.6% των ψήφων. Μετά το κραχ και τον άμεσο επαναπατρισμό των αμερικανικών κεφαλαίων, η γερμανική οικονομία κατέρρευσε και οι άνεργοι, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ξεπέρασαν τα 6.000.000. Η συνέχεια είναι γνωστή. Πάντα στις μεγάλες οικονομικές κρίσεις αναδεικνύονται οι αντιθεσμικές –αντιδημοκρατικές δυνάμεις, που σαλτάρουν στην εξουσία.
Παρατηρούμε δηλαδή πως η άνοδος των ναζί οφείλεται στο κραχ του 1929, και όχι στην συνθήκη των Βερσαλλιών και στον Α΄Π.Π. Ενώ σημαντικότατο ρόλο στην κατάρρευση της δημοκρατίας της Βαϊμάρης έπαιξε και η γραμμή του σοσιαλφασισμού της Γ' Διεθνούς.
Αυτά που υποστήριξε ο πρωθυπουργός ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Άλλωστε, είναι ανοησία να προσπαθεί να δώσει, με ένα τουίτ, ερμηνεία σε ένα ζήτημα για το οποίο έχουν γραφεί χιλιάδες βιβλία.
Επιμύθιο: Σύντροφοι, αν δεν γνωρίζετε Ιστορία να διαβάζετε και αν βαριέστε να διαβάζετε να ρωτάτε. Και αν δεν θέλετε να ρωτάτε, να μην μιλάτε.