«Μια εικόνα, μια φράση, ενίοτε και ένας τίτλος που μου καρφώνεται στο νου, πυροδοτούν συνήθως τη συνέχεια. Κι όπως ένα παιδί που παίζει χτίζοντας ένα κάστρο στην άμμο, μοιάζει οι αρχικές κινήσεις του να υπαγορεύονται από την τύχη και την έμπνευση της στιγμής, στη συνέχεια, τα βήματα που έχει ήδη πραγματοποιήσει, υπαγορεύουν τα επόμενα, ώσπου το ίδιο το κτίσμα πια σαν να χτίζει σιγά σιγά τον εαυτό του.»
Συγγραφέας με ιδιαίτερο προσωπικό ύφος η Έλενα Μαρούτσου, που ξεχώρισε για τις μυθιστορηματικές συνομιλίες της με ζωγραφικά έργα και φωτογραφικά [Μεταξύ συρμού και αποβάθρας, Το νόημα, Θηριόμορφοι], και με τα βιβλία της «Οι χυδαίες ορχιδέες» και «Δύο» να αποτελούν σταθμό, αναγνωρίζει το μεγάλο χρέος της όσον αφορά την λογοτεχνία:
«Για μένα, που υπήρξα ένα μάλλον εσωστρεφές παιδί, η λογοτεχνία υπήρξε μια αποκάλυψη. Θυμάμαι ότι αναρωτιόμουν αν κι οι άλλοι γνώριζαν πως υπάρχει κάτι που –όπως το ένιωθα τότε- ήταν καλύτερο κι απ’ τη ζωή.» Μας λέει στο Liberal.gr μιλώντας μας για ήρωες, ηρωίδες, ιστορίες και εμμονές. Για το καινούργιο βιβλίο που για την ώρα βρίσκεται ακόμα στα δικά της συρτάρια:
«Σήμερα βρίσκεται στο στάδιο της επιμέλειας το νέο μου μυθιστόρημα με τίτλο Το εξιλαστήριο θαύμα και θα κυκλοφορήσει, καλώς εχόντων των πραγμάτων, την ερχόμενη άνοιξη από τις εκδόσεις Κίχλη. Θέμα του η αναδοχή ενός ασυνόδευτου προσφυγόπουλου, ενός έφηβου Σομαλού, από μια ελληνική οικογένεια, η ιστορία της οποίας φέρει κι αυτή στις “αποσκευές” της τις δικές της ιστορίες εκτοπισμού.»
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Αν και λάτρης (ή υπόδουλος) των τελετουργιών, η συγγραφή δεν απαιτεί από μένα παρά ελάχιστες προϋποθέσεις: δυο ώρες συνεχόμενες μπροστά στο λάπτοπ μου αρκούν. Ο χρόνος καθορίζεται συνήθως από τις αντικειμενικές συνθήκες: καθώς δουλεύω τα απογεύματα, γράφω τα πρωινά, όταν τα παιδιά είναι στο σχολείο. Όσο νωρίτερα –όσο λιγότερο δηλαδή έχω απομακρυνθεί από τον ύπνο- τόσο καλύτερα. Τα όνειρα επιδρούν πάνω μου όπως σε άλλους ο καφές: ξυπνούν όσα πρέπει να ξυπνήσουν.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Μια εικόνα, μια φράση, ενίοτε και ένας τίτλος που μου καρφώνεται στο νου, πυροδοτούν συνήθως τη συνέχεια. Κι όπως ένα παιδί που παίζει χτίζοντας ένα κάστρο στην άμμο, μοιάζει οι αρχικές κινήσεις του να υπαγορεύονται από την τύχη και την έμπνευση της στιγμής, στη συνέχεια, τα βήματα που έχει ήδη πραγματοποιήσει, υπαγορεύουν τα επόμενα, ώσπου το ίδιο το κτίσμα πια σαν να χτίζει σιγά σιγά τον εαυτό του. Πλάνο στα χαρτιά δεν προϋπάρχει, διαμορφώνεται όμως καθ’ οδόν. Αυτός είναι ο κανόνας (μου). Κι όπως όλοι κανόνες, έχει και τις εξαιρέσεις του: στο μυθιστόρημά μου που τελεί υπό έκδοση είχα ένα στοιχειώδες πλάνο κατά νου, πριν ακόμα το αρχίσω.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Ίσως να φαντάζει παράξενη η συγγραφή των βιβλίων μου που γράφτηκαν σε συνομιλία με εικαστικά έργα (το Μεταξύ συρμού και αποβάθρας με πίνακες του Μαγκρίτ, το Δύο με φωτογραφίες της Ντιάν Άρμπους και οι Θηριόμορφοι με φωτογραφίες της Λάουρα Μακαμπρέσκου), όμως για μένα αυτός ο τρόπος –ο διάλογος του κειμένου με την εικόνα- είναι ο πλέον φυσικός: δημιουργείται αβίαστα και κινητοποιεί στο έπακρο τη δημιουργικότητά μου.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Υποθέτω πως ναι. Υπάρχουν αρκετά θέματα που επανέρχονται στις ιστορίες μου και κάποια από αυτά θα διεκδικούσαν ευχαρίστως τον τίτλο της εμμονής: η σχέση της τέχνης με την πραγματικότητα, η σεξουαλικότητα, η εξουσία του τραύματος και η δυνατότητα απελευθέρωσης από αυτό.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Κάθε ιστορία θα μπορούσε δυνητικά να γίνει ιστορία μου αρκεί να ανακινήσει ένα αίσθημα, μια σκέψη, κάτι οικείο με το οποίο θα μπορέσω να συνδεθώ. Το ίδιο ισχύει και αντίστροφα: κάθε ιστορία μου μπορεί να γίνει ιστορία αρκεί να βρει έναν δρόμο να φύγει από πάνω μου, να αποβάλει αυτό που την κάνει αποκλειστικά δική μου, να βρει τη γλώσσα που θα την κοινωνήσει με τους άλλους.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Οι ήρωες και οι ηρωίδες μου περιέχουν ψηφίδες του εαυτού μου, ή έστω ενός εαυτού που θα μπορούσα να είμαι αν δεν ήμουν αυτή που είμαι. Περιέχουν όμως και θραύσματα των άλλων, που τα αφαιρώ χειρουργικά από πάνω μου τοποθετώντας τα στο χαρτί.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Στο Νόημα (εκδ. Κέδρος, 2010) η αφηγήτρια βλέπει έξω από έναν κήπο την επιγραφή «Μην ταΐζετε τον ίππο». Την εν λόγω περίεργη ταμπέλα είχα δει σε ένα παλιό αρχοντικό στην Κηφισιά (έξω απ’ τον περιφραγμένο κήπο του οποίου περνούσα συχνά στις βόλτες μου) και στάθηκε το έναυσμα γι αυτή τη νουβέλα. Αυτό που δεν ήξερα τότε ήταν ότι, από μια εξαιρετική σύμπτωση κι αφού είχε ήδη κυκλοφορήσει το βιβλίο, θα γνώριζα τον ιδιοκτήτη του σπιτιού (που στη νουβέλα ονομαζόταν κ. Ιπποκράτους) και θα έμπαινα στο σπίτι ως προσκεκλημένη του. Δεν πρόκειται ακριβώς για ήρωα που έφτασε σε μένα με αλλόκοτο τρόπο αλλά για άνθρωπο που έφερε σε μένα ένας ήρωας -για λίγο, βέβαια, αφού μετά από κάποιους μήνες έφυγε απ’ τη ζωή.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Τα πρώτα μη εικονογραφημένα βιβλία που διάβασα ήταν αυτά της Άλκης Ζέη, της Ζωρζ Σαρρή και λίγο αργότερα του Μενέλαου Λουντέμη. Για μένα, που υπήρξα ένα μάλλον εσωστρεφές παιδί, η λογοτεχνία υπήρξε μια αποκάλυψη. Θυμάμαι ότι αναρωτιόμουν αν κι οι άλλοι γνώριζαν πως υπάρχει κάτι που –όπως το ένιωθα τότε- ήταν καλύτερο κι απ’ τη ζωή.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Όλα τα βιβλία, ή μάλλον η ίδια η λογοτεχνία έχει αλλάξει τη ζωή μου. Θα ήμουν μια άλλη χωρίς αυτήν. Ωστόσο, υπάρχει πράγματι ένα βιβλίο το οποίο ασκεί μια μακρόχρονη και αμείωτη έλξη πάνω μου, κι αυτό είναι το Κανείς δεν άναβε τα φώτα, του Φελισμπέρτο Ερνάντες, που ήταν για πολλά χρόνια εξαντλημένο και πρόσφατα επανεκδόθηκε από τις εκδ. Μεταίχμιο. Ανά διαστήματα διαβάζω κάποιο διήγημα από τη συλλογή, όπως βάζει κανείς να ακούσει ένα αγαπημένο του τραγούδι. Ενίοτε μια δυο παράγραφοι αρκούν για να κουρδίσουν την εσωτερική μου φωνή.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Πολλοί: Φραντς Κάφκα, Μπρούνο Σουλτς, Φίλιπ Ροθ, Γιόκο Ογκάουα, Άλις Μονρό, Χαρούκι Μουρακάμι, Τζόναθαν Κόου, Ίαν ΜακΓιούαν καθώς και άλλοι πολλοί ξένοι πεζογράφοι. Αγαπημένος ξένος ποιητής ο Φίλιπ Λάρκιν. Από Έλληνες ποιητές, παλαιότερους και σύγχρονους έχω αδυναμία στον Τάσο Λειβαδίτη, ενώ αγαπώ πολύ επίσης τον Εγγονόπουλο, τον Ανδρέα Εμπειρίκο, τον Μίλτο Σαχτούρη, τη Τζένη Μαστοράκη, την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, την Κική Δημουλά, τη Νίκη-Ρεββέκα Παπαγεωργίου, την Μαρία Λαϊνά και πολλούς /πολλές ακόμη. Από εκλιπόντες πεζογράφους εκτιμώ ιδιαιτέρως τον Γιάννη Σκαρίμπα, τον Στρατή Τσίρκα, τον Νίκο Χουλιαρά, τον ποιητή και πεζογράφο Αργύρη Χιόνη ενώ πιστεύω πως η σύγχρονη ελληνική πεζογραφία έχει πολλές και αξιόλογες φωνές που καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα θεματολογικών και υφολογικών επιλογών.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Λόγω μιας ασθένειας του αυτιού, δεν ακούω πλέον σχεδόν καθόλου μουσική. Ωστόσο, η λογοτεχνία αλλά και οι υπόλοιπες τέχνες είναι για μένα πάντα μια δροσερή πηγή έμπνευσης.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Σήμερα βρίσκεται στο στάδιο της επιμέλειας το νέο μου μυθιστόρημα με τίτλο Το εξιλαστήριο θαύμα και θα κυκλοφορήσει, καλώς εχόντων των πραγμάτων, την ερχόμενη άνοιξη από τις εκδόσεις Κίχλη. Θέμα του η αναδοχή ενός ασυνόδευτου προσφυγόπουλου, ενός έφηβου Σομαλού, από μια ελληνική οικογένεια, η ιστορία της οποίας φέρει κι αυτή στις «αποσκευές» της τις δικές της ιστορίες εκτοπισμού.
Υ.Σ. Οι φωτογραφίες είναι από τον Βασίλη Παντελή.