Οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι κύκλοι των Αθηνών, εν όψει της Συνόδου Κορυφής και των μεταρρυθμιστικών εξαγγελιών Ερντογάν, άρχισαν να αναμασούν το γνωστό δίλημμα: τι μας συμφέρει; Μια Τουρκία απομονωμένη και επιθετική ή μια Τουρκία που βαδίζει τον ευρωπαϊκό δρόμο και προχωρεί γι΄αυτό στις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις;
Η Ιστορία έχει αποδείξει πως η Τουρκία ποτέ δεν πρόκειται να αποκτήσει συμπεριφορά πολιτισμένου κράτους, υπό την έννοια πως τις διαφορές της με τους γείτονες επιθυμεί να τις επιλύσει στο πνεύμα του Διεθνούς Δικαίου και με τις διαδικασίες που αυτό προβλέπει και όχι με άσκηση ή με την απειλή άσκησης βίας ή με την επίκληση του μεγέθους και της ισχύος.
Είναι αδιανόητο πανεπιστημιακοί, σχολιαστές, διπλωμάτες, να μην βλέπουν ακόμα πως το βασικό δόγμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής είναι ο αναθεωρητισμός. Η αναθεώρηση των συνθηκών με τις οποίες συγκροτήθηκε το σύγχρονο τουρκικό κράτος, στα χαλάσματα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Και επειδή οι συνθήκες δεν αναθεωρούνται με ειρηνικά μέσα-- στον βαθμό που κάποια κράτη ωφελούνται και άλλα ζημιώνονται από την αναθεώρηση—ο μόνος τρόπος να υλοποιηθεί αυτή η στρατηγική είναι το θερμό επεισόδιο ή ένας πόλεμος.
Άλλωστε η Τουρκία δεν απέκτησε επιθετική συμπεριφορά απέναντι στην Ελλάδα μόνον επί Ερντογάν. Ο αναθεωρητισμός είναι ένα δόγμα που υπηρετούν με συνέπεια οι διπλωματικές και στρατιωτικές ελίτ της γείτονος, κάτι που δεν το βλέπουν οι ελίτ της Ελλάδας. Άλλες φορές με περισσή αφέλεια πιστεύουν ότι ο τουρκικός αναθεωρητισμός αντιμετωπίζεται με την διπλωματία των σεισμών ή με κουμπαριές και άλλες φορές αναθέτουν την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων σε μεσολαβήτριες δυνάμεις, που κινούνται πυροσβεστικά πάνω στην λογική τού «βρείτε τα».
Μα εμείς δεν χάσαμε τίποτα για να το βρούμε; Κινδυνεύουμε, όμως, να χάσουμε με αυτήν την λογική τού «βρείτε τα», κάτι που ήδη έχει συμβεί. Η πατρίδα μας τηρεί τις διεθνείς συνθήκες και, τις διαφορές που αυτή κρίνει πως υπάρχουν με την Τουρκία, επιθυμεί να τις λύσει το Διεθνές Δικαστήριο.
Αυτές τις ημέρες ο Ερντογάν έβαλε το κυριακάτικο κοστούμι του. Εξήγγειλε μεταρρυθμίσεις που αφορούν την χαμηλή ποιότητα δημοκρατίας που έχει η Τουρκία, για να δώσει την ευκαιρία στην Γερμανία, τον γίγαντα με εξωτερική πολιτική νάνου, να δώσει νέα παράταση στην επιβολή των κυρώσεων.
Ορθώς ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας ανέβασε τους τόνους απέναντι στην Α. Μέρκελ. Και ορθώς επισημαίνουν έγκυρες γερμανικές εφημερίδες πως η Ελλάδα απομακρύνεται από την Γερμανία. Μόνο που δεν διερωτώνται γιατί συμβαίνει αυτό.
Είναι προφανές πως η Ελλάδα αναζητεί σε άλλες συμμαχίες και συνέργειες αυτό που δεν μπορεί να βρει μέσα στους κόλπους της ΕΕ. Και καλά κάνει. Όλοι αυτοί που επιζητούν τον, πάση θυσία, διάλογο με την Τουρκία αγνοούν δύο πράγματα :
1.Αν ο διάλογος αποτύχει, και θα αποτύχει γιατί ουδεμία ελληνική κυβέρνηση θα αποδεχθεί αφοπλισμό των νησιών, τότε η νέα κατάσταση που θα διαμορφωθεί θα είναι πολύ χειρότερη από αυτήν που επικρατούσε πριν τον διάλογο και,
2.Αν συρθούμε σε αυτόν τον διάλογο, τότε θα υπονομεύσουμε εμείς οι ίδιοι τις συμμαχίες και συνέργειες που οικοδομήσαμε τα τελευταία χρόνια.
Δεν έχω καμιά ψευδαίσθηση για το τι θα συμβεί στην Σύνοδο Κορυφής. Αυτό όμως που με ενδιαφέρει είναι η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης. Ο Ν. Δένδιας έβαλε ψηλά τον πήχυ όχι του προσδοκώμενου αποτελέσματος, αλλά της συνακόλουθης ελληνικής αντίδρασης.