Του Μιλτιάδη Νεκτάριου*
Το καλό νέο είναι ότι η κυβέρνηση υιοθέτησε πλήρως τις προτάσεις της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του καλοκαιριού του 2015, όσον αφορά στην οργανωτική αναδόμηση του συστήματος συντάξεων της χώρας.
Όσον αφορά όμως στη δόμηση ενός νέου ασφαλιστικού μηχανισμού για την λειτουργία του συστήματος των συντάξεων στη χώρα, η κυβέρνηση επαναλαμβάνει το λάθος που έκαναν όλες οι κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης. Ενώ είχε την ευκαιρία της συστημικής μεταρρύθμισης του συστήματος, επιλέγει την λαϊκίστικη προσέγγιση των περιορισμένων παραμετρικών αλλαγών, «για να βγάλουμε πέρα και αυτή την χρονιά». Το πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του καλοκαιριού του 2015 έδινε στην κυβέρνηση την ευκαιρία όχι μόνο να υπερκεράσει τις απαιτήσεις της τρόικα, αλλά κυρίως να λύσει οριστικά ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Σε συνδυασμό με την πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η επίλυση του ασφαλιστικού προβλήματος θα δημιουργούσαν την εικόνα μιας νέας αρχής για την Ελλάδα και την οικονομία της, με αύξηση των περιθωρίων διαπραγμάτευσης για την κυβέρνηση σε όλα τα επίπεδα (εξωτερικό χρέος, κοινωνική πολιτική, κλπ.).
Το ασφαλιστικό πρόβλημα αποτελεί τον ένα από τους τρεις κύριους παράγοντες της πτώχευσης της χώρας (οι άλλοι δύο παράγοντες ήσαν το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού και το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών, τα οποία ήσαν το 2009 τα μεγαλύτερα μεταξύ όλων των αναπτυγμένων χωρών). Τα αφανές χρέος του συστήματος συντάξεων στις αρχές του 2000 ξεπερνούσε τα 500 δισ. Ευρώ και είχε προκαλέσει τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις τόσο της Κομισιόν όσο και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Τα αίτια ήσαν πολλά και οφείλονται αποκλειστικά στον άκρατο λαϊκισμό των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης σε αγαστή συνεργασία με τα εργατικά συνδικάτα. Οι κυριότεροι παράγοντες επιβάρυνσης του συστήματος ήσαν: (α) τα εξαιρετικά υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης, τα οποία ήσαν τα πλέον γενναιόδωρα σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο, (β) η πολυδιάσπαση των ταμείων, με αποτέλεσμα την εκτεταμένη εισφοροδιαφυγή, και (γ) η πρόωρη συνταξιοδότηση πριν την κανονική ηλικία των 65 ετών.
Στις αρχές του 2000, η ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση ήταν ενταγμένη στο ευρύτερο «πρόγραμμα εκσυγχρονισμού» της κυβέρνησης Σημίτη, το οποίο στόχευε στην προετοιμασία της χώρας για την είσοδό της στην Ευρωζώνη (ήταν, ουσιαστικά, το ελληνικό αντίστοιχο του Πακέτου Σρέντερ για την Γερμανία, το οποίο υλοποιήθηκε εγκαίρως και πλήρως, σε αντίθεση με την ελληνική περίπτωση). Δυστυχώς, η πρόταση για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση χρησιμοποιήθηκε από την τότε εσωκομματική αντιπολίτευση ως αφορμή για την έναρξη ενός εμφύλιου πολέμου που στόχευε στην ανάδειξη της επόμενης ηγεσίας, με τα γνωστά αποτελέσματα. Οι επόμενες προσπάθειες μεταρρυθμίσεων επέφεραν περιορισμένες παραμετρικές αλλαγές στο σύστημα συντάξεων, χωρίς να επιλύουν κανένα από τα ουσιαστικά προβλήματα.
Ίση Μεταχείριση των Πολιτών
Η εφαρμογή του κυρίαρχου μοντέλου του λαϊκισμού στην οργάνωση-διοίκηση-λειτουργία του συστήματος συντάξεων κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης, από τις διαδοχικές κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ, και τώρα του ΣΥΡΙΖΑ, βασίζεται στην πολιτική συναλλαγή χωρίς κανένα σεβασμό στις βασικές αρχές σχεδιασμού ενός τέτοιου συστήματος σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα. Ο πυρήνας του σχεδιασμού ενός συστήματος συντάξεων βασίζεται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτών τόσο εντός της κάθε γενιάς όσο και μεταξύ των διαδοχικών γενεών, για το τμήμα της τελικής σύνταξης που εγγυάται το κράτος. Αυτό συνεπάγεται την θέσπιση ενός κρατικού συστήματος που θα έχει τις ίδιες ρυθμίσεις για τις ασφαλιστικές εισφορές και παροχές για όλους τους πολίτες (όπως το σύστημα που προτείνουμε παρακάτω). Αντί για αυτό, το ελληνικό σύστημα συντάξεων αναπτύχθηκε σε εκατοντάδες ταμεία, ανάλογα με την πολιτική δύναμη της κάθε ομάδας και με διαφορετικές ρυθμίσεις για την κάθε ομάδα.
Επάρκεια Παροχών
Η δεύτερη προδιαγραφή των συστημάτων συντάξεων αναφέρεται στην επάρκεια των τελικών παροχών. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, όλες οι χώρες έχουν αναπτύξει συστήματα τριών πυλώνων που αποτελούν συνδυασμούς διανεμητικών (PAYGO) και κεφαλαιοποιητικών (Fully funded) προγραμμάτων. Ο συνδυασμός αυτός επιτρέπει την ελαχιστοποίηση του μακροχρόνιου κόστους του συστήματος συντάξεων, για κάθε δεδομένο ποσοστό αναπλήρωσης. Το επιδιωκόμενο ποσοστό αναπλήρωσης από όλους τους πυλώνες δεν χρειάζεται να υπερβαίνει το 75%. Η Ελλάδα αποτελούσε μοναδική εξαίρεση, μεταξύ όλων των αναπτυγμένων χωρών, με προβλεπόμενα ποσοστά αναπλήρωσης που ξεπερνούσαν το 100%. Επιπλέον, στην Ελλάδα το σύνολο των συνταξιοδοτικών παροχών αποτελεί ευθύνη του κρατικού προϋπολογισμού, χωρίς επιμερισμό κάποιου μέρους του βάρους αυτού στους άλλους πυλώνες. Αυτό συμβαίνει διότι η ελληνική πολιτεία επιβάλλει στους εργαζόμενους υψηλές ασφαλιστικές εισφορές που ανέρχονται στο 26% για την χρηματοδότηση του διανεμητικού συστήματος συντάξεων, χωρίς την δημιουργία επαρκών αποθεματικών (κεφαλαιοποίηση). Ακόμα και οι επικουρικές συντάξεις χρηματοδοτούνται με το διανεμητικό σύστημα (απορροφούν το 6% από το συνολικό ποσοστό του 26%), κατά παγκόσμια αποκλειστικότητα. Επομένως, είναι αδύνατον για το μέσο νοικοκυριό να διαθέσει επιπλέον ποσά για πρόσθετη αποταμίευση.
Ως γνωστόν, η κεφαλαιοποίηση ενός τμήματος του συνολικού συστήματος συντάξεων δεν έχει αριστερό πρόσημο για το «προοδευτικό» πολιτικό προσωπικό της Μεταπολίτευσης καθώς και για τους συμβούλους τους, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες. Οι κύριοι εκπρόσωποι της ιδεοληψίας αυτής έκαναν καριέρα στις τηλεοράσεις τα τελευταία τριάντα χρόνια πρεσβεύοντας την συνεχή αύξηση των εισφορών (έχουν μάλιστα καταρτίσει καταλόγους με δεκάδες νέες επιβαρύνσεις των πολιτών και των συναλλαγών), ούτως ώστε να βρεθούν νέοι πόροι για την χρηματοδότηση των «κατοχυρωμένων δικαιωμάτων». Τα περίφημα κατοχυρωμένα δικαιώματα αφορούν, μεταξύ άλλων, κυρίως στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.
Πρόωρη Συνταξιοδότηση
Η αλήθεια είναι ότι σε όλες τις χώρες του κόσμου το πολιτικά κόμματα εκμεταλλεύονται τα συστήματα συντάξεων για ψηφοθηρία, αλλά δεν υπάρχει προηγούμενο με τις ακρότητες του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι στην περίοδο της Μεταπολίτευσης εκατομμύρια ψήφοι αντλήθηκαν από τις εκδουλεύσεις που προσέφερε το πολιτικό προσωπικό της χώρας στους πολίτες με τις πρόωρες συντάξεις, τις αναπηρικές συντάξεις, κλπ. Σήμερα, το 25% των συνταξιούχων έχουν ηλικία μικρότερη των 65 ετών και απορροφούν το 30% των συνολικών παροχών (περίπου 8 δισ. Ευρώ ετησίως), ενώ η μέση σύνταξη (περίπου 1.100 ευρώ) για αυτούς είναι υψηλότερη σε σχέση με τους κανονικούς συνταξιούχους άνω των 65 ετών (μέση σύνταξη 850 ευρώ)!
Κόστος του Συστήματος Συντάξεων
Οι συνολικές δαπάνες του συστήματος συντάξεων της χώρας προσεγγίζουν πλέον το 17% του ΑΕΠ (ένα ακόμα παγκόσμιο ρεκόρ), ενώ το 2009 ήταν στο 13,5%. Τα δύο αυτά ποσοστά ήσαν τα χειρότερα στην ΕΕ, τόσο για το 2009 όσο και για το 2015. Η κρατική χρηματοδότηση των συντάξεων στην ΕΕ κινείται γύρω από μια μέση τιμή 2,5% του ΑΕΠ, ενώ στην Ελλάδα έχει αυξηθεί από το 4,8% του ΑΕΠ το 2000 σε περίπου 9% το 2015 (στο ποσοστό αυτό περιλαμβάνονται και οι ετήσιες ασφαλιστικές εισφορές των δημοσίων υπαλλήλων που ανέρχονται στα 700 εκατ. Ευρώ ετησίως). Επομένως, η υπερβολική επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού δεν είναι πρόσφατη εξέλιξη, αλλά αποτελεί μακροχρόνια παθογένεια του συστήματος. Για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, το πρόβλημα είχε εμφανιστεί από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Στις αρχές του 1990, μια ομάδα ειδικών (Έκθεση Σπράου, Τήνιος, Νεκτάριος) έγραφαν ότι επείγει η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος και ότι έπρεπε να ξεκινήσει άμεσα η κεφαλαιοποίηση ενός μέρους του δημόσιου συστήματος συντάξεων. Η (μόνη) συστημική μεταρρύθμιση του 1992 έθεσε τις βάσεις για την αποκατάσταση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του συστήματος. Θέσπισε την τριμερή χρηματοδότηση, με αποτέλεσμα οι συνολικές ασφαλιστικές εισφορές να ανέρχονται στο 36% (20% εργοδότες και εργαζόμενοι, 10% κρατική εισφορά, και 6% επικουρική ασφάλιση).
Δυστυχώς, στις επόμενες δεκαετίες δεν έγινε καμία σοβαρή προσπάθεια για την υλοποίηση της κεφαλαιοποίησης των επικουρικών συντάξεων, ενώ ακόμα και οι συνολικές εισφορές του 36% δεν αρκούσαν για να καλύψουν τις συνεχείς αυξήσεις δαπανών, λόγω των ακατάπαυστων πολιτικών παρεμβάσεων με τις πρόωρες συντάξεις και τις χαριστικές ρυθμίσεις. Η κρατική συμμετοχή στη χρηματοδότηση των συντάξεων έφθασε σε ακραίες καταστάσεις το 2009 με την κρατική συμμετοχή να προσεγγίζει τα 19 δισ. Ευρώ (το 2003 ήταν 9 δισ. Ευρώ), και διατηρήθηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα σε όλα τα χρόνια των Μνημονίων. Το 2015, η κρατική συμμετοχή ανήλθε στα 17.8 δισ. Ευρώ και αποτελούσε το 58% των συνολικών δαπανών για συντάξεις.
Η σημερινή κυβέρνηση συνεχίζει την παράδοση της Μεταπολίτευσης. Αυξάνει τις ασφαλιστικές εισφορές για να μην αναγκαστεί να μειώσει τις συντάξεις. Θα ανακαλύψει σύντομα την αναποτελεσματικότητα του μέτρου αυτού και θα αναγκαστεί να μειώσει τις συντάξεις για δέκατη τρίτη φορά στην περίοδο των Μνημονίων. Το ίδιο θα συμβεί και την επόμενη και την μεθεπόμενη χρονιά και για όσα χρόνια συνεχίζεται η ύφεση της οικονομίας.
Τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων στην περίοδο 2010-2015
Οι κυβερνήσεις στην περίοδο των Μνημονίων προσπάθησαν να επιλύσουν τα παραπάνω προβλήματα με παραμετρικές παρεμβάσεις στο σύστημα των συντάξεων που στόχευαν: (α) στην αναδιανομή εισοδήματος από τους υψηλοσυνταξιούχους στους χαμηλοσυνταξιούχους, (β) στην αναπλήρωση των συνεχώς μειούμενων εισφορών από κρατικούς πόρους, (γ) στην διατήρηση των ασφαλιστικών εισφορών στο 26%, και (δ) στην αναβολή της ισχύος των ρυθμίσεων, με μετακίνηση των μεγαλύτερων επιβαρύνσεων στις μελλοντικές γενιές. Η παραμετρική μεταρρύθμιση του Ν. 3863/2010 θα επηρέαζε κυρίως όσους συνταξιοδοτούνταν μετά το 2020.
Η σημερινή κυβέρνηση όχι μόνο υιοθέτησε πλήρως την ίδια πολιτική, αλλά αποφάσισε να αυξήσει περαιτέρω τις ασφαλιστικές εισφορές. Η προτεινόμενη από την σημερινή κυβέρνηση νέα παραμετρική μεταρρύθμιση βασίζεται στην ταχύτερη εφαρμογή των ρυθμίσεων του Ν. 3863/2010, οι οποίες θα επηρέαζαν κυρίως όσους συνταξιοδοτούνταν μετά το 2020. Ταυτοχρόνως, και «για να περάσουμε την δύσκολη περίοδο», προβλέπονται μεταβατικές διατάξεις για «προσωπικές διαφορές στις παροχές» που σκοπεύουν στη μετάθεση των μειώσεων για το 2018.
Το πιο αρνητικό στοιχείο των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι ότι το υφιστάμενο σύστημα συντάξεων επιβαρύνει τους εργαζόμενους με τις υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές, ενώ τους προσφέρει πολύ χαμηλές παροχές. Συγκεκριμένα, για τον μέσο εργαζόμενο που καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές 26%, το αναμενόμενο ποσοστό αναπλήρωσης μετά 35 χρόνια εργασίας δεν θα ξεπεράσει το 55%. Το ίδιο ποσοστό αναπλήρωσης θα μπορούσε να επιτύχει ο ίδιος εργαζόμενος εάν εισέφερε 10% για το διανεμητικό σύστημα συντάξεων και, παράλληλα, εισέφερε 6% σε ένα πλήρως κεφαλαιοποιημένο σύστημα συντάξεων. Σε αυτή την βασική αρχή βασίζεται η πρόταση για την δημιουργία ενός νέου συστήματος συντάξεων για τις εργαζόμενες γενιές με συνολικές ασφαλιστικές εισφορές 16%, γεγονός που θα συμβάλλει και στην ενίσχυση της απασχόλησης του τεράστιου αριθμού των ανέργων.
Οι παραμετρικές μεταρρυθμίσεις αντικατοπτρίζουν την αδιέξοδη και μυωπική πολιτική που έχει ένα μόνο στόχο: να δημιουργήσει την προσδοκία στους πολίτες ότι στο επόμενο διάστημα δεν θα μειωθούν οι συντάξεις. Η επικέντρωση του πολιτικού συστήματος στους ανεδαφικούς βραχυχρόνιους στόχους, δεν επέτρεψε στην ελληνική κοινωνία να συνειδητοποιήσει τα τεράστια προβλήματα που απειλούν το κοινωνικό κράτος στις επόμενες δεκαετίες.
Ο σχεδιασμός των μεταρρυθμίσεων πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα παρακάτω δεδομένα:
1. Πρώτον, δεν είναι δυνατή η διατήρηση των παροχών σε μια οικονομία που βρίσκεται σε συνεχή και μεγάλη ύφεση. Όσο συνεχίζεται η ύφεση της οικονομίας, οι περαιτέρω μειώσεις των συντάξεων θα γίνονται νομοτελειακά.
2. Δεύτερον, και χειρότερο, υπονομεύεται καίρια στην συνείδηση των νέων γενεών η αξιοπιστία του θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης και η έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ένα εργατικό δυναμικό, με τουλάχιστον 10 χρόνια ανεργίας στο παθητικό του και αμειβόμενο με μισθούς στο επίπεδο της φτώχειας, καλείται να πληρώνει τους υψηλότερους φόρους και εισφορές στην Ευρώπη, ενώ υπάρχει πλήρης αβεβαιότητα για τις παροχές που οι ίδιοι θα λάβουν στο μέλλον. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ των διαδοχικών γενεών εγγίζει πλέον το σημείο της πλήρους διάρρηξης.
3. Τρίτον, οι πρόσφατες ρυθμίσεις του τρίτου Μνημονίου έχουν δημιουργήσει μια μαύρη τρύπα στη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος κατά την περίοδο 2015-2020, η οποία ανέρχεται στα 3,7 δισ. Ευρώ ετησίως (περικοπή 1,8 δισ. Ευρώ στις συντάξεις και μείωση των κοινωνικών πόρων κατά 1,8 δισ. Ευρώ).
4. Τέταρτον, στην περίοδο του 2020-2030 θα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η συνταξιοδότηση των γενεών του Baby Booming, με δραματική περαιτέρω αύξηση των δαπανών. Αυτή η εξέλιξη θα είναι θανατηφόρα για τα δημόσια οικονομικά, ιδιαίτερα εάν συνεχίζεται η ύφεση της οικονομίας και η μεγάλη ανεργία. Αυτή την αναμενόμενη εξέλιξη είχαμε κάποιοι εξ ημών επισημάνει από τις αρχές του 1990, αλλά ως γνωστόν οι κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης είχαν αλλεργία στο μακροχρόνιο προγραμματισμό.
5. Πέμπτον, στην περίοδο της συνταξιοδότησης των Baby Boomers (20020-2030) και μετά από αυτήν, τα δημόσια οικονομικά θα πιεσθούν σημαντικά λόγω των αυξημένων δαπανών που θα απαιτήσουν οι αυξημένες ανάγκες του γηράσκοντος πληθυσμού για υπηρεσίες υγείας.
Τι μπορεί να γίνει τώρα: Ένα Νέο Σύστημα Συντάξεων για τις Νέες Γενιές
Μετά από την παραπάνω αναδρομή στην καταστροφική πορεία του συστήματος συντάξεων της χώρας, το καίριο ερώτημα είναι τί μπορεί να γίνει τώρα. Η λύση του προβλήματος πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των αλλεπάλληλων Μνημονίων.
Επειδή η οργάνωση και λειτουργία του συστήματος συντάξεων επηρεάζει την ζωή τριών εκατομμυρίων συνταξιούχων, τον οικονομικό σχεδιασμό εκατομμυρίων εργαζομένων, και τις προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας, τα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν τώρα, εκ των υστέρων και σε συνθήκες ακραίας κρίσης, είναι: (α) τι μπορεί να γίνει τώρα για τις απερχόμενες γενιές συνταξιούχων, και (β) τι πρέπει να γίνει για τις νέες γενιές εργαζομένων ώστε να μην έχουν και αυτές την ίδια τύχη με τις προηγούμενες γενιές. Το λάθος των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης ήταν ότι επιχείρησαν να λύσουν αυτό το διπλό πρόβλημα με ένα μέσον: τις παραμετρικές αλλαγές στο υφιστάμενο σύστημα. Τα δύο αυτά προβλήματα πρέπει να αντιμετωπιστούν με δύο δέσμες παρεμβάσεων, όπως προτείνεται παρακάτω.
Με μια κατεστραμμένη οικονομία και την ανεργία σε πρωτοφανή επίπεδα, ο κύριος στόχος μιας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης πρέπει να είναι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των εργαζόμενων γενεών. Επειδή τα συστήματα συντάξεων αποτελούν τους κύριους μηχανισμούς αποταμίευσης στις σύγχρονες κοινωνίες, μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση θα πρέπει: (α) να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στις γενιές των εργαζομένων, (β) να προστατεύσει τις απερχόμενες γενιές στο πλαίσιο του εφικτού, και (γ) να συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης και της συσσώρευσης κεφαλαίου στην οικονομία. Ο στόχος είναι, λοιπόν, ένα νέο σύστημα συντάξεων για τις νέες γενιές.
Οι προτάσεις που παρουσιάζουμε για την συνολική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος μπορούν να συνοψιστούν σε δύο άξονες:
Α. Ένα Πρόγραμμα Ενεργειών για την Μεταβατική Περίοδο:
• Συγχώνευση όλων των υφιστάμενων ταμείων κύριων και επικουρικών συντάξεων στο ΙΚΑ.
• Ομογενοποίηση των ρυθμίσεων υπολογισμού των εισφορών και των παροχών για τους ασφαλισμένους όλων των συγχωνευόμενων ταμείων.
• Εκπόνηση ειδικού προγράμματος εξεύρεσης συμπληρωματικών πόρων για την στοιχειώδη υποστήριξη των απερχόμενων γενεών, για την περίοδο 2016-2050.
Β. Δημιουργία ενός Νέου Συστήματος Συντάξεων, στο οποίο θα υπαχθούν υποχρεωτικά όσοι ασφαλίστηκαν μετά το 1992, ενώ οι υπόλοιποι θα καλύπτονται με μεταβατικές ρυθμίσεις.
Συγχωνεύσεις Ταμείων στο ΙΚΑ
Στο νέο πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί μετά τα Μνημόνια δεν υπάρχει λόγος διατήρησης των υφιστάμενων ταμείων, κύριων και επικουρικών. Με όσα έχουν συμβεί στη χώρα, όλα τα ταμεία είναι ουσιαστικά αφερέγγυα και η αυτονόητη επιλογή είναι η άμεση συγχώνευσή τους στο ΙΚΑ, με στόχο την διοικητική ενοποίηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Η συγχώνευση και για τα υφιστάμενα ταμεία επικουρικής ασφάλισης επιβάλλεται διότι και αυτά λειτουργούν με το διανεμητικό σύστημα, κατά παγκόσμια αποκλειστικότητα, όχι μόνο διότι δεν έχουν καθόλου αποθεματικά αλλά και διότι έτσι προβλέπει η πρόσφατη νομοθεσία (άρθρο 39 του Ν. 4052/2012). Επομένως, το κεφάλαιο της επικουρικής ασφάλισης όπως λειτουργεί μέχρι σήμερα με το διανεμητικό σύστημα, πρέπει να κλείσει και να αρχίσει μια νέα περίοδος με ένα και μοναδικό Νέο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης με πλήρη κεφαλαιοποίηση, στο πλαίσιο του νέου προτεινόμενου συστήματος συντάξεων (βλ. παρακάτω).
Η κατάργηση των υφιστάμενων επικουρικών ταμείων θα πρέπει να συνδυαστεί με την δυνατότητα μετατροπής σε Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης για όσους κλάδους εργαζομένων το επιθυμούν, με πλήρη και άμεση κατάργηση των κοινωνικών πόρων.
Ομογενοποίηση Εισφορών και Παροχών
Η επόμενη αυτονόητη επιλογή είναι η ταχύτατη θέσπιση και εφαρμογή ενός ενιαίου τρόπου υπολογισμού των εισφορών και των παροχών για τους νέους συνταξιούχους όλων των ταμείων, καθώς και ενός ενιαίου τρόπου αναπροσαρμογής των συντάξεων για τους υφιστάμενους συνταξιούχους όλων των ταμείων, με στόχο την λειτουργική ενοποίηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Μια τέτοια ρύθμιση θα έχει θεαματικά αποτελέσματα στην απλοποίηση των διαδικασιών, στην καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, και στην ταχύτατη υλοποίηση των συγχωνεύσεων. Οι ρυθμίσεις αυτές θα καλύπτουν την μεταβατική περίοδο, μέχρι την ωρίμανση του νέου συστήματος συντάξεων. Η εργασία αυτή έχει σε μεγάλο βαθμό ολοκληρωθεί στο πλαίσιο της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του καλοκαιριού του 2015.
Συμπληρωματικοί Πόροι για τις Απερχόμενες Γενιές
Την πολιτική αβελτηρία του πολιτικού προσωπικού της Μεταπολίτευσης με την αέναη αναβολή μιας συστημικής ασφαλιστικής μεταρρύθμισης (μοναδική χώρα στην Ευρώπη) θα πληρώσουν οι απερχόμενες γενιές. Μετά από μια σχεδόν δεκαετία ύφεσης, την πρωτοφανή ανεργία, και την μη ορατή ανάκαμψη της οικονομίας, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα για το διανεμητικό σύστημα συντάξεων της χώρας να προσφέρει έστω και στοιχειώδεις παροχές στις απερχόμενες γενιές, χωρίς τις τεράστιες εισροές πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αντίθετα, η λειτουργία του ασφαλιστικού συστήματος επιβαρύνει και επιβραδύνει την διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης και αύξησης της απασχόλησης.
Το κρίσιμο θέμα για την χώρα, για την περίοδο μέχρι το 2050, είναι η εξεύρεση συμπληρωματικών πόρων για την εξασφάλιση ενός ανεκτού επίπεδου διαβίωσης στις απερχόμενες γενιές, δηλαδή για όλους τους πολίτες που είναι σήμερα άνω των 60 ετών. Όλοι αυτοί έχουν υποστεί μεγάλη μείωση στις υπεσχημένες παροχές, και το Κράτος θα πρέπει να εγγυηθεί τουλάχιστον το επίπεδο των τρεχουσών μειωμένων παροχών. Οι απαιτούμενοι συμπληρωματικοί πόροι για την περίοδο 2016-2050 θα εκτιμηθούν με βάση σχετική αναλογιστική μελέτη.
Η χρηματοδότηση των συντάξεων αυτών μπορεί να προέρχεται από τρεις πηγές:
• Τις τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές από το διανεμητικό τμήμα (κύριες συντάξεις) του Νέου Συστήματος Συντάξεων (βλέπε παρακάτω), με σταδιακή μείωση των εισφορών από το σημερινό ποσοστό 20% στο προτεινόμενο 10%. Το ποσοστό του 6% για τις επικουρικές συντάξεις θα εισφέρεται στο Νέο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (βλ. παρακάτω).
o Για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, κατά την μεταβατική περίοδο, προτείνεται η σταδιακή μείωση των εισφορών από το σημερινό επίπεδο («πάγωμα» εισφορών) στο επίπεδο του 10% επί του εισοδήματος στο τέλος της μεταβατικής περιόδου. Οι εισφορές για την επικουρική ασφάλιση κατατίθενται στο Νέο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης
• Την εξοικονόμηση πόρων από το υφιστάμενο σύστημα (παρέμβαση στις πρόωρες συντάξεις), αλλά αυτό απαιτεί μια ευρύτερη πολιτική συναίνεση.
• Τους συμπληρωματικούς πόρους που θα μπορέσει να κινητοποιήσει το Κράτος, για την περίοδο μέχρι το 2050. Με την ανάκαμψη της οικονομίας, ένα μέρος του πρόσθετου εισοδήματος θα μπορούσε να κατευθυνθεί στους συνταξιούχους (ρήτρα ανάπτυξης).
Βασική φιλοσοφία του Νέου Συστήματος Συντάξεων
Η δημιουργία ενός νέου συστήματος συντάξεων για την μετά -τα- μνημόνια Ελλάδα αποτελεί αδήριτη ανάγκη και δεν μπορεί πλέον να περιοριστεί στα γνωστά πλαίσια του παρελθόντος. Επειδή στο μέλλον ένα μεγάλο μέρος της συνταξιοδοτικής προστασίας του πληθυσμού θα βασίζεται σε ιδιωτικά μέσα, χρειάζεται η εκπόνηση και η υλοποίηση ενός νέου και σύγχρονου «υποδείγματος αποταμίευσης» για την χώρα και τις νεότερες γενιές.
Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία, εκμεταλλευόμενη τη διεθνή εμπειρία των ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων, να προχωρήσει στην πλήρη αναδόμηση του συστήματος συντάξεων και να δημιουργήσει ένα νέο σύστημα συντάξεων, το οποίο:
1. Θα καθορίζει το νέο ισοζύγιο στη διαχείριση των κινδύνων μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Ο στόχος της Πολιτείας θα είναι να προσφέρει στους πολίτες ένα δομημένο πλαίσιο μακροχρόνιας αποταμίευσης, το οποίο θα καταλήγει τελικά να προσφέρει στο μέσο πολίτη ένα συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης 75%. Σε αντίθεση με το παρελθόν, το κράτος δεν θα αναλάβει το σύνολο της συνταξιοδοτικής προστασίας του πληθυσμού, αλλά θα εξασφαλίζει ένα ποσοστό αναπλήρωσης που θα ανέρχεται στο 55% περίπου, όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες. Οι πολίτες θα πρέπει να φροντίζουν μέσω των προαιρετικών προγραμμάτων των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης να συμπληρώνουν το επίπεδο προστασίας που τους προσφέρει το κράτος.
2. Θα θέτει ως γενική αρχή την ίση μεταχείριση όλων των πολιτών διαχρονικά, όσον αφορά τα υποχρεωτικά κρατικά συστήματα κύριας και επικουρικής ασφάλισης. Αυτό συνεπάγεται ότι όλοι οι πολίτες υπάγονται σε ένα και μοναδικό Ταμείο Κύριων Συντάξεων, το ΙΚΑ, καθώς και σε ένα και μοναδικό Ταμείο Επικουρικών Συντάξεων. Η διαφοροποίηση της συνταξιοδοτικής προστασίας θα είναι δυνατή στο επίπεδο των προαιρετικών Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης, τα οποία συγκροτούν οι εργαζόμενοι σε συνεργασία με τους εργοδότες.
3. Θα παρέχει επαρκή προστασία σε όλους τους ασφαλισμένους με την συνδυασμένη εφαρμογή όλων των διαθέσιμων υποχρεωτικών και προαιρετικών προγραμμάτων ασφάλισης. Διεθνώς, το ποσοστό αναπλήρωσης 75% θεωρείται ότι εξασφαλίζει επαρκές εισόδημα κατά την τρίτη ηλικία.
4. Θα είναι βιώσιμο μακροχρόνια, χωρίς να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και το δημόσιο χρέος.
5. Δεν θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση και θα συμβάλλει σημαντικά στην διαδικασία συσσώρευσης κεφαλαίου.
Παρακάτω περιγράφονται συνοπτικά οι βασικοί άξονες του προτεινόμενου νέου συστήματος συντάξεων:
• Τρεις πυλώνες για τις τρεις βασικές λειτουργίες:
- Αναπλήρωση συντάξεων, μέσω των κύριων και επικουρικών συντάξεων (υποχρεωτική ασφάλιση)
- Πρόνοια, μέσω της γενικευμένης εφαρμογής του ΕΚΑΣ
- Κλαδική διαφοροποίηση, μέσω των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης (προαιρετική ασφάλιση).
• Το νέο σύστημα κύριων συντάξεων αφορά τους ασφαλισμένους που ασφαλίστηκαν μετά το 1992, ενώ για τους υπόλοιπους θα υπάρχουν μεταβατικές ρυθμίσεις.
• Οι κύριες συντάξεις χρηματοδοτούνται από τους εργαζόμενους και τους εργοδότες και το μοναδικό Ταμείο Κύριων Συντάξεων, το ΙΚΑ, λειτουργεί με την μέθοδο Pay-As-You-Go.
• Οι επικουρικές συντάξεις χρηματοδοτούνται από τους εργαζόμενους και τους εργοδότες και το Ταμείο Επικουρικών Συντάξεων λειτουργεί με πλήρη κεφαλαιοποίηση (Full Funding). Το νέο σύστημα επικουρικών συντάξεων θα εκκινήσει εκ του μηδενός, με την έννοια ότι η υπαγωγή στην ασφάλιση θα αφορά όλους τους ασφαλισμένους και η έναρξη της κεφαλαιοποίησης θα ξεκινήσει με την θέσπιση και την λειτουργία του επικουρικού ταμείου.
• Οι προνοιακές παροχές συντάξεων παρέχονται μέσω του ΕΚΑΣ και χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από τον κρατικό προϋπολογισμό.
• Προαιρετικά Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, κατά επιχείρηση ή κλάδο της οικονομίας, ή Ανοιχτά Ταμεία.
• Το επιθυμητό ποσοστό αναπλήρωσης ανέρχεται στο 75% και καλύπτεται από την συνδυασμένη εφαρμογή όλων των προαναφερόμενων υποχρεωτικών και προαιρετικών συστημάτων συντάξεων.
• Αποφυγή καταναγκασμών. Ελαστικότητα ρυθμίσεων για τις αενάως διαφοροποιούμενες ανάγκες του εργατικού δυναμικού.
• Ενιαία πληροφορική πλατφόρμα για τις κύριες και τις επικουρικές συντάξεις. Τα πληροφορικά συστήματα του ΙΚΑ βελτιώνονται, επεκτείνονται και καλύπτουν όλο τον χώρο της κοινωνικής ασφάλισης.
• Αντικατάσταση των πολλαπλών αριθμών κοινωνικής ασφάλισης από τον Ατομικό Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ).
• Μόνιμη συνεργασία του ΙΚΑ και του TAXIS για την δραστική μείωση της εισφοροδιαφυγής και την είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών μέσω των Οικονομικών Υπηρεσιών του κράτους.
• Υποχρεωτική διαχείριση των αποθεματικών τόσο του ταμείου κύριων συντάξεων όσο και του ταμείου επικουρικών συντάξεων από την ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Κύριες Συντάξεις: Προσαρμογή του Ιταλικού/ Σουηδικού Μοντέλου
• Το νέο σύστημα των κύριων συντάξεων είναι διανεμητικό με καθορισμένες εισφορές (Pay-As-You-Go Notional Defined Contributions). Βασίζεται στη λειτουργία Ατομικών Λογαριασμών νοητής κεφαλαιοποίησης (Individual Notional Accounts). Δηλαδή, οι κύριες συντάξεις είναι πλήρως αναλογικές.
• Οι εισφορές υπολογίζονται επί του φορολογητέου εισοδήματος και εισπράττονται από τις Οικονομικές Υπηρεσίες του κράτους. Καταργούνται οι υφιστάμενες κλίμακες ασφαλιστέων αποδοχών για τους αυτοαπασχολούμενους.
• Οι ασφαλιστικές εισφορές πιστώνονται κάθε χρόνο στους ατομικούς λογαριασμούς και κεφαλαιοποιούνται με την μέση αύξηση του ΑΕΠ. Το συσσωρευόμενο κεφάλαιο είναι νοητό και δεν υπάρχουν αποθεματικά.
• Κάθε χρόνο όλοι οι ασφαλισμένοι λαμβάνουν επίσημη ενημέρωση για το ποσό του συσσωρευμένου ασφαλιστικού κεφαλαίου. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να γίνεται και ηλεκτρονικά. Η εφαρμογή του Σουηδικού μοντέλου επιβάλλει την πλήρη διαφάνεια στη λειτουργία του συνταξιοδοτικού συστήματος.
• Το νέο σύστημα αφορά τους ασφαλισμένους που ασφαλίστηκαν μετά το 1992. Τότε δημιουργήθηκε ένα ενιαίο καθεστώς εισφορών και προϋποθέσεων ασφάλισης για όλα σχεδόν τα ταμεία και, επομένως, θα είναι ευκολότερο να εντοπιστεί και να καταγραφεί η ασφαλιστική ιστορία των εργαζομένων που απαιτεί η λειτουργία του Σουηδικού μοντέλου. Απαιτείται ειδικό Επιχειρησιακό Σχέδιο για τη δημιουργία των Ατομικών Λογαριασμών για τους ασφαλισμένους αυτούς για την περίοδο από το 1992 μέχρι σήμερα (στην ουσία μέχρι το 2002, οπότε άρχισε στο ΙΚΑ η ηλεκτρονική καταγραφή της ασφαλιστικής ιστορίας των ασφαλισμένων). Υπάρχει επαρκής διεθνής τεχνογνωσία για την απρόσκοπτη ολοκλήρωση του έργου, με διαδικασία Outsourcing.
• Το ενδεικτικό κεφάλαιο του Ατομικού Λογαριασμού μετατρέπεται κατά τη στιγμή της συνταξιοδότησης σε ισόβια μηνιαία συνταξιοδοτική παροχή, η οποία αναπροσαρμόζεται ετησίως με βάση τις αυξήσεις στις μέσες αποδοχές.
• Δεν θα υπάρχει δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης, ενώ θα παρέχεται η ευελιξία για μερική απασχόληση κατά την περίοδο της συνταξιοδότησης.
• Το σύστημα θα έχει ενσωματωμένους αυτόματους σταθεροποιητές για την περίπτωση αρνητικών εξελίξεων σε δημογραφικές ή οικονομικές παραμέτρους.
• Η κρατική χρηματοδότηση θα περιορίζεται στην καταβολή των αναλογουσών εισφορών για τους ανέργους, την στρατιωτική θητεία, την ανατροφή τέκνων, κλπ.
Νέο Ταμείο Επικουρικών Συντάξεων
• Ο ρόλος των επικουρικών συντάξεων είναι κρίσιμος στο νέο σύστημα. Αφενός στοχεύουν στη συμπλήρωση των παροχών των κύριων συντάξεων. Αφετέρου αποτελούν τον κύριο μοχλό για τη μείωση του συνολικού μακροχρόνιου κόστους του εθνικού συστήματος συντάξεων.
• Οι επικουρικές συντάξεις είναι του τύπου «καθορισμένων εισφορών». Κάθε ασφαλισμένος διαθέτει Ατομικό Λογαριασμό στον οποίο συσσωρεύεται το ασφαλιστικό κεφάλαιο, για την εξέλιξη του οποίου ενημερώνεται ετησίως.
• Το νέο σύστημα επικουρικών συντάξεων θα εκκινήσει εκ του μηδενός, με την έννοια ότι η υπαγωγή στην ασφάλιση και η έναρξη της κεφαλαιοποίησης θα ξεκινήσει με την θέσπιση και την λειτουργία του επικουρικού ταμείου και θα καλύπτει όλους τους εργαζόμενους.
• Το ένα και μοναδικό νέο ταμείο των επικουρικών συντάξεων θα είναι πλήρως κεφαλαιοποιημένο.
• Η διαδικασία των επενδύσεων των αποθεματικών είναι καίριας σημασίας για την επίτευξη των στόχων. Ανατίθεται υποχρεωτικά στην ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών.
• Διαδικασία Contracting-out: Όσοι επιλέξουν να μην ενταχτούν στο παραπάνω επικουρικό ταμείο, θα πρέπει να συμμετέχουν υποχρεωτικά σε Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ) το οποίο θα προσφέρει τουλάχιστον ισοδύναμη κάλυψη με αυτήν του υποχρεωτικού επικουρικού ταμείου. Θα υπάρχει η ευχέρεια στους πολίτες να επιστρέψουν, εάν το επιθυμούν, στο δημόσιο σύστημα, μεταφέροντας και τα αναλογούντα αποθεματικά. Ένα τέτοιο πλαίσιο θα δημιουργήσει συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ του δημόσιου και των ιδιωτικών ταμείων, με βάση την ποιότητα των υπηρεσιών και την απόδοση των επενδύσεων των αντίστοιχων φορέων.
Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ)
• Οργανώνονται προαιρετικά και χρηματοδοτούνται από τους ενδιαφερόμενους εργαζόμενους και εργοδότες (περιλαμβανόμενου και του Δημοσίου, ως εργοδότη).
• Ο κύριος σκοπός τους είναι η κλαδική διαφοροποίηση των εργαζομένων ως προς τις συνταξιοδοτικές παροχές.
• Δεν υπάγονται στην κοινωνική ασφάλιση για συντάξεις.
• Υπάγονται στην χρηματοοικονομική εποπτεία του κράτους καθώς και στην Ευρωπαϊκή ασφαλιστική νομοθεσία για την εποπτεία των ταμείων συντάξεων.
• Για τα ΤΕΑ δεν υφίσταται κρατική εγγύηση των παροχών, αλλά τα ταμεία αυτά μπορούν να συγκροτούν Guarantee Funds.
• Τα Ταμεία Εφάπαξ μετατρέπονται υποχρεωτικά σε ΤΕΑ.
• Βελτιώνεται η υφιστάμενη νομοθεσία όσον αφορά τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι φορείς που αναλαμβάνουν τη διαχείριση των ΤΕΑ.
• Επειδή στην Ελλάδα μεγάλος αριθμός εργαζομένων ανήκει σε μικρό-μεσαίες επιχειρήσεις ή είναι αυτοαπασχολούμενοι, πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα να συμμετέχουν σε Ανοιχτά Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, ώστε να συμπληρώνουν με δικά τους μέσα το επίπεδο προστασίας που προσφέρει η Πολιτεία. Τα απαιτούμενα Ανοιχτά Ταμεία δεν θα υπερβαίνουν τα πέντε (5) και θα υπάρχουν αυστηρές προδιαγραφές για τους φορείς που θα μπορούν να συστήνουν και να λειτουργούν τέτοια ταμεία.
• Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα (ΒΑΕ). Το πρόβλημα των ΒΑΕ μπορεί να λυθεί οριστικά με την υπαγωγή όλων των σχετικών κλάδων σε ένα ιδιαίτερο Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων. Το άθροισμα των ασφαλιστικών εισφορών για τα ΒΑΕ ανέρχεται στο 5.6% και στο πλαίσιο ενός ΤΑΕ μπορεί να αποφέρει ένα πρόσθετο ποσοστό αναπλήρωσης της τάξης του 30%. Εάν υπαχθούν και οι παλαιοί ασφαλισμένοι θα πρέπει να καλυφθούν τα αποθεματικά για «past service». Εάν επιλεγούν πιο πρόσφατες περίοδοι ασφάλισης (ή μόνον οι ασφαλισμένοι μετά την έναρξη του νέου ταμείου), τότε το πρόβλημα της πρόσθετης αποθεματοποίησης περιορίζεται ανάλογα. Μια τέτοια ρύθμιση θα επιτρέψει στους ενδιαφερόμενους να αυξήσουν τις επιλογές τους για πρόωρη συνταξιοδότηση.
Γενική Εφαρμογή Συστήματος ΕΚΑΣ
• Στόχος του συστήματος ΕΚΑΣ είναι η μείωση του ποσοστού φτώχειας μεταξύ των μελών των απερχόμενων γενεών. Το φαινόμενο της φτώχειας στην Τρίτη Ηλικία μπορεί να μειωθεί ανάλογα με τους διαθέσιμους κρατικούς πόρους.
• Η καταβολή των παροχών προϋποθέτει τον προηγούμενο έλεγχο των εισοδημάτων καθώς και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων των ενδιαφερομένων.
• Η χρηματοδότηση των σχετικών παροχών γίνεται αποκλειστικά από τον κρατικό προϋπολογισμό.
• Οι παροχές συναρτώνται με το επίσημο ετήσιο «ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης», όπως αυτό ορίζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (στο 60% του διάμεσου εισοδήματος).
• Όσοι δεν έχουν ιστορικό ασφάλισης λαμβάνουν την ετησίως καθοριζόμενη κατώτατη σύνταξη, η οποία πρέπει να επεκταθεί και στους αγρότες.
• Όσοι έχουν ιστορικό ασφάλισης, αλλά η συνολική παροχή από την κύρια και την επικουρική σύνταξη υπολείπεται του εκάστοτε «ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης», λαμβάνουν συμπληρωματική παροχή ΕΚΑΣ ώστε να ανέλθουν στο επίπεδο αυτό.
• Η υπαγωγή στην ασφάλιση προϋποθέτει: (α) την ελληνική ιθαγένεια (ή την ιδιότητα του ομογενούς), (β) τη συνολική διάρκεια παραμονής στην Ελλάδα, (γ) την ορισμένη διάρκεια παραμονής αμέσως πριν την λήψη της παροχής.
Θέματα Χρηματοδότησης
• Το άθροισμα των εισφορών για κύριες και επικουρικές συντάξεις θα πρέπει να είναι περίπου 16%. Τα ακριβή ποσοστά θα προκύψουν μετά την διενέργεια των αναλογιστικών μελετών για τις ανάγκες χρηματοδότησης των πρόσθετων εισροών στο παλαιό σύστημα συντάξεων κατά τη μεταβατική περίοδο.
• Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ένα ποσοστό 10% για τις κύριες συντάξεις θα οδηγούσε σε ένα ποσοστό αναπλήρωσης περίπου 25% (σε 35 χρόνια απασχόλησης και με ένα μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ 2%). Ενώ ένα ποσοστό εισφορών 6% για τις επικουρικές συντάξεις θα οδηγούσε σε ένα ποσοστό αναπλήρωσης 30% (για 35 χρόνια, με ένα μέσο ετήσιο ποσοστό απόδοσης των επενδύσεων 5%). Δηλαδή, με βάση τα παραπάνω το δημόσιο σύστημα θα εξασφαλίσει ένα συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης 55%, και οι πολίτες θα πρέπει με δικά τους μέσα να φροντίσουν για την εξασφάλιση ενός επιπλέον ποσοστού αναπλήρωσης 25%.
• Το προτεινόμενα χαμηλότερα ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών, σε σχέση με τα υφιστάμενα, θα συμβάλλουν στην αύξηση της απασχόλησης, ενώ η προτεινόμενη κεφαλαιοποίηση των επικουρικών συντάξεων θα δημιουργήσει σταδιακά μεγάλους όγκους αποθεματικών για την χρηματοδότηση των επενδύσεων στην οικονομία. Στις χώρες με κεφαλαιοποιημένα συστήματα συντάξεων, τα αποθεματικά ανέρχονται σε ποσοστά μεταξύ 50% και 120% των αντίστοιχων ΑΕΠ. Για την Ελλάδα, εκτιμάται ότι η προτεινόμενη χρηματοδότηση των επικουρικών συντάξεων θα δημιουργήσει αποθεματικά τουλάχιστον 50 δισ. Ευρώ στην πρώτη δεκαετία λειτουργίας του συστήματος. Οι πόροι αυτοί θα είναι πολύτιμοι για την χρηματοδότηση της ανάπτυξης της χώρας και την δημιουργία των εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας που πρέπει να δημιουργηθούν για την απορρόφηση της ανεργίας.