Η προηγούμενη κυβέρνηση άφησε τις σχέσεις Αθήνας - Άγκυρας σε χειρότερο σημείο απ ότι τις παρέλαβε τονίζει στο liberal.gr o καθηγητής Κώστας Υφαντής, επισημαίνοντας πως ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν επιτρέπει εφησυχασμό αν και όπως σημειώνει η νέα κυβέρνηση δείχνει να έχει χαρτογραφήσει τις απειλές, τις δυσκολίες αλλά και τις ευκαιρίες. Υπογραμμίζει ακόμη πως ο κίνδυνος «ατυχήματος» παραμένει ακόμη ανοιχτός.
Ο Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Kadir Has στην Κωνσταντινούπολη αναφέρει ακόμη ότι η νέα κυβέρνηση πρέπει να στοχεύσει στην ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας μέσα από την αναζωογόνηση της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας έναντι και φίλων αλλά και αντιπάλων, ώστε να μη βρίσκεται σε μειονεκτική θέση.
«Δυστυχώς» επισημαίνει «η προηγούμενη κυβέρνηση παραδίδει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε χειρότερη κατάσταση από ότι τις παρέλαβε» με άστοχους χειρισμούς που επέτρεψαν στην Άγκυρα να επιχειρεί τη δημιουργία τετελεσμένων. Σε κάθε περίπτωση όμως τονίζει πως μπορούν να γίνουν σημαντικά βήματα αλλά η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να έχει πάντα υπόψη της τον τουρκικό αναθεωρητισμό.
Και επίσης να γνωρίζει ότι το ενδεχόμενο «ατυχήματος» που θα συνεργούσε στη δημιουργία εξελίξεων παραμένει πάντα στο πίσω μέρος των σχεδίων της Τουρκίας.
Συνέντευξη στον Ανδρέα Ζαμπούκα
- Κύριε Υφαντή, ποια θεωρείτε ότι θα είναι η εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη;
Η νέα κυβέρνηση αναλαμβάνει το τιμόνι της χώρας έχοντας ξεκάθαρη άποψη για την ελληνική εξωτερική πολιτική και την θέση της Ελλάδας στον κόσμο. Θεωρώ ότι έχει χαρτογραφήσει τις δυσκολίες, τις απειλές αλλά και τις ευκαιρίες. Ως προς την θεσμική θωράκιση, η δέσμευση για την δημιουργία Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας παράγει θετικές προσδοκίες. Ένα τέτοιο όργανο - που υφίσταται πλέον σχεδόν σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες και άρα δεν ανακαλύπτουμε τον τροχό - χωρίς να είναι πανάκεια, μπορεί να ενισχύσει τις δυνατότητες ανάλυσης, χάραξης εθνικής στρατηγικής, συντονισμού και χειρισμού κρίσεων.
Σε στρατηγικό επίπεδο, η κυβέρνηση θα πρέπει να στοχεύει στην ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας. Και έναντι φίλων, εταίρων και συμμάχων αλλά και ανταγωνιστών και αντιπάλων. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί χωρίς την αναζωογόνηση της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας. Επίσης, κρίσιμος είναι ο εκσυγχρονισμός της αμυντικής φυσιογνωμίας της χώρας σε όλα τα επίπεδα: δομής, διοίκησης, εξοπλισμών. Απαιτούνται γενναίες αποφάσεις που είναι σίγουρο ότι θα ξεσηκώσουν αντιδράσεις από τοπικά και συντεχνιακά συμφέροντα.
Βεβαίως, το πιο σημαντικό και επείγον είναι οι σχέσεις μας με την Τουρκία και το Κυπριακό. Δυστυχώς, η προηγούμενη κυβέρνηση παραδίδει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε χειρότερη κατάσταση από ότι τις παρέλαβε. Προφανώς και η ευθύνη για την αύξηση της έντασης βαρύνει την Άγκυρα. Όμως, οι χειρισμοί της Αθήνας τα προηγούμενα χρόνια ήταν σε αρκετές περιπτώσεις άστοχες. Θα θυμίσω την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα, την απουσία αντίδρασης στην Ανατολική Μεσόγειο μέχρι η Άγκυρα να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα με την πραγματοποίηση γεωτρήσεων εντός της Κυπριακής ΑΟΖ, την χωρίς κανένα στρατηγικό βάθος διπλωματία της γραβάτας, κλπ.
Φαίνεται ότι όλη η διπλωματική ενέργεια της χώρας εξαντλήθηκε στην Συμφωνία των Πρεσπών. Και βεβαίως δεν πρέπει να ξεχνάμε το ζήτημα των "οκτώ". Το πόσο κακός υπήρξε ο χειρισμός σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, φάνηκε για ακόμη μια φορά από το γεγονός ότι η Άγκυρα το έθεσε ξανά μόλις λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης.
- Ως προς το θέμα των οκτώ που αναφερθήκατε, ποια είναι η άποψή σας για την στάση της νέας κυβέρνησης;
Το ζήτημα των "οκτώ" είναι ένα αγκάθι που επιβαρύνει μια ήδη βεβαρημένη ατζέντα. Ευτυχώς, η ελληνική δικαιοσύνη έχει σώσει το κύρος της ελληνικής δημοκρατίας. Το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών πρέπει να κλείσει την συζήτηση μια και καλή. Η Αθήνα έπρεπε από την πρώτη στιγμή να θέσει το ζήτημα και στην ΕΕ αλλά και στο Συμβούλιο της Ευρώπης και να επιδιώξει την αυτονόητη διεθνή υποστήριξη της χώρας.
Το ίδιο θα έπρεπε να έχει γίνει και σε διμερές επίπεδο με τις ΗΠΑ. Σε κάθε περίπτωση, το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών πρέπει να κλείσει την συζήτηση μια και καλή και με αυστηρό τρόπο. Δεν θα πρέπει να αφήσουμε το παραμικρό παράθυρο αμφιβολίας στην άλλη πλευρά ότι το κράτος δικαίου και η διάκριση των εξουσιών είναι διαπραγματεύσιμα στην Ελλάδα.
- Είναι προετοιμασμένη η νέα κυβέρνηση για το ζήτημα της οριοθέτησης της ΑΟΖ;
Το ζήτημα των οριοθετήσεων των θαλασσίων ζωνών μπορεί να είναι περισσότερο επείγον από ότι νομίζουμε. Ελπίζω ότι η προηγούμενη κυβέρνηση έχει κάνει κάποια προετοιμασία ως προς τις επιλογές της χώρας. Αυτό που ξέρουμε είναι αυτό που ως μη όφειλε αποκάλυψε όταν παραιτήθηκε, ότι δηλαδή είναι έτοιμα τα σχετικά προεδρικά διατάγματα για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο και στην Κρήτη (;).
Η νέα κυβέρνηση πρέπει να διαχειριστεί το ζήτημα σε ένα ακόμη περισσότερο αρνητικό περιβάλλον. Η Τουρκία εμπράκτως αμφισβητεί την κυπριακή κυριαρχία και προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα και εις βάρος της Ελλάδας επιχειρώντας να δελεάσει την Λιβύη με μια οριοθέτηση που αγνοεί την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα. Και όσο και αν αρκετοί και αρκετές θεωρούν ότι δεν πρόκειται για κάτι άξιο λόγου, η ελληνική διπλωματία δεν μπορεί να παρακολουθεί ατάραχη.
Η χώρα χρειάζεται άμεσα επεξεργασμένη στρατηγική. Πρώτον χρειάζεται να επιβεβαιώσουμε τι θέλουμε στο Αιγαίο. Είναι σίγουρο ότι μια βιώσιμη εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και η επίλυση των διαφωνιών μας περνάει μέσα από έναν έντιμο συμβιβασμό. Είμαστε σε θέση να τον προσδιορίσουμε χωρίς να μας τον επιβάλλουν; Μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα εθνικό μέτωπο και μέσα από ποιες δημοκρατικές διαδικασίες; Πώς θα ηττηθούν πολεμοκάπηλες φωνές που τρέφονται από μη βιώσιμους μαξιμαλισμούς;
Κυρίως όμως δεν πρέπει να διαπραγματευθούμε χωρίς πλαίσιο και από θέση αδυναμίας. Νομίζω, ότι η νέα κυβέρνηση είναι σε θέση να διαμόρφωση με συστηματικό τρόπο έναν οδικό χάρτη προς αυτή την κατεύθυνση. Αν η Τουρκία ανταποκριθεί ίσως υπάρξει προοπτική. Αν όχι, τότε παραμένουμε σε συνθήκες διαχείρισης της ελληνοτουρκικής αντιπαλότητας σε ελεγχόμενα επίπεδα. Σε κάθε περίπτωση, η αποτρεπτική ικανότητα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων είναι ο κρίσιμος παράγοντας που θα εξασφαλίσει την ειρήνη.
- Υπάρχει περίπτωση θερμού επεισοδίου;
Η χρήση στρατιωτικής βίας δεν είναι αδιανόητη στην διεθνή πολιτική. Είναι αφελείς όσοι πιστεύουν ότι έχουμε καταφέρει να εξοβελίσουμε τον πόλεμο από την ζωή των ανθρώπινων κοινοτήτων. Στο Αιγαίο ζούμε εδώ και δεκαετίες κοιτώντας ο ένας τον άλλον μέσα από την κάννη των κανονιών μας. Εδώ και είκοσι χρόνια δεν έχουμε κάποια από τις "συνηθισμένες" κρίσεις. Αυτό έχει επιτρέψει την διεύρυνση των διμερών επαφών σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό. Όμως, αυτό δεν είναι κεκτημένο. Κεκτημένο δυστυχώς είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης, η ανασφάλεια και ο τουρκικός αναθεωρητισμός.
Η μεγάλη συγκέντρωση τέτοιας τεχνολογικής ποιότητας αλλά και ποσότητας στρατιωτικών μέσων σε ένα μικρό θέατρο επιχειρήσεων αυξάνει την πιθανότητα ατυχήματος αλλά κυρίως αυξάνει το πειρασμό να προκληθεί και να χρησιμοποιηθεί ένα "ατύχημα" για να δρομολογηθούν εξελίξεις. Η Αθήνα οφείλει να ετοιμάζεται για το χειρότερο δυνατό σενάριο και να στείλει παντού το μήνυμα ότι καμία επιλογή δεν είναι απορριπτέα. Και το μήνυμα πρέπει να εκπέμπεται με μέγιστη αξιοπιστία. Μόνο έτσι θα διατηρηθεί η ειρήνη.
* Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Kadir Has στην Κωνσταντινούπολη.