Νάμαστε λοιπόν. Το παιχνίδι της επικοινωνίας των κομματικών απόψεων έχει υποστεί στις ημέρες μας τρομακτικές αλλαγές. Έχει ξεφύγει από τους φυσικούς φορείς της έκφρασης του, τους πολιτικούς δηλαδή και διασκορπίστηκε διαφοροτρόπως. Ένα σεβαστό κομμάτι της πήγε στα χέρια των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης, τηλεοράσεις, εφημερίδες και ραδιόφωνα. Ένα άλλο κομμάτι του βρέθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ιντερνέτ σαΐτς κλπ. Εκεί όπου ο κάθε κατατρεγμένος ιντερνόπληκτος βρήκε την ευκαιρία να παραθέτει την άποψη του του επηρεάζοντας στο μέτρο της αναλογίας του όλους όσους τον ακολουθούν. Αυτό ακριβώς αποτέλεσε και τη μεγαλύτερη ίσως επανάσταση στην επικοινωνιακή επιρροή, όσον αφορά τις κομματικές απόψεις και επιδιώξεις του πολιτικού συστήματος.
Όπως και να χει ωστόσο, από τη θεμελιώδη αυτή η αλλαγή δεν άλλαξε η πατροπαράδοτη παραδοχή ότι ολόκληρο αυτό το σύστημα εξακολουθεί να κατευθύνεται και να οδηγείται από διευθυντήρια λίγο πολύ γνωστά σε όλους μας. Οι βαρόνοι των μίντια και τα στενά κομματικά συμφέροντα σέρνουν από πίσω τους ολόκληρους μηχανισμούς μέσων, δημοσιογράφων επιδιώξεων. Οι άμεσοι φορείς των απόψεων διασκορπίστηκαν σε δεκάδες μέσα ενημέρωσης, κάνοντας τον έλεγχο τους στις ημέρες μας εξαιρετικά δυσκολότερο. Οι δημοσιογράφοι που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της επικοινωνιακής ευθύνης μπορεί να απέκτησαν μεγαλύτερη ελευθερία στη διατύπωση της άποψης αλλά ταυτόχρονα μετατράπηκαν και σε κυνικούς φορείς του κομματικού φανατισμού. Κάποτε, θυμάμαι όταν η ενημέρωση βρισκόταν στα χέρια των εφημερίδων και των κρατικών μέσων ενημέρωσης, πριν δηλαδή από την απελευθέρωση των ερτζιανών, τα πράγματα ήταν περισσότερα ελεγχόμενα με λιγότερο φανατισμό. Οι δεξιές εφημερίδες για παράδειγμα απασχολούσαν στα διευθυντικά πόστα τους στελέχη που προέρχονταν από την Αριστερά πράγμα το οποίο πολύ λίγο ξένιζε τότε την δημοσιογραφική πιάτσα.
Φυσικά, ακόμη και τότε η ενημέρωση έβριθε από προσωπικά παιχνίδια που έπαιζαν τα στελέχη από όλο το πολιτικό φάσμα της εποχής. Έρχεται στο νου μου το περιστατικό με τον αείμνηστο αδελφό μου τον Δημήτρη Ρίζο όταν αυτός βρισκόταν στο απόγειο της εξέλιξης του ως εκδότης δεξιάς εφημερίδας. Προσπαθούσε επί πολύ να έρθει σε επαφή με τον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας όταν αυτή βρισκόταν στην εξουσία. Αυτός όμως για λόγους δικούς του δεν έβγαινε ποτέ στο τηλέφωνο. Τότε ο Δημήτρης είπε στη γραμματέα του, τη Ρούλα Καψοκεφάλου να τον αναζητήσει στο τηλέφωνο ως. Σταύρος Ψυχάρης που ήταν τότε διευθυντής της μεγαλύτερης εφημερίδας της αντιπολίτευσης. Σε πέντε δευτερόλεπτα ο ερίφης αυτός βγήκε στη γραμμή. Αυτό που ακολούθησε δεν μπορώ να σας το περιγράψω. Όταν πάντως ο Δημήτρης το δημοσιοποίησε την επόμενη μέρα, γέλασε και το παρδαλό κατσίκι από την αβελτηρία του κυβερνητικού εκπροσώπου.
Το παιχνίδι της επικοινωνίας έγινε εξαιρετικά δύσκολο. Και αυτή η δυσκολία έπαιξε σημαντικό ρόλο στο σημερινό πολιτικό μπάχαλο που βιώνουμε. Η ανευθυνότητα του λόγου δηλητηριάζει όλο και πιο πολύ το πολιτικό κλίμα. Τροφοδοτεί με φραστικές επιπολαιότητες τα ελληνικά καφενεία και ο λαός πλανάται ολοένα και περισσότερο με ανούσιες έως ανόητες παραδοχές. Και ερωτώ. Διορθώνεται αυτό το κλίμα στη χώρα;