Του Δημήτρη Δημητράκου
Συχνά εκλαμβάνεται ο φιλελευθερισμός ως ταυτόσημος με την τρέχουσα αντίληψη της «πρέπουσας στάσης» πάνω σε κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά πράγματα. Όμως, ο φιλελευθερισμός δεν ταυτίζεται με μια τέτοια στάση. Δεν μπορεί να θεωρηθεί ως σύστημα ιδεών, ως δόγμα. Ο φιλελευθερισμός είναι ένας τρόπος πολιτικής σκέψης που τονίζει τη σημασία της ελευθερίας στην πολιτική, στην οικονομία και την κοινωνία· που θεωρεί την ελευθερία του ατόμου προϋπόθεση για την εξασφάλιση της λειτουργίας των θεσμών μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
Από εκεί και πέρα, οι φιλελεύθερες απόψεις για την ισότητα, για τις σχέσεις μεταξύ φύλων, τη σχέση κράτους-πολίτη και άλλα πολλά, ποικίλουν μεταξύ τους. Δεν υπάρχει ούτε αναζητείται κάποιο αρχιμήδειο σημείο για την εξεύρεση της ενδεδειγμένης πολιτικής που οφείλει να ακολουθήσει ένας πολιτικός ή της στάσης που οφείλει να έχει ένας φιλελεύθερος πολίτης. Ούτε υπάρχει κανένας… μετρητής φιλελευθερισμού ή δυνατότητα κατασκευής τέτοιου μετρητή.
Από εκεί και πέρα υπάρχει αυτό που κοινώς αποκαλείται «πολιτικώς ορθό». Αυτό δεν είναι κατ' ανάγκην αξιόμεμπτο, αλλά είναι συχνά απότοκο μιας συναισθηματικής προσέγγισης ενός πολιτικού προβλήματος. Συνδέεται με αυτό που ο μεγάλος κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ ονόμαζε «ηθική του φρονήματος», σε αντίθεση με την «ηθική της ευθύνης». Η ηθική του φρονήματος απαιτεί απόλυτη προσήλωση σε μια στάση, ανεξαρτήτως συνεπειών. Αντίθετα, αυτός που δρα με γνώμονα την ηθική της ευθύνης, συνεκτιμά τις πιθανές συνέπειες της απόφασης που παίρνει ή της στάσης που υιοθετεί.
Η πολιτική έχει να κάνει με την άσκηση της εξουσίας, δηλαδή τη λήψη αποφάσεων που θα έχουν εμπρόθετες, αλλά και απρόθετες συνέπειες στο εγγύς ή το απώτερο μέλλον, που θα βλάψουν ορισμένους ωφελώντας άλλους. Επομένως, ο πολιτικός δεν πρέπει να δράσει ερήμην της ηθικής της ευθύνης. Οφείλει να ζυγίζει μεταξύ άλλων και το λεγόμενο πολιτικό κόστος, δηλαδή το γεγονός ότι πολλοί ψηφοφόροι αντιτίθενται σε πολιτικές που θίγουν τα άμεσα συμφέροντά τους, ή είναι ασύμβατες με αρχές στις οποίες πιστεύουν, ή με προκαταλήψεις που τους κατατρύχουν. Το ότι έχει υποχρέωση ο πολιτικός να συνεκτιμήσει το πολιτικό κόστος στις αποφάσεις και τις εξαγγελίες του έχει αναλυθεί διεξοδικά από τον Ευάγγελο Βενιζέλο σε άρθρο του 2004. («Τι σημαίνει πολιτική ευθύνη»).
Η στάση της «πολιτικής ορθότητας» απαιτεί απόλυτη και αποκλειστική προσήλωση στην ηθική του φρονήματος: της τήρησης της «σωστής» στάσης, της στήριξης των «ορθών» ιδεών, ανεξαρτήτως πιθανών συνεπειών και αδιαφορώντας για το «κόστος» αυτών των συνεπειών. Όμως, οι πολιτικώς ορθοφρονούντες πάνε ένα βήμα πιο πέρα: υποστηρίζουν εκείνο που οραματίζεται μια «φωτισμένη ελίτ», που -υποτίθεται ότι- ξέρει καλύτερα τι είναι προοδευτικό, δημοκρατικό, ανθρωπιστικό, πολιτισμένο και φιλελεύθερο. Και αντιτάσσουν σε τυχόν αντιρρήσεις στο όνομα του πολιτικού ρεαλισμού έναν λόγο όπου ξεχειλίζει το ευγενές συναίσθημα.
Ο υπερασπιστής της «πολιτικής ορθότητας» θεωρεί ότι εκφράζει μια ηθικά ανώτερη στάση, στην οποία όλοι και όλα πρέπει να υποχωρήσουν. Είναι, βέβαια, δικαίωμά του. Είναι άκυρη, όμως, η αξίωση ταύτισης του φιλελευθερισμού με ό,τι ανήκει στη σφαίρα κυριαρχίας της πολιτικής ορθότητας. Ο φιλελεύθερος γνωρίζει καλά ότι στην πολιτική είναι χρέος η συνεκτίμηση των συνεπειών μιας απόφασης, και ότι δεν αποτελεί υποστολή της σημαίας του φιλελευθερισμού αν ορισμένες φορές ένας φιλελεύθερος πολιτικός ή μια φιλελεύθερη παράταξη προσαρμόζεται στην πραγματικότητα που επιβάλλει η λογική της κατάστασης. Ο φιλελεύθερος δεν είναι ιδεολογικός φονταμενταλιστής. Για τον απλό λόγο ότι ο φιλελευθερισμός δεν είναι δόγμα.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 16 Οκτωβρίου 2019.