Χθες ήταν η πρώτη μέρα των πανελλήνιων εξετάσεων και η τέταρτη μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για την «αναβάθμιση του σχολείου και άλλες διατάξεις», με το κυβερνητικό στοίχημα για την παιδεία να παραμένει πάντα σε ισχύ.
Μετά την κατάργηση του παρωχημένου πανεπιστημιακού ασύλου, την αξιολόγηση των ΑΕΙ με την δημιουργία του Εθνικού Συμβουλίου Ανώτατης Εκπαίδευσης και τις ρυθμίσεις για την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας, πήραν σειρά η θέσπιση του πλαισίου λειτουργίας των προπτυχιακών ξενόγλωσσων προγραμμάτων και οι μετεγγραφές με ακαδημαϊκά κριτήρια. Πριν από όλα τα παραπάνω είχε έρθει, απολύτως σωστά και η μεταφορά της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας από το Υπουργείο Παιδείας στο Υπουργείο Ανάπτυξης.
Την όλη προσπάθεια έρχεται σε λίγους μήνες να συμπληρώσει ένας νέος νόμος-πλαίσιο για τα πανεπιστήμια με τον οποίο πιστεύω ότι θα αρθούν και ορισμένες αδικίες που αφορούν στη μη συμμετοχή τμημάτων του διδακτικού προσωπικού στα εκλεκτορικά σώματα των πρυτανικών εκλογών.
Όλες οι παραπάνω μεταρρυθμίσεις αφορούν στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Άλλωστε οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι τα τελευταία 10 χρόνια υπήρχε πάντα τόσο στη ΝΔ όσο και στο ΠΑΣΟΚ μια προτεραιότητα για παρεμβάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ η κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ έκανε αλλαγές στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση με ιδεολογικό πρόσημο και με σκοπό να υπηρετηθεί ένας ψευτοπροοδευτισμός. Ως αποτέλεσμα είχαμε οπισθοδρόμηση σε θέματα ελληνικότητας και αριστείας με ότι οι συγκεκριμένες αυτές έννοιες εμπεριέχουν. Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ο ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησε πολιτικές κεντρικού προγραμματισμού και ελέγχου, απολύτως συνυφασμένες με την λεγόμενη «αριστερή» διαχείριση.
Είχαμε, λοιπόν, καιρό να δούμε πραγματικά προοδευτικές παρεμβάσεις στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε τέτοια έκταση και βάθος. Διατηρώ επιφυλάξεις μόνο στο θέμα της αναγραφής της διαγωγής στα απολυτήρια. Οι περισσότερες, με κυρίαρχες την ίδρυση πειραματικών και πρότυπων σχολείων και την αξιολόγηση εκπαιδευτικών μονάδων και εκπαιδευτικών, περιελαμβάνοντο στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Τα προβλήματα, όμως, στις δύο πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης είναι τέτοιας μορφής και μεγέθους που πρέπει να συμπληρωθούν ώστε να υπάρξει συνολική αναβάθμιση των παρεχομένων υπηρεσιών.
Κατανοώ την ανάγκη για υιοθέτηση της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας στην προσχολική ηλικία, αλλά τι θα γίνει με τις σχολικές αίθουσες που σε πολλούς μεγάλους δήμους της χώρας στεγάζονται σε εντελώς ακατάλληλα κτίρια;
Τι θα γίνει με το, καταργηθέν από το ΣΥΡΙΖΑ, πρόγραμμα αναβάθμισης των δημοτικών σχολείων το οποίο λειτούργησε την περίοδο 2010-2014 με χρηματοδότηση από την ΕΤΕΠ; Τι θα γίνει με τον έλεγχο και την ενίσχυση της στατικής επάρκειας των πολλών παλαιών σχολικών κτιρίων;
Έπρεπε και έγινε η πρόσληψη των 4500 εκπαιδευτικών της Ειδικής Αγωγής, αλλά τι θα γίνει με τα σχολεία στα οποία ακόμη και μαθητές χωρίς κινητικά προβλήματα θα είχαν πρόβλημα να διαβιώσουν έστω και για λίγες ώρες;
Η προσπάθεια για την εκπαίδευση εξ αποστάσεως απορρόφησε πολύ ενέργεια από την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, αποτελεί προίκα της εκπαίδευσης και επέτυχε σε μεγάλο βαθμό όσον αφορά στους εκπαιδευτικούς και σε μικρότερο στους εκπαιδευόμενους. Πρέπει άμεσα να συμπληρωθεί με δωρεάν διάθεση tablets και laptops σε όλους τους μαθητές, με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Τα κονδύλια των ευρωπαϊκών προγραμμάτων μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα σε αυτό το τομέα συμπληρωματικής εκπαίδευσης. Τονίζω τη λέξη συμπληρωματική.
Απολύτως ορθή είναι η μοριοδότηση των εκπαιδευτικών για θητεία σε δυσπρόσιτες περιοχές, πρέπει όμως να συμπληρωθεί με αντίστοιχο τρόπο για τις μειονεκτικές εκπαιδευτικά περιοχές (π.χ. περιοχές Ρομά).
Η διαδικασία παροχής των σχολικών γευμάτων παρουσιάζει πλέον πολλά προβλήματα, ενώ αφορά πολύ λίγες μεγάλες εταιρείες τροφοδοσίας με συχνές μεταξύ τους εντάσεις στους διαγωνισμούς. Ενδεικτική ήταν η αδυναμία λήψης των γευμάτων έως το μέσον της φετινής σχολικής χρονιάς σε δήμους της Δυτικής Θεσσαλονίκης.
Υπάρχουν εκατοντάδες αιτήματα χιλιάδων διορισμένων, αλλά και αδιόριστων εκπαιδευτικών, ορισμένα μάλιστα με βάση αποφάσεις του ΣΤΕ που αναμένουν λύσεις. Πάντα στα πλαίσια των νόμων, αλλά με διάθεση συζήτησης και συνεννόησης πριν τη λήψη θετικών ή αρνητικών αποφάσεων.
Δεν πρέπει να παραλείψω να αναφερθώ και στο μεγάλο πρόβλημα που λέγεται ΔΟΑΤΑΠ, στις υπηρεσίες του οποίου ταλαιπωρούνται κάθε χρόνο χιλιάδες πολίτες.
Αφήνω τελευταία στον κατάλογο την κορυφαία, κατά τη γνώμη μου, μεταρρύθμιση που εκκρεμεί στο χώρο της παιδείας και για την οποία η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει πρόσφατα εξαγγείλει την άμεση υλοποίηση της. Πρόκειται για τις αλλαγές στην τεχνική εκπαίδευση χωρίς την ισχυροποίηση της οποίας, η πίεση προς την τριτοβάθμια πάντα θα είναι ασφυκτική. Εκπαιδευμένους τεχνίτες χρειαζόμαστε και όχι επιστημονικό προλεταριάτο. Το σχετικό νομοσχέδιο που θα έρθει στη Βουλή πρέπει να αποτελεί προϊόν βαθιάς και εκτεταμένης διαβούλευσης, όχι μόνο με θεσμικούς φορείς της εκπαίδευσης, αλλά και της αγοράς, ενώ σίγουρα δε μπορεί να αποτελεί αποτέλεσμα συνεδριάσεων μιας κλειστής ομάδος πανεπιστημιακών καθηγητών. Χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι θα επιτρέψουμε στο συνδικαλισμό να επιβάλλει τρόπο λειτουργίας προσαρμοσμένο στις ανάγκες του και όχι στη πραγματικότητα της αγοράς.
Με απλά λόγια, πολύ σημαντικά είναι τα εργαστήρια δεξιοτήτων στο δημοτικό, τα λατινικά στο γυμνάσιο και κυρίως η δημιουργία πρότυπων και πειραματικών σχολείων και η αξιολόγηση ,αλλά έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε. Η κυβέρνηση το γνωρίζει πλήρως και με προγραμματισμό και μέθοδο «τρέχει» όλες τις αναγκαίες προς αυτή τη κατεύθυνση αλλαγές.
Τέλος, πολλές από τις παραπάνω παρεμβάσεις αποτελούν συναρμοδιότητα και άλλων υπουργείων όπως του Υποδομών, του Ανάπτυξης και του Εργασίας, ενώ θεωρώ ότι με τη συμβολή του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης μπορούμε να υλοποιήσουμε, κυρίως, όσες ανήκουν στο τομέα των υποδομών.
* Ο Στράτος Σιμόπουλος είναι Βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης με την ΝΔ, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, πρώην Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Έργων