Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Έκλεισαν οι πολύμηνες διαδικασίες της αποκρατικοποίησης του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης και ο OΛΘ περιήλθε τελικά στην κοινοπραξία που αποτελείται από τις ρωσικών συμφερόντων εταιρείες DIEP GmbH και Beltera Investments Ltd και από την εταιρεία διαχείρισης λιμανιών Terminal Link SAS, θυγατρική του γαλλικού ομίλου CMA CGM. Είναι μια σημαντική επένδυση στον χώρο των υποδομών της χώρας, για την οποία είχε γίνει παρέμβαση ακόμα και από τον πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ. Σε δηλώσεις του στο Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο, ο πρέσβης Πάιατ αναφέρει πως: «Συνεχίζω να δίνω έμφαση στο ότι οι αμερικανικές εταιρείες φέρνουν διαφάνεια και υψηλά επίπεδα εταιρικής διακυβέρνησης. Έχουμε δει τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, όπου δεν είναι ξεκάθαρο ποιοι είναι οι ιδιώτες κι από πού προέρχονται τα χρήματά τους».
Ο χώρος των επενδύσεων, των εξαγορών και των ιδιωτικοποιήσεων τα τελευταία χρόνια την Ελλάδα έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό. Με την εξαίρεση της Fairfax, που έχει κινηθεί επενδυτικά στον τραπεζικό χώρο, στον χώρο των κατασκευών, της ενέργειας και της εκμετάλλευσης ακινήτων, και τον όμιλο της Ferrovie dello Stato Italiane, που αγόρασε σχεδόν δωρεάν την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, δεν υπάρχει άλλος όμιλος δυτικών συμφερόντων που να έχει ενδιαφερθεί για την Ελλάδα. Η τελευταία προσπάθεια της κοινοπραξίας Calamos - Exin για την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής αποδείχθηκε φιάσκο και η κινεζική Fosun εκδήλωσε άμεσα και πάλι το ενδιαφέρον της. Μόνον Κινέζοι, Ρώσοι, Άραβες και κάποια funds με έδρα το εξωτερικό, πίσω από τα οποία βρίσκονται γνωστότατα ελληνικά επιχειρηματικά ονόματα, προβαίνουν σε κινήσεις επενδυτικού χαρακτήρα.
Δηλαδή επενδυτικά σχήματα, που είτε γνωρίζουν την ελληνική πραγματικότητα και μπορούν να κινηθούν ανάλογα, είτε αδιαφορούν καθώς ακολουθούν κρατικές επιταγές, όπως οι Κινέζοι, στο πλαίσιο του σχεδιασμού του Νέου Δρόμου του Μεταξιού, είτε αδιαφορούν καθώς διεισδύουν με σκοπό την αύξηση της πολιτικής επιρροής, όπως οι Ρώσοι, είτε αδιαφορούν καθώς βλέπουν ευκαιρίες διασποράς επενδυτικών ευκαιριών και ρίσκου, όπως οι Άραβες.
Όμως, οι εταιρίες του δυτικού κόσμου, που διαπνέονται από σημαντικά επίπεδα εταιρικής διακυβέρνησης, από διαφάνεια και λογοδοσία στους μετόχους, αδυνατούν να δικαιολογήσουν επενδύσεις σε χώρες όπου υπάρχει περιφρόνηση των θεσμών, άρωμα μαρξιστικών εμμονών και εχθρική στάση προς την επιχειρηματικότητα. Πιθανόν, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των επενδυτών που κινούνται στην Ελλάδα να μας επιφυλάξουν στο μέλλον εκπλήξεις, που δεν θα είναι θετικές.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο, αρ. φύλλου 86