Γκεόργκι Ζούκοφ: Σημειώσεις αναμνήσεων (Μέρος Θ')

Γκεόργκι Ζούκοφ: Σημειώσεις αναμνήσεων (Μέρος Θ')

Ο Γκεόργκι Κωνσταντίνοβιτς Ζούκοφ (1896-1974) παραμένει μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες φιγούρες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Στρατάρχης και στρατηλάτης, ξεκίνησε την στρατιωτική του θητεία ως υπαξιωματικός στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και την ολοκλήρωσε στο ηττημένο Βερολίνο της χιλτερικής Γερμανίας.

Παιδί του αιώνα του, πίστεψε στην κομμουνιστική ευαγγελική θεωρία, αφοσιώθηκε σε αυτήν και στην υπόθεση υπεράσπισης της πατρίδας του, η οποία τα χρόνια εκείνα «οικοδομούσε τον σοσιαλισμό σε καπιταλιστική περικύκλωση».

Συμμετείχε στην Ανώτατη Διοίκηση των σοβιετικών στρατευμάτων, έζησε την καταστροφή των πρώτων ημερών του πολέμου, τις περικυκλωμένες μονάδες που αιχμαλωτίζονταν κατά εκατοντάδες χιλιάδες από τους Ναζί, την πολιορκία του Λένινγκραντ, την Μάχη της Μόσχας, το Στάλινγκραντ. Σχεδίασε την αντεπίθεση της Ε.Σ.Σ.Δ., την προέλασή της στα γερμανικά εδάφη και την τελική επίθεση της νίκης.

Καινοτόμος και αναμορφωτής, συνέβαλε στην αναμόρφωση των σοβιετικών ενόπλων δυνάμεων και στα μεταπολεμικά χρόνια, ασχολήθηκε με την πολιτική, στους κόλπους του σοβιετικού Κομμουνιστικού κόμματος.

Αντικείμενο φθόνου και φόβου, παραμερίστηκε από την κομματική ηγεσία και τελείωσε τις μέρες του γράφοντας τα απομνημονεύματά του. Ωστόσο, ένα τμήμα αυτών των απομνημονευμάτων, για τον φόβο της λογοκρισίας, παρέμεινε αδημοσίευτο.

Για πρώτη φορά είδε το φως της δημοσιότητας το 1999. Πρόκειται για σημειώσεις που έχουν σχέση με την εσωκομματική πάλη για την εξουσία μετά τον θάνατο του Ι. Β. Στάλιν. Μέσα από τις σελίδες του, ο αναγνώστης πληροφορείται άγνωστες λεπτομέρειες για τα «αυλικά πραξικοπήματα» και την χωρίς όρια και όρους διαπάλη των διαφόρων ομάδων και επιγόνων, χωρίς την ωραιοποίηση και τα ψιμύθια των ιστορικών - απολογητών του σοβιετικού πειράματος.

Λόγω της έκτασης του κειμένου, δημοσιεύεται σε συνέχειες.

* * *

Ο απολογισμός

Πίστευα πως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αναβιώσει την προσωπολατρία και πολύ περισσότερο να καλλιεργεί την ειδωλολατρία.

Από τα κομματικά και σοβιετικά στελέχη στην ολομέλεια δεν μίλησε σχεδόν κανείς, μα ως ένα ενιαίο μέτωπο μίλησε η πλειοψηφία των στραταρχών, οι οποίοι όσο ήμουν υπουργός ήταν υφυπουργοί του Υπουργείου Άμυνας και ο διοικητής της Γενικής Πολιτικής Διεύθυνσης Ζελτόφ.

Ήταν προφανές πως είχαν εκ των προτέρων προετοιμαστεί, προκειμένου να κάθε τρόπο να μειώσουν και να αμαυρώσουν την δράση μου. Ιδιαίτερες προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση κατέβαλαν οι Μαλινόφσκι, Σοκολόφσκι, Γιερεμένκο, Μπιριούζοφ, Κόνεφ και Γκορσκόφ. Μετά τις ομιλίες τους, η συνομωσία αποκαλύφθηκε.

Οι ομιλητές αναφέρονταν όλοι στο γεγονός πως εγώ υποβαθμίζω την πολιτική δουλειά στο στράτευμα, ότι προσπαθώ να αποσπάσω το στράτευμα από την Κ.Ε και άλλα...

Αυτό όμως, συγκεκριμένα, ήταν προπέτασμα καπνού, ο πραγματικός στόχος ήταν να απαλλαγούν άμεσα από εμένα, για να μην είμαι εμπόδιο στον δρόμο εκείνων που με κάθε τρόπο επεδίωκε την δόξα και δεν ήθελε να την μοιραστεί με κανέναν.

Ήταν ξεκάθαρο πως είχαν αποφασίσει να με χτυπήσουν μέσω των στρατιωτικών, οι οποίοι είχαν εκ των προτέρων προετοιμαστεί και τις ομιλίες τους προσπαθούσαν να εκθέσουν αρνητικά την δράση μου, υποβαθμίζοντας τα επιτεύγματά μου στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου, χρησιμοποιώντας για τον σκοπό αυτό ακόμη και παράλογα επιχειρήματα ή διαστρεβλώσεις.

Ακόμη και ο Χρουστσόφ αναγκάστηκε να κάνει παρατήρηση στον στρατάρχη Α. Ι. Γιερεμένκο, ο οποίος με τον ζήλο της κραυγαλέας κολακευτικής του ομιλίας είπε: «Λένε πως ο Ζούκοφ ήταν επικεφαλής της μάχης του Στάλινγκραντ, ενώ δεν ήταν εκεί».

Χρουστσόφ: «Μα, Αντρέι Ιβάνοβιτς, κακώς το είπες. Τον Ζούκοφ ως στρατηλάτη τον γνωρίζουμε καλά. Μπορεί πολλοί να είχαν αποτυχίες στο μέτωπο, ο Ζούκοφ όμως ποτέ».

Στην ολομέλεια της Κ.Ε. παρουσιάστηκε ο πίνακας του ζωγράφου Γιάκοβλεφ, ο οποίος είχε πεθάνει πριν πολύ καιρό.

Εγώ έμαθα για την ύπαρξη αυτού του πίνακα δύο μήνες πριν την ολομέλεια της Κ.Ε. Κάποια στιγμή ήρθε στο γραφείο μου ο διευθυντής της Γενικής Πολιτικής Διεύθυνσης Ζελτόφ και είπε πως έχει τον πίνακα του Γιάκοβλεφ, όπου ο ζωγράφος με απεικόνισε καλά με φόντο το κατεστραμμένο Βερολίνο.

Τον παρακάλεσα να μου δείξει τον πίνακα. Προσωπικά ο πίνακας μου άρεσε και, φυσικά, όχι γιατί με απεικόνιζε πάνω σε ένα άλογο, αλλά γιατί ένιωσα σ’ αυτόν την αγάπη του ζωγράφου για τον Κόκκινο στρατό, ο οποίος εξόντωσε τον πιο μαύρο καρπό του ιμπεριαλισμού, την φασιστική Γερμανία.

Ο Ζελτόφ με ρώτησε τι να κάνει με τον πίνακα. Του απάντησα: «Δωσ’ τον στο μουσείο του Κόκκινου στρατού, μπορεί κάποτε να τον χρειαστούν». Νόμιζα ότι η υπόθεση αυτή είχε λήξει.

Όταν χάλκευσαν την υπόθεση εναντίον μου, ο Ζελτόφ ανέφερε στην Κ.Ε. την ύπαρξη αυτού του πίνακα διαστρεβλώνοντας τα πράγματα, παρουσιάζοντας το ζήτημα ότι εγώ τάχα τον διέταξα να κρεμάσει τον πίνακα στην Λέσχη των αξιωματικών του Κόκκινου στρατού.

Για να ειρωνευτούν και για να με γελοιοποιήσουν, ο πίνακας παρουσιάστηκε στην ολομέλεια της Κ.Ε. ώστε να τον δουν όλοι και στη συνέχεια τον περιέφεραν στα κομματικά ακτίφ της Μόσχας. Η επίδειξη του πίνακα συνοδευόταν από τα αντίστοιχα κακεντρεχή για το πρόσωπό μου σχόλια. «Κοιτάξτε να δείτε πως ο Ζούκοφ παρουσιάζει τον εαυτό του σαν τον Άγιο Γεώργιο τον νικηφόρο».

Ιδιαίτερα ασχολήθηκαν με αυτό, εκείνοι που δεν κατάφεραν να δοξαστούν στα πεδία των μαχών του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου.

Ο Χρουστσόφ μίλησε τελευταίος στην ολομέλεια. Είπε: «Όταν ήμασταν με τον Μπουλγκάνιν στην Άπω Ανατολή, μετά την επίσκεψη στον στρατό μας κάλεσε να γευματίσουμε μαζί ο διοικητής της Στρατιωτικής Περιοχής στρατάρχης Μαλινόφσκι. Κατά την διάρκεια του γεύματος ο Μαλινόφσκι είπε: «Να προσέχετε τον Ζούκοφ, είναι ένας εκκολαπτόμενος Ναπολέων. Αν χρειαστεί δεν θα σταματήσει μπροστά σε τίποτα και σε κανένα». Τότε δεν είχα δώσει σημασία στα λόγια του Μαλινόφσκι, στη συνέχεια όμως πολλές φορές μου τα θύμισε ο Ν. Α. Μπουλγκάνιν».

Έτσι κατάλαβα από πότε ο Μαλινόφσκι έκανε προβοκάτσιες και με υπέσκαπτε. Δεν περνούσε όμως από το μυαλό μου πως ο Μαλινόφσκι θα έκανε κάτι τέτοιο.

Μεταξύ των άλλων, μου φάνηκε παράξενη αυτή η δήλωση του Μαλινόφσκι που έκανε στον Χρουστσόφ το 1955, γιατί ακριβώς παρόμοια δήλωση για μένα έκανε ο Μπέρια στον Στάλιν, το 1945. Ετέθη το ερώτημα: μήπως είναι μία η πηγή από την οποία προέρχονταν όλες αυτές οι προβοκατόρικες δηλώσεις;

Δεν θα αποτελούσε έκπληξη, αν ο Μαλινόφσκι το 1955 έκανε αυτή την προβοκατόρικη δήλωση, να την είχε κάνει και το 1945.

Κατά την διάρκεια των εργασιών της ολομέλειας της Κ.Ε. κατάλαβα πως η υπόθεση μου έχει αποφασιστεί στο προεδρείο οριστικά, γι’ αυτό και δεν θεώρησα σκόπιμο να απολογηθώ, γνωρίζοντας πως κάτι τέτοιο θα ήταν άσκοπο.

Ανέφερα στην ολομέλεια ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις βρίσκονται σε κατάσταση πολεμικής ετοιμότητας.

Υλοποιώντας το πρόγραμμα περικοπής θέσεων για τα κομματικά στελέχη, ήθελα πριν απ’ όλα να ενισχύσω τον ρόλο και την δράση των κομματικών οργανώσεων, να ενισχύσω τον ρόλο των διοικητών και να περικόψω τις δαπάνες μισθοδοσίας των πολιτικών οργάνων. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί ξαφνικά τέθηκε ζήτημα για μένα. Αν έκανα λάθη, θα μπορούσα να τα διορθώσω. Για ποιο λόγο έπρεπε να ληφθούν τόσο ακραία μέτρα;

Γενικά, όλα λέχθηκαν είχαν βάση σε κάποιο βαθμό, μα όλα τα στοιχεία παρουσιάστηκαν κάτω από μία συγκεκριμένη, αμφιλεγόμενη πολιτική οπτική γωνία.

Η ολομέλεια με καθαίρεση από μέλος του προεδρείου και μέλος της Κ.Ε. του κόμματος.

Μου ανακοίνωσαν την απόφαση της ολομέλειας ύστερα από μία εβδομάδα, συνημμένη στην ανακοίνωση για την εκτόξευση πυραύλου σε τροχιά γύρω από την γη.

Σε αντίθεση με την καθιερωμένη τάξη, παρουσία μου στην ολομέλεια, αποφασίστηκε μόνο το οργανωτικό ζήτημα, δηλαδή η αποπομπή μου από το προεδρείο. Αναφορικά με την πολιτική απόφαση, δεν συζητήθηκε παρουσία μου, δεν ελήφθη μπροστά μου και μου στέρησαν την δυνατότητα να αποκρούσω τις κατηγορίες που με βάραιναν.

Δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να συμφωνήσω με την απόφαση, γιατί κατά βάση δεν αντιστοιχεί στην δραστηριότητά μου και είναι διατυπωμένη αμφιλεγόμενα, με στόχο να με αμαυρώσει στα μάτια του λαού και του κόμματος.

Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι, όπως και παλιότερα, την περίοδο της κυριαρχίας της προσωπολατρίας χωρίς αποδείξεις μου απέδωσαν διάφορες αντικομματικές ταμπέλες, κατηγορίες, χωρίς αποδείξεις έλεγαν πως προσπάθησαν να αποσπάσω τις Ένοπλες Δυνάμεις από το κόμμα και τον λαό.

Θεωρώ πως αυτή η απόφαση δεν αντέχει σε καμία κριτική.

Προκύπτει το ερώτημα: πως είναι δυνατόν στις συνθήκες που επικρατούν στην χώρα μας να αποσπάσεις έναν στρατό πολλών εκατομμυρίων από τον λαό και το κόμμα, όταν μεταξύ αυτών που υπηρετούν το 90% είναι κομμουνιστές και μέλη της κομμουνιστικής νεολαίας, όταν κάθε χρόνο καλούνται να υπηρετήσουν ένα εκατομμύριο νέοι σε αυτόν, όταν άλλοι τόσοι απολύονται μετά το πέρας της θητείας του, καθώς επίσης και με την καθημερινή επικοινωνία του στρατού με την πολυεπίπεδη ζωή του κόμματος και του λαού;

Πιστεύω πως ούτε ο λαός, ούτε το κόμμα πίστεψαν αυτήν την τόσο παράξενη για τις συνθήκες που ζούμε κατηγορία.

Συνεχίζεται...