Του Γιώργου Κουμπαράκη
O Αμερικανός συγγραφέας, Ισαάκ Ασίμωφ, έλεγε ότι, “Το πιο θλιβερό στη ζωή αυτή τη στιγμή είναι ότι η επιστήμη συγκεντρώνει γνώση πολύ πιο γρήγορα από ό,τι η κοινωνία αποκτά σοφία.” Σε μια οικονομία η οποία εξελίσσεται με όρους ψηφιακού μετασχηματισμού αξιοποιώντας συγκεντρωμένη επιστημονική γνώση, η μετάβαση μιας ολόκληρης κοινωνίας στην ψηφιακή εποχή κάθε άλλο παρά βόλτα στο πάρκο είναι. Σε ό,τι αφορά την ελληνική κοινωνία το εισιτήριο για το τρένο της ψηφιακής εποχής μοιάζει πολύ ακριβό καθώς απαιτεί εκ βάθρων αλλαγές τόσο στο modus operandi της δημόσιας διοίκησης όσο και σε επίπεδο συστημάτων και υπηρεσιών αυτής.
Η αλήθεια είναι πως ο ψηφιακός μετασχηματισμός προαπαιτεί αλλαγή κουλτούρας και νοοτροπίας. Ειδικότερα σε λειτουργικό επίπεδο πρέπει να αλλάξει ριζικά το μοντέλο οργάνωσης, λειτουργίας και διοίκησης του δημόσιου τομέα. Για να καταλάβετε την αντικειμενική δυσκολία του όλου εγχειρήματος σκεφτείτε έναν δημόσιο οργανισμό ή έναν δημόσιο φορέα ο οποίος εδώ και χρόνια από διοικητικό επίπεδο μέχρι το επίπεδο των εργαζομένων του έχει μάθει να λειτουργεί με έναν παραδοσιακό τρόπο μακριά από σύγχρονες ψηφιακές μεθόδους λειτουργίας και οργάνωσης. Για αυτό τον οργανισμό ή φορέα η μετάβαση δεν θα είναι σίγουρα μια εύκολη υπόθεση. Όμως εάν δεν προσαρμοστεί εγκαίρως με τις απαιτήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας κινδυνεύει να χάσει το στοίχημα ανάμεσα στο χθες και το αύριο και αν δεν τα καταφέρει να προσαρμοστεί θα ξεπεραστεί, θα συγχωνευτεί ή θα καταργηθεί!
Το μονοπάτι της μετάβασης στην ψηφιακή εποχή για παραδοσιακής νοοτροπίας και αντίληψης φορείς και οργανισμούς του δημοσίου είναι εξαιρετικά δύσβατο και στρωμένο με αγκάθια αντί ρόδων. Η κουλτούρα, η περιορισμένη κατανομή της εργασίας μαζί με την έλλειψη συνεργασίας, η ανετοιμότητα του οργανισμού ή του φορέα, το έλλειμμα ταλέντων και οι εξαιρετικά αργές παραδοσιακές διαδικασίες είναι μερικές ενδεικτικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ψηφιακή μεταμόρφωση.
Δυστυχώς, κάποιοι άνθρωποι είναι έτοιμοι να αλλάξουν και κάποιοι δεν είναι. Και ακόμη και εάν αυτοί που είναι έτοιμοι να αλλάξουν είναι περισσότεροι από αυτούς που δεν είναι, υπάρχει και το αγκάθι της έλλειψης προθυμίας για συνεργασία. Και ακόμη και αν καταφέρουμε να υπερκεράσουμε και αυτό το αγκάθι θα βρεθούμε αντιμέτωποι με το επόμενο το οποίο είναι, η έλλειψη ετοιμότητας από την πλευρά των δημόσιων οργανισμών ή φορέων. Οι περισσότεροι οργανισμοί ή φορείς του δημοσίου για να μην πω σχεδόν όλοι, δεν διαθέτουν ούτε τις απαιτούμενες υποδομές, ούτε τις απαιτούμενες δεξιότητες σε επίπεδο προσωπικού προκειμένου να μετασχηματιστούν ψηφιακά. Και ας υποθέσουμε πως και αυτό το αγκάθι το αντιμετωπίζουμε, ακόμη και τότε ο οργανισμός ή ο φορέας θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις συμπληγάδες μεταξύ του ελλείμματος ταλέντων που οφείλεται στον παραδοσιακό τρόπο λειτουργίας του δημόσιου τομέα εν γένει και των αργόσυρτων παραδοσιακών διαδικασιών που δεν λειτουργούν υποστηρικτικά για εργαζόμενους που διαθέτουν τις κατάλληλες ψηφιακές δεξιότητες.
Η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή απαιτεί το ανθρώπινο κεφάλαιο (εργαζόμενοι και στελέχη) να λειτουργεί πλήρως εναρμονισμένο με την τεχνολογία έτσι ώστε και οι διαδικασίες να εξελίσσονται και οι υπηρεσίες να μετασχηματίζονται.
Ο γκουρού του Management, Πήτερ Ντρουκερ, κάποτε είχε πει πως “Το πρώτο βήμα σε μια αναπτυξιακή πολιτική δεν είναι να αποφασίσεις πώς και προς τα πού θα αναπτυχθείς. Είναι να αποφασίσεις τι θα εγκαταλείψεις. Για να αναπτυχθεί μια επιχείρηση πρέπει να έχει μια πολιτική απαλλαγής από τα υπερμεγέθη, τα απόλυτα και τα αντιπαραγωγικά.” Η πολιτική απαλλαγής που πρέπει κάθε οργανισμός ή φορέας του δημοσίου να υιοθετήσει, προκειμένου να κερδίσει το στοίχημα της ομαλής μετάβασης στην ψηφιακή εποχή, πρέπει να καταφέρνει να την απαλλάξει μια και έξω από τα παραπάνω αγκάθια.
*Ο κ. Γιώργος Κουμπαράκης είναι Γραμματέας Τομέα Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών & Ενημέρωσης ΝΔ.