Χθες στην κοινοβουλευτική επιτροπή του ΝΑΤΟ ο υπουργός Άμυνας της Τουρκίας έθεσε για μια ακόμα φορά το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Οι παριστάμενοι Έλληνες βουλευτές αντέδρασαν ζητώντας την άρση του casus belli.
Νομίζω πως η αποστρατιωτικοποίηση δε συμψηφίζεται με την άρση του casus belli. Δε συμψηφίζεται με τίποτα. Αποτελεί μια στρατηγική επιλογή της πατρίδας την οποία καμιά κυβέρνηση δε θα τολμήσει να αναιρέσει. Δεν αφορά μόνον την άμυνα των συγκεκριμένων νησιών. Αφορά πρωτίστως τη δυνατότητα της Ελλάδας να συνομιλεί με την Τουρκία επί ίσοις όροις, σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας, χωρίς την απειλή κατάληψης ενός αφρούρητου νησιού. Και γι΄αυτό είναι εκτός τόπου και χρόνου όσοι προτείνουν ο αφοπλισμός των νησιών να συνδεθεί με την απομάκρυνση ή τη διάλυση της τουρκικής στρατιάς του Αιγαίου. Δε χρειάζεται να έχει η Τουρκία στρατιά για να καταλάβει ένα αφρούρητο νησί.
Το έχω γράψει πολλές φορές πως στον δεύτερο Αττίλα οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις δεν επενέβησαν στην Κύπρο γιατί υπήρχε ο κίνδυνος κατάληψης νησιών του Αιγαίου, καθώς ήταν ανοχύρωτα. Δηλαδή χάσαμε το πλεονέκτημα μιας δεύτερης επιλογής.
Αυτό ακριβώς επιδιώκει η Τουρκία. Να καταστήσει την Ελλάδα χώρα περιορισμένης κυριαρχίας κρατώντας ως όμηρο τα αφοπλισμένα νησιά της. Και γι΄αυτό έχει βάλει ως κεντρικό της στόχο την αποστρατιωτικοποίηση τους. Τόσο ο Τ. Ερντογάν όσο και η στρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας γνωρίζουν πως τα εξοπλισμένα νησιά μας δεν τους απειλούν. Αν κάτι απειλούν είναι τη δυνατότητα με 10 ελικόπτερα και 20 φουσκωτά οι Τούρκοι να καταλάβουν ένα νησί. Και αυτό ανατρέπει τον στρατηγικό σχεδιασμό τους, να καταστεί η Ελλάδα μια φινλανδοποιημένη χώρα.
Το casus belli είναι μια εντελώς άλλη υπόθεση. Και κακώς επιζητούμε την άρση του, γιατί έτσι εμείς οι ίδιοι αποδεικνύουμε πως δεν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα, όχι για λόγους τακτικής αλλά γιατί φοβούμαστε την απειλή πολέμου. Κάτι ελάχιστα τιμητικό. Δηλαδή η μη επέκταση δεν είναι δική μας επιλογή, αλλά μας την έχει επιβάλλει η Τουρκία με το casus belli.
Είναι απολύτως φυσιολογικό όταν μια πολιτική εκφοβισμού αποδίδει, να συνεχίζεται. Και αυτό κάνει εδώ και πολύ καιρό η Τουρκία.
Πήρε ένα μάθημα στον Έβρο και ένα δεύτερο μάθημα με την «επακούμβηση». Οι ελίτ αυτής της χώρας αντιλήφθηκαν πως η συμπεριφορά της ελληνικής κυβέρνησης δε θυμίζει σε τίποτα τη συμπεριφορά των κυβερνήσεων κυρίως της δεκαετίας του 1990. Η απόρριψη από την ελληνική πλευρά του «σημειακού» επεισοδίου, έχει εμβάλει σε δεύτερες σκέψεις την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας. Το δε δόγμα Κ. Φλώρου «πρώτα θα τους κάψουμε και μετά θα ρωτήσουμε ποιοι είναι», δείχνει μια αποφασιστικότητα. Το πώς θα ερμηνεύσει αυτά τα μηνύματα η απέναντι πλευρά, αυτό είναι άλλης τάξεως ζήτημα.
ΥΓ. Ο γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλντεμπεργκ, στη δεκαετία του 1980, ήταν πρόεδρος της Εργατικής Νεολαίας. Μέχρι το 1990 είχε επαφές με ένα Σοβιετικό διπλωμάτη ο οποίος ήταν πράκτορας της KGB. Ήταν καταχωρημένος στην KGB με το ψευδώνυμο Steklov. Ο Στόλντεμπεργκ τότε γλίτωσε από τα χειρότερα, (εμπλοκή στην υπόθεση κατασκοπείας Τρέχολντ), γιατί ο πατέρας του είχε διατελέσει υπουργός Αμύνης και Εξωτερικών της Νορβηγίας.