Θυμάμαι στην δεκαετία του 60 και του 70 στα ιδιωτικά σχολεία της Θεσσαλονίκης πήγαιναν αυτοί που δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα στο δημόσιο σχολείο.
Οι «σκράπες», όπως τους αποκαλούσαν τότε.
Εκείνη την εποχή το δημόσιο σχολείο διήγε την ηρωική εποχή του. Πλην των Πειραματικών και των γυμνασίων που επιδοτούνταν από το γαλλικό και το γερμανικό Δημόσιο, όλα τα άλλα δημόσια σχολεία είχαν τμήματα με 50 έως 60 μαθητές. Κάποια από αυτά, λόγω έλλειψης αιθουσών, είχαν και απογευματινά μαθήματα.
Να μην συζητήσουμε για την ποιότητα των αιθουσών διδασκαλίας. Κι όμως από αυτά τα δημόσια σχολεία βγήκαν πανάξιοι επιστήμονες και επιχειρηματίες που διέπρεψαν.
Βασικοί συντελεστές σε αυτό ήταν οι καθηγητές μας που αγαπούσαν την δουλειά τους, δηλαδή σε τελική ανάλυση αγαπούσαν τους μαθητές τους.
Δεν εξιδανικεύω και δεν φιλτράρω καταστάσεις, απλώς συγκρίνω τα δημόσια σχολεία της δικής μου γενιάς με τα σημερινά δημόσια σχολεία.
Η κατάσταση είναι γνωστή και είναι ανεπίδεκτη βελτιώσεως.
Την αποκλειστική ευθύνη γι΄αυτό την έχουν τα κόμματα και οι παρατάξεις της Αριστεράς που θεωρούν τα σχολεία χώρους ιδεολογικής και πολιτικής ζύμωσης, προπαγάνδας και στρατολόγησης.
Μέθοδος τους οι κινητοποιήσεις. Συμμέτοχοι σε αυτήν την διαστροφή του νοήματος της εκπαίδευσης και οι καθηγητές που ανήκουν στην Αριστερά, συστημική και επαναστατική.
Όταν έχουν να επιλέξουν μεταξύ του εκπαιδευτικού και του κομματικού καθήκοντος τους, επιλέγουν χωρίς δεύτερη σκέψη, το κομματικό καθήκον. Η πολιτική στράτευση πάνω απ΄όλα.
Μέσα στον φανατισμό τους δεν αντιλαμβάνονται πως έτσι απαξιώνουν την δημόσια εκπαίδευση που είναι ένα από τα βασικά στοιχεία μιας δημοκρατικής, ανοιχτής κοινωνίας. Με την νοοτροπία τους στερούν την δυνατότητα από τα παιδιά των μεσαίων και κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων να ανταγωνιστούν τα παιδιά που έχουν το προνόμιο να ανήκουν στα ανώτερα στρώματα.
Έτσι, αναπαράγουν και διαιωνίζουν την κοινωνική ανισότητα.
Ιστορικά στην Ελλάδα το δημόσιο σχολείο ήταν ο αγωγός της κοινωνικής ανέλιξης των αγροτόπαιδων και των φτωχόπαιδων. Τότε που όλη η οικογένεια δούλευε για να μορφωθεί και να σπουδάσει το ένα το παιδί.
Η δημόσια εκπαίδευση ήταν ο βασικός παράγοντας της κοινωνικής κινητικότητας που χαρακτήριζε την ελληνική κοινωνία. Ήταν ένα από τα αμορτισέρ που απορροφούσαν τους κοινωνικούς κραδασμούς.
Εδώ και μερικές δεκαετίες, αν κάποιος θέλει το παιδί του να μορφωθεί και το αντέχει η τσέπη του, επιλέγει, ασυζητητί, το ιδιωτικό σχολείο. Εκεί δεν υπάρχουν καταλήψεις, οι χώροι δεν είναι ρυπαροί και οι καθηγητές δεν έχουν ως καθήκον τους να διαμορφώσουν «λαϊκούς αγωνιστές». Και την άποψη τους για τα Ραφάλ την κρατούν για το σπίτι τους.
Έτσι η κοινωνία μας χάνει την δημοκρατικότητα της, γιατί χάνει την κινητικότητα της. Όταν η δημόσια εκπαίδευση νοσεί, η εικόνα της κοινωνίας μας «παγώνει».
Το ενδιαφέρον της Αριστεράς για το μέλλον της νεολαίας είναι υποκριτικό. Αν πράγματι ενδιαφερόταν για τα παιδιά μας θα αγωνιζόταν για ένα καλό δημόσιο σχολείο, που θα επιτελούσε τον κοινωνικό του ρόλο.
Να βγάλει μορφωμένα και με ήθος παιδιά, που έχουν κατανοήσει πως αν δεν προσπαθήσουν δεν θα προοδεύσουν.
Με αυτά τα εκτρωματικά που βλέπω να γίνονται στα δημόσια σχολεία, μου περνά από το μυαλό μήπως η Αριστερά - σε όλες τις εκδοχές της - έχει γίνει συνειδητός χορηγός της ιδιωτικής εκπαίδευσης.