Του Τάσου Πυργιέρη
H άποψη ότι, σε δύσκολους καιρούς, η τέχνη αποτελεί καταφύγιο πνευματικής ανάτασης αλλά και αφορμή για αναστοχασμό αξιών , ιδανικών αλλά και προσδοκιών από τη ζωή, είναι τόσο εμπεδωμένη στην κοινωνία μας που σχεδόν αποτελεί κάτι το αυτονόητο! Κάτι δεδομένο! Κάτι σαν αξίωμα ή σαν βασική αρχή.
Θέλω στην μικρή αυτή παρέμβασή μου να καταθέσω ένα προβληματισμό και μια αγωνία για τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της παραγωγής του πολιτιστικού προϊόντος στη χώρα μας σήμερα,για τον τρόπο ανάπτυξης και το οικονομικό μοντέλο υποστήριξης ενεργειών και πρωτοβουλιών πολιτιστικής φύσης. Μια μαρτυρία εν τέλει για τα εμπόδια και τις στρεβλώσεις που αντιμετωπίζει ο τομέας του πολιτισμού ,τις δυσκολίες, τις απορρίψεις, τις απογοητεύσεις των εκπροσώπων του Πολιτισμού και των δημιουργών στα γράμματα και στις τέχνες.
Συγκεκριμένα:
-Γιατί ο πολιτισμός δεν αντιμετωπίζεται σαν ένας αυτόνομος και σημαντικός χώρος άσκησης οικονομικής δραστηριότητας από την κοινωνία και την πολιτεία; Γιατί η ενίσχυση των παραγωγών να προέρχεται μόνο υπό μορφήν κρατικών ενισχύσεων;Γιατί δεν διεκδικούμε περισσότερα κοινοτικά προγράμματα τα οποία να επιτρέπουν ή καλύτερα να επιβάλουν συνεργασίες φορέων(ιδιωτικών, μη κερδοσκοπικών και κρατικών) και ιδιωτικών-επιχειρηματικών κεφαλαίων;
-Γιατί επικρατεί η αντίληψη ότι δήθεν το καλλιτεχνικό προϊόν πρέπει να εντάσσεται σε λογικές αναγκαστικής κρατικής επιχορήγησης; Το γεγονός ότι κάποιοι λένε ότι το πολιτιστικό προϊόν απευθύνεται στις μεγάλες μάζες των “καταναλωτών” και άρα πρέπει να έχει επιδοτούμενα κόστη για να συγκρατείται χαμηλό το εισιτήριο είναι κατά βάση παραπλανητικό διότι ναι μεν το έργο στις τέχνες προορίζεται για την κοινωνία ώστε να επιδράσει πολλαπλά οριζόντια και κάθετα, ωστόσο δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν αυστηρά δημόσιο αγαθό με την έννοια της δημόσιας υγείας ή παιδείας. Το Κράτος πρέπει να δίνει κίνητρα στους δημιουργούς να δημιουργήσουν και κίνητρα στους παραγωγούς να αναλάβουν την διανομή του προϊόντος στο κοινό.
-Γιατί ακόμη και ο τρόπος λειτουργίας των ιδρυμάτων , των μη κερδοσκοπικών εταιρειών και των μη κυβερνητικών οργανισμών έχει προβλήματα και δεν αποδεικνύεται στην πράξη παραγωγικός αλλά παθητικός και συνήθως ζημιογόνος;
Μήπως το ακολουθούμενο μοντέλο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός περιβάλλοντος επιθετικού, απαιτητικού και κυρίως «οικονομιστικού»; Μήπως η οικονομία δε μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστο τον πολιτισμό, και όποιος δεν το αναγνωρίζει απλά εθελοτυφλεί;
Σαν νέος δημιουργός, σκηνοθέτης – ηθοποιός έρχομαι αντιμέτωπος με πολλά προβλήματα οργάνωσης και διοίκησης των μονάδων παραγωγής του πολιτισμού. Οι κρατικές δομές στον τομέα του πολιτισμού αντιγράφουν αυτές άλλων τομέων, οι οποίες όμως δεν λειτουργούν εποικοδομητικά σε χώρους που έχουν ανάγκη την ευελιξία, την αμεσότητα, τις συνέργειες και τις συνεργασίες διακλαδικά μέσα στην οικονομία. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις προωθούν είτε την ιδέα της ανάπτυξης μέσω μη κερδοσκοπικών προσώπων, είτε αντιθέτως, την εφαρμογή της απόλυτης και πλήρους μεταφοράς των κανόνων λειτουργίας των επιχειρήσεων στον χώρο παραγωγής πολιτισμού. Όμως καταλαβαίνω ότι και οι δύο προσεγγίσεις έχουν προβλήματα και στην πράξη πάσχουν από μονομέρεια και έλλειψη ευελιξίας. Έχω αντιληφθεί μέσα από την μέχρι σήμερα εμπειρία μου ότι απαιτείται συνδυασμός των στοιχείων της ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ και λήψη και εκμετάλλευση των στοιχείων του εθελοντικού, του μη κερδοσκοπικού, του αφιερωμένου στην ιδέα του πολιτισμού, τρόπου ενέργειας που ακολουθούν χώροι στρατευμένοι σε πιο «ιδεαλιστικές» πολιτιστικές προτάσεις και φυσικά χώροι του Δημοσίου που ναι μεν σήμερα πειθαρχούν στα δημοσιονομικά και δεν έχουν να δώσουν, πλην όμως όταν έχουν να δώσουν, δίνουν με τελείως διαφορετικά ΚΡΙΤΗΡΙΑ και με ΧΑΛΑΡΟΤΗΤΑ.
Ο σύγχρονος νεο-ελληνικός πολιτισμός έχει να προσφέρει πολλά όχι μόνο εντός των εθνικών ορίων αλλά και εκτός αυτών, με συνεργασίες που μπορούν να διευκολύνουν σημαντικά ιδρύματα και πολιτιστικοί οργανισμοί (όπως το ΙΣΝ, το ίδρυμα Ωνάση κλπ), με την κινητικότητα ομάδων, θιάσων, μουσείων κ.λπ.
Όσον αφορά το χώρο μου, δηλαδή των παραστατικών τεχνών και του θεάτρου ειδικότερα , ο συνδυασμός της τέχνης με τον τουρισμό μόνο θετικά μπορεί να επηρεάσει στην εξέλιξη και των δύο τομέων.
Η παροχή οικονομικών κινήτρων σε νέους θεατρικούς επιχειρηματίες και νέες μονάδες υποστήριξης και παραγωγής καλλιτεχνικού έργου-πέραν των επιδοτήσεων εκ μέρους του κράτους- θα δώσει ανάσα και δυναμική στον Χώρο μας.
Η φορολογική ελάφρυνση των εταιρειών που επιχειρούν στον τομέα του πολιτισμού θα ενισχύσει το ενδιαφέρον νέων και υγιών επιχειρηματικών δυνάμεων που θέλουν να επενδύσουν σε εναλλακτικά αγαθά και υπηρεσίες!
Τέλος, η από πλευράς Κράτους προστασία του καλλιτέχνη ως μονάδας, της καλλιτεχνικής ομάδας ως οντότητας παραγωγής έργου, όχι μόνο με το «μελαγχολικό» σύστημα των επιδοτήσεων, αλλά με επιθετικά μέσα, με κινήσεις υψηλού συμβολισμού (κατάργηση λ.χ τέλους επιτηδεύματος για ηθοποιούς, μείωση συντελεστών για σκηνοθέτες-ελεύθερους επαγγελματίες, κλπ) καθώς και με προβλέψεις για επιχειρησιακά σχέδια, θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά και θα επιφέρει προστιθέμενη αξία στην κοινωνία και την οικονομία μας.
*Ο Τάσος Πυργιέρης έχει περάσει από τη διαδικασία αξιολόγησης του Μητρώου Στελεχών της Νέας Δημοκρατίας.