Του Γιώργου Μελέα*
Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται επειγόντως μια νέα, φιλόδοξη και σαφή στρατηγική για το μέλλον της, στο πλαίσιο της οποίας η πολιτική συνοχής πρέπει να καταστεί αναπόσπαστο τμήμα. Οι νέες διατάξεις για την πολιτική συνοχής μετά το 2020 πρέπει να προβλέπουν τη διάθεση επαρκών πόρων και να διασφαλίζουν τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της προβολής της, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ).
Η πολιτική συνοχής πρέπει να καταστεί αναπόσπαστο τμήμα μιας νέας φιλόδοξης και σαφούς ευρωπαϊκής στρατηγικής, ευθυγραμμισμένης με το Θεματολόγιο του ΟΗΕ για το 2030 και τους συναφείς Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, καθώς και με τις άλλες παγκόσμιες δεσμεύσεις της ΕΕ. Αυτή η νέα στρατηγική θα πρέπει εξάλλου να διαμορφώσει ένα όραμα και για την ίδια τη μελλοντική πολιτική συνοχής. Το έγγραφο προβληματισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με μια πιο βιώσιμη Ευρώπη μέχρι το 2030 έχει ήδη εγκαινιάσει τη συζήτηση προς αυτήν την κατεύθυνση.
Κατά τον σχεδιασμό της νέας πολιτικής θα πρέπει σθεναρά να μην λησμονηθούν οι ιδιαίτερες σημερινές προκλήσεις, τόσο οι κοινωνικές (η περιθωριοποίηση και οι διακρίσεις εις βάρος των μειονοτήτων και συγκεκριμένων εθνοτικών ομάδων ή η ενδοοικογενειακή βία), όσο και οι οικονομικές (η πρόσβαση στη χρηματοδότηση και η αναβάθμιση των δεξιοτήτων), αλλά και οι περιβαλλοντικές.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο που θα πρέπει επίσης να αλλάξει δραματικά είναι ο θετικός αντίκτυπος της πολιτικής συνοχής που θα πρέπει να κοινοποιείται πιο αποτελεσματικά. Συνεπώς, οι σημερινές υποχρεώσεις δημοσιότητας σχετικά με τα χρηματοδοτούμενα έργα πρέπει να αναβαθμιστούν σημαντικά, με στόχο η προστιθέμενη αξία της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, γενικώς, και της πολιτικής συνοχής, ειδικότερα, να καταστεί πιο ορατή για τους πολίτες έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί ο λαϊκισμός και ο ευρωσκεπτικισμός.
Οι εθνικές και οι ευρωπαϊκές προσπάθειες πρέπει να συμβαδίζουν όσον αφορά τη συνοχή
Στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ ζητείται επίσης μεγαλύτερη συνεκτικότητα και συνέχεια μεταξύ των ευρωπαϊκών και των εθνικών στρατηγικών μεταρρυθμίσεων, παραδείγματος χάρη, όσον αφορά τις επενδύσεις. Η χρηματοδότηση της ΕΕ δεν πρέπει να υποκαθιστά τις προσπάθειες των κρατών μελών, αλλά να τις συμπληρώνει, και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο προώθησης επιτυχημένων έργων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ. Η ΕΟΚΕ προτείνει επίσης τη σύνδεση των ειδικών ανά χώρα συστάσεων που προβλέπονται κατά τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου με την πολιτική συνοχής, προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο.
*Ο κ. Γιώργος Μελέας είναι εθνικός εμπειρογνώμονας σε θέματα φορολογίας και πολιτικής συνοχής στην ΕΟΚΕ.