Του Γρηγόρη Σαμπάνη*
Στην Αμερική, αποκαλύφθηκε πρόσφατα ένα μεγάλο σκάνδαλο insider trading (καταχρηστική εκμετάλλευση εμπιστευτικών πληροφοριών), με εμπλοκή ανώτατου στελέχους μεγάλης επενδυτικής τράπεζας, της Goldman Sachs, και με τη συμμετοχή αρκετών προσώπων μεγάλης οικονομικής επιφάνειας, ανάμεσά τους δύο γνωστοί Έλληνες επιχειρηματίες.
Οι αμερικανικές αρχές -Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και το FBI- έδρασαν (και) σε αυτή την περίπτωση με τη χαρακτηριστική αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα, που συνήθως βλέπουμε σε ταινίες του Χόλιγουντ. Ύστερα από μια έρευνα που κράτησε μήνες και στο πλαίσιο της οποίας συλλέχθηκαν στοιχεία και πειστήρια από πολλές πλευρές, συντάχθηκαν κατηγορητήρια, έγιναν συλλήψεις εντός και εκτός αμερικανικού εδάφους και η υπόθεση παίρνει ήδη το δρόμο της προς τα ποινικά δικαστήρια.
Σε μια σαφή ένδειξη της αυστηρότητας με την οποία αντιμετωπίζει το αμερικανικό δικαστικό σύστημα τέτοιες υποθέσεις, ο αντιπρόεδρος της Goldman Sachs, Μπράιαν Κοέν, αφέθηκε μετά τη σύλληψή του ελεύθερος με υπέρογκη εγγύηση, 750.000 δολαρίων, και υποχρεώθηκε να παραμείνει σε κατ' οίκον περιορισμό, φορώντας ειδική συσκευή εντοπισμού της θέσης του, ώστε να διασφαλισθεί ότι δεν θα διαφύγει.
Όλα αυτά, σε μια υπόθεση που δεν φαίνεται να έχει πολύ μεγάλο οικονομικό αντικείμενο. Τραπεζικά στελέχη φέρονται να έχουν πάρει δώρα κάποιων εκατομμυρίων δολαρίων, για να περνούν σε επενδυτές εμπιστευτικές πληροφορίες και αυτοί, με τη σειρά τους, να τις χρησιμοποιούν για να κερδίζουν με συναλλαγές σε παράγωγα μετοχών.
Το μήνυμα, όμως, που θέλουν να περάσουν οι αμερικανικές αρχές, προστατεύοντας την αξιοπιστία του μεγαλύτερου χρηματιστηρίου στον κόσμο, είναι απλό: η αγορά έχει κανόνες και όποιοι τους παραβαίνουν τιμωρούνται με τη δέουσα αυστηρότητα. Και οι αρχές δεν υπάρχουν μόνο για να «ξεσκονίζουν» τόμους με χρηματιστηριακή νομοθεσία, αλλά λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να την εφαρμόζουν.
Στην Ελλάδα, ως γνωστόν, όλα είναι πολύ διαφορετικά. Οι αρχές μας, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και Δικαιοσύνη, δεν έδειχναν στο παρελθόν, ούτε δείχνουν σήμερα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον να επιβάλλουν το σεβασμό του νόμου στο Χρηματιστήριο. Το μήνυμα που εκπέμπουν στην εγχώρια και διεθνή επενδυτική κοινότητα είναι απογοητευτικό: «το Χρηματιστήριο είναι ένας άκρως επικίνδυνος χώρος ανομίας και όσοι τοποθετείτε εκεί τα κεφάλαιά σας να είστε έτοιμοι και να τα χάσετε».
Το σκάνδαλο με την Folli Follie μπορεί να έχει απομακρυνθεί από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αλλά εξακολουθεί να τραυματίζει ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη στο ελληνικό Χρηματιστήριο. Οι ξένοι επενδυτές βλέπουν ότι στην Ελλάδα μπορεί μια εταιρεία που έφθασε να αξίζει 1 δισ. ευρώ και να δανειστεί εκατοντάδες εκατομμύρια στο εξωτερικό μπορεί να έχει παραποιήσει με τους πιο ευφάνταστους τρόπους τα λογιστικά στοιχεία της, χωρίς αυτό να γίνει αντιληπτό από οποιονδήποτε ελεγκτικό μηχανισμό. Και όχι μόνο αυτό: αλλά να χάσουν από την απάτη οι μέτοχοι μειοψηφίας και οι πιστωτές σχεδόν όλα τα κεφάλαιά τους, ενώ όσοι έστησαν το «μεγάλο κόλπο» παραμένουν ασύλληπτοι, κινούνται ελεύθερα, συμμετέχουν στη διοίκηση της εταιρείας για την σώσουν (!) και είναι άγνωστο πότε θα λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη και αν ποτέ θα τιμωρηθούν με ποινές κάθειρξης που θα αντιστοιχούν στη σοβαρότητα των αδικημάτων τους.
Η νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη γνωρίζει πολύ καλά, σίγουρα καλύτερα από μαθητευόμενους μάγους του ΣΥΡΙΖΑ, την αξία της εύρυθμης λειτουργίας της Κεφαλαιαγοράς. Αν δεν μπορούν οι επιχειρήσεις να αντλήσουν κεφάλαια μέσω του Χρηματιστηρίου, τη στιγμή μάλιστα που το κανάλι του δανεισμού από τις τράπεζες παραμένει ουσιαστικά κλειστό, χάνεται ένα πολύτιμο αναπτυξιακό εργαλείο, που ιδιαίτερα σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, δεν έχουμε την πολυτέλεια να χαθεί.
Το Χρηματιστήριο της Αθήνας, ύστερα από τόσα χρόνια οικονομικής κρίσης και μετά την πρωτοφανή περιπέτεια του πολυήμερου «λουκέτου» και των capital controls, είναι ένας πολυτραυματίας, που δυσκολεύεται σε κάθε βήμα. Αν έχει κάποια προοπτική να προσελκύσει υγιές επενδυτικό ενδιαφέρον, είναι βασική προϋπόθεση να πεισθούν οι επενδυτές ότι όχι μόνο υπάρχουν νόμοι για τη χρηματιστηριακή αγορά, αλλά ότι υπάρχουν και αρχές που είναι έτοιμες να τους εφαρμόσουν αποτελεσματικά.
Ένα από τα πρώτα βήματα που έκανε η νέα κυβέρνηση ήταν να «ξηλώσει» την προηγούμενη ηγεσία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία αποδείχθηκε τραγικά ανεπαρκής στην αντιμετώπιση της υπόθεσης Folli Follie και απαξιώθηκε στη συνείδηση των επενδυτών. Ο αρμόδιος υφυπουργός Οικονομικών, Γιώργος Ζαββός, εξάλλου, φάνηκε να αναγνωρίζει, μιλώντας στο Bloomberg και απευθυνόμενος σε ξένους επενδυτές, πόσο σοβαρό ήταν το «τραύμα» που άφησε αυτή η υπόθεση στο Χρηματιστήριο, ενώ δεσμεύθηκε ότι η κυβέρνηση θα λάβει τα κατάλληλα μέτρα.
Ευχή όλων όσοι αγωνιούν για την επάνοδο της ελληνικής οικονομίας στην ανάπτυξη είναι να γίνουν από τη νέα διοίκηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς όλα όσα χρειάζονται για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο θεσμό. Προσοχή, όμως: έχουμε φθάσει πλέον στο σημείο, όπου δεν είναι αρκετό να τροποποιηθεί η χρηματιστηριακή νομοθεσία, που τόσες φορές έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια και πάντως αναγνωρίζεται από όλους ότι είναι σχετικά επαρκής. Ούτε είναι αρκετό να επιβάλλει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κάποια πρόστιμα. Χρειάζεται μια συνολική κινητοποίηση της κυβέρνησης και των αρχών, για να επιβληθεί, επιτέλους, παραδειγματική τιμωρία, σε όσους εμπλέκονται σε αυτή τη σκανδαλώδη υπόθεση και, στο μέλλον, σε όσους άλλους διαπιστωθεί ότι υποπίπτουν σε σοβαρές παραβιάσεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας.
Επενδυτές από όλο τον κόσμο εμπιστεύονται τυφλά τα κεφάλαιά τους στην Wall Street ακριβώς επειδή γνωρίζουν ότι εκεί υπάρχουν κανόνες και αρχές να τους εφαρμόζουν. Αν δεν πεισθούν ότι και στην Ελλάδα υπάρχει ισχυρή βούληση να εφαρμόσουμε τους κανόνες, ας μην περιμένουμε ότι θα φθάσουν σοβαρά κεφάλαια στην Ελλάδα, μόνο και μόνο επειδή, με την πάροδο του χρόνου, οι παλιές αμαρτίες θα ξεχασθούν…
*Ο κ. Γρηγόρης Σαμπάνης είναι οικονομολόγος, πρώην στέλεχος τραπεζών.